Μαύρα μεσάνυχτα

Μαύρα μεσάνυχτα

του Νότη Παπαδόπουλου

Όποιος, παρακολουθήσει τις συνεδριάσεις της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής για την δανειοδότηση των ΜΜΕ και των πολιτικών κομμάτων αντιλαμβάνεται ότι οι περισσότεροι βουλευτές  έχουν στρεβλή εικόνα για τη δουλειά ενός δημοσιογράφου στα Μέσα Ενημέρωσης και μαύρα μεσάνυχτα για το  πως έχει αλλάξει  ο κόσμος των media διεθνώς με τις νέες τεχνολογίες.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι βουλευτές – του ΣΥΡΙΖΑ κυρίως- ρωτούν τους εξεταζόμενους εκδότες για την πολιτική γραμμή του Μέσου τους  ,την άποψή τους για την αντικειμενική παρουσίαση των ειδήσεων και  την ανάγκη πλουραλισμού  από τα κανάλια επειδή διαχειρίζονται -λέει- συχνότητες οι οποίες ανήκουν στον λαό!

Έλεγε πριν από χρόνια ένας βετεράνος πολιτικός συντάκτης ότι στην εποχή που έκανε εκείνος ρεπορτάζ (δεκαετίες 50-60) για να πάρει κάποιος μέρος στο μπρίφινγκ του κυβερνητικού εκπροσώπου έπρεπε να έχει την έγκριση όχι μόνο της κυβέρνησης αλλά και των άλλων πολιτικών συντακτών ( οι οποίοι προτιμούσαν να κρατούν το κλαμπ όσο το δυνατόν πιο κλειστό) .Μάλιστα  ο τότε Πρωθυπουργός της χώρας – γνωστός για την απέχθειά του στα μέσα ενημέρωσης- συναντούσε μόνο δυο -τρεις εκλεκτούς της ομήγυρης  μέσω των οποίων διοχέτευε τις σκέψεις του  στον ημερήσιο τύπο ή στο μοναδικό κρατικό κανάλι.

Σε ένα τέτοιο ερμητικά κλειστό ελληνικό ειδησεογραφικό σύστημα της δεκαετίας του 60 ,λοιπόν,  έχει κάποια λογική να ρωτήσει κάποιος βουλευτής τον εκδότη για την πολιτική γραμμή ή την ειδησεογραφική μονολιθικότητα .

Σήμερα που ακόμη και ο πολίτης γίνεται -τρόπος του λέγειν- δημοσιογράφος ανεβάζοντας ειδήσεις ,σχόλια και φωτογραφίες σε Blogs, στο twitter στο facebook και στο Instagram ή απλώς τις κοινοποιεί στο mail της εφημερίδας ή του καναλιού -ακούγεται τουλάχιστον  αστείο να ερωτάται ο κάθε εκδότης για την πολιτική γραμμή ή τον πλουραλισμό του Μέσου  του.

Σήμερα υπάρχει καταιγισμός πληροφοριών, οι εφημερίδες  ,τα ραδιόφωνα ,πόσο μάλλον τα κανάλια , είναι μεγάλοι ειδησεογραφικοί οργανισμοί, με εξειδικευμένους και ως επί το πλείστον σπουδαγμένους δημοσιογράφους που μιλούν ξένες γλώσσες , έχουν άποψη και   δεν εξαρτώνται για να βγάλουν την είδηση από την επίσημη γραμμή του κόμματος ή από την ενημέρωση του Πρωθυπουργού προς λίγους και εκλεκτούς.

Ενημερώνονται από δεκάδες άλλες πηγές απ όλο τον κόσμο  με  ταχύτητες αστραπής  και –φυσικά- μιλούν μεταξύ τους, ανταλλάσσουν πληροφορίες και διαμορφώνουν στον «αέρα» της περισσότερες φορές θέση και οπτική για το ζήτημα που μόλις προέκυψε στην ειδησεογραφία.

Με άλλα λόγια η πολιτική γραμμή και η άποψη  του εκδότη έχει ολοένα και μικρότερη  σημασία όταν η ταχύτητα και η αφθονία της πληροφόρησης  ξεπερνάει την όποια προσπάθειά του επικεφαλής του Μέσου να παρουσιάσει με τον άλφα ή τον βήτα τρόπο την είδηση.

Ο δημοσιογράφος που θα βγει μέσα σε ένα λεπτό από την ώρα που θα σκάσει η είδηση στον αέρα για να την μεταδώσει δεν περιμένει να πάρει γραμμή από τον εκδότη του.

 Κινείται –βέβαια-  μέσα στην γενικότερη πολιτική οπτική  του μέσου στο οποίο δουλεύει , αλλά βασίζεται κυρίως σε όσα ο ίδιος πιστεύει,  στις γνώσεις του και την κατάρτιση του ιδίου και των συνεργατών του.

Όποιος πιστεύει πως κάθε άρθρο που γράφεται σε μία εφημερίδα, ή κάθε άποψη που εκφράζεται σε κάθε ραδιόφωνο ή κάθε κανάλι έχει την προηγούμενη έγκριση του εκδότη ή του διευθυντή είναι  βαθιά νυχτωμένος .

Όποιος πιστεύει ότι σε κάθε Μέσο Ενημέρωσης υπάρχει ένας …πρωινός καφές όπου χαράσσεται η γραμμή   και δίνονται  κεντρικά εντολές στους συντάκτες τι και πως θα το γράφουν είναι παντελώς άσχετος με την σημερινή πραγματικότητα στην δημοσιογραφία.

Τα ΜΜΕ στηρίζουν την αντικειμενικότητά και τον πλουραλισμό του σ ‘ αυτήν ακριβώς την ελευθερία των συντακτών να εκφράζουν με πληρότητα τις απόψεις τους χωρίς να καθοδηγούνται.

 Άλλωστε είναι μάλλον δύσκολο σε μία εφημερίδα π.χ.  κεντροαριστερής τοποθέτησης να δουλεύει κάποιος συντάκτης που είναι συμπαθών της Χρυσής Αυγής ή του Μουσολίνι- σύντομα θα βρεθεί απομονωμένος από τους συναδέλφους του ,θα αντιμετωπίζεται σαν να είναι εκτός τόπου και χρόνου και ελάχιστοι θα εμπιστεύονται  την κρίση του ή το ρεπορτάζ του.

Ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να πιστεύει ότι οι εκδότες επέβαλαν στους συντάκτες τους να κρατήσουν πέρσι τον Ιούλιο γραμμή υπέρ του ΝΑΙ στο δημοψήφισμα .Όμως η αλήθεια είναι ότι ήταν μάλλον  σπάνιο να βρει κάποιος  συντάκτες υπέρ του ΟΧΙ σε σύγχρονα Μέσα Ενημέρωσης με  πάγιο ευρωπαϊκό προσανατολισμό  ,  πόσο μάλλον όταν ήταν φως φανάρι στους ενημερωμένους ανθρώπους των ΜΜΕ ότι ο κ. Τσίπρας έκανε την απεγνωσμένη κίνηση του αχρείαστου εκείνου  δημοψηφίσματος μόνο και μόνο για να ξεφύγει από την γωνία στην οποία  είχε στριμώξει ο ίδιος τον εαυτό του μετά από τις λανθασμένες επιλογές του.

Είναι σαφές, ότι με την επανάσταση που έχει φέρει στην ενημέρωση  το Ίντερνετ , τα κινητά και  τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης- τα ΜΜΕ βρίσκονται σε μία περίοδο δημιουργικής αναρχίας η οποίο ,όμως, με όλα τα μειονεκτήματά της βοηθάει στην πληρέστερη και όσο το δυνατόν πιο πλουραλιστική ενημέρωση γνώρισε ποτέ ο κόσμος- ανεξάρτητα από την πολιτική γραμμή  ή τις -οριακές εκ των πραγμάτων – παρεμβάσεις  του εκδότη τους.

Υ.Σ.  Κάποιοι βουλευτές της εξεταστικής έχουν ήδη -απ ότι φαίνεται – διαμορφώσει άποψη ότι τα ΜΜΕ έχουν φορτωθεί δυσανάλογα χρέη τα οποία τα πήραν επειδή είχαν σχέση διαπλοκής με το τραπεζικό σύστημα .

 Είναι αλήθεια ότι τα συνολικά χρέη των ΜΜΕ  είναι μεγάλα (φτάνουν τα 800 εκατομμύρια ευρώ) ωστόσο η πλειονότητα των δανείων δόθηκε μέσα σε μία πολύχρονη διαδρομή λειτουργίας των μέσων , η αξία των οποίων ήταν πολλαπλάσια από τη σημερινή σε μία ανθούσα βιομηχανία με τεράστια ετήσια  διαφημιστική δαπάνη – έφτανε  τα 2,5 δισ ευρώ  το  2008.

Εξάλλου δεν είναι μόνο τα ΜΜΕ που φορτώθηκαν δυσανάλογα μεγάλα δάνεια αλλά και εκατοντάδες άλλες επιχειρήσεις της χώρας –χωρίς να μπορούν να κατηγορηθούν για σχέσεις διαπλοκής. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι  τα κόκκινα  δάνεια ξεπερνούν τα 116 δισεκατομμύρια εκ των οποίων πάνω από  80 δισ ευρώ είναι τα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια επιχειρήσεων -τα ΜΜΕ έχουν λιγότερο από 1 % σ΄αυτή την πίτα των χρεών.

Είναι τέλος αδιανόητο να θεωρήσει οποιαδήποτε εξεταστική επιτροπή υπεύθυνους τους τραπεζίτες για την εκτόξευση των κόκκινων δανείων. Διότι   έδιναν δάνεια πριν την κρίση χωρίς να πιστεύουν ποτέ ότι η χώρα θα χρεοκοπήσει . Και  συνέχισαν να δίνουν κάποια και μέσα στην κρίση σε μία προσπάθεια να στηρίξουν τις επιχειρήσεις που είχαν ήδη βαρύ δανεισμό γιατί αλλιώς ,αν τις άφηναν να χρεοκοπήσουν, οι τράπεζες   θα έχαναν όλα τα χρήματα που τις είχαν δανείσει.

Ο Τζον Κένεθ Γκάλμπρεϊθ στο βιβλίο του “Ταξίδι στο χρόνο της οικονομίας” σημειώνει  ότι μετά από όλες τις ισχυρές οικονομικές κρίσεις αναπτύσσονται πάντοτε μεγάλοι πολιτικοί και δικαστικοί αγώνες οι οποίοι όμως δεν καταλήγουν πουθενά. Και πάντως δεν φέρνουν ποτέ τα  πίσω τα χρήματα που χάθηκαν.

Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *