Γιάννης Παλαιολόγος
Η ανάκαμψη στην Ευρωζώνη συνεχίζει να κερδίζει έδαφος. Την περασμένη εβδομάδα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναβάθμισε την πρόβλεψή του για την αναπτυξιακή επίδοση της περιοχής του κοινού νομίσματος σε 2,1% φέτος και 1,9% το 2018 – 0,2 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα από την πρόβλεψη του περασμένου Ιουλίου. Ωστόσο, το Ταμείο είναι λιγότερο ενθουσιώδες για τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της Ευρωζώνης, σημειώνοντας ότι «η προβλεπόμενη δυνητική μεγέθυνση συγκρατείται από την αδύναμη παραγωγικότητα, τα δυσμενή δημογραφικά στοιχεία και σε ορισμένες χώρες, το σωρευμένο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος». Αν υπάρχει μία χώρα που συνδυάζει όλες αυτές τις παθογένειες, είναι η Ελλάδα.
Η πολυσχιδής υπερχρέωση της χώρας – το τερατώδες δημόσιο χρέος, το βουνό των μη εξυπηρετούμενων δανείων, οι διαρκώς διογκούμενες οφειλές των πολιτών στην εφορία και στα Ταμεία – έχουν μονοπωλήσει το ενδιαφέρον. Ωστόσο, το δημογραφικό είναι, μακροπρόθεσμα, ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα. Σύμφωνα με το πιο πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο δείκτης εξάρτησης της Ελλάδας –η αναλογία του μη οικονομικά ενεργού προς τον ενεργό πληθυσμό– έχει αυξηθεί από 51,8 το 2011 σε 55,2 το 2015. Την ίδια περίοδο, ο δείκτης γήρανσης (αναλογία ηλικιωμένων προς ανηλίκους κάτω των 15 ετών) επιδεινώθηκε από 132,9 σε 145,5, ενώ ο δείκτης γονιμότητας μειώθηκε από το 1,5 στο 1,3 (έναντι 2,1 που απαιτείται για την αντικατάσταση των γενεών χωρίς μείωση πληθυσμού). Το ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων ήταν αρνητικό κάθε χρονιά μεταξύ 2011-2016.
Στο μέτωπο της παραγωγικότητας, που είναι ο κυριότερος παράγοντας στον καθορισμό του βιοτικού επιπέδου μιας χώρας, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα του ΟΟΣΑ όπου το ΑΕΠ ανά ώρα εργασίας έχει μειωθεί σε σχέση με το 2010.
Πρόκειται για αριθμούς αποκαρδιωτικούς – βαρίδια που σέρνουν τη χώρα προς τον βυθό. Κι όμως, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την παραγωγικότητα εξακολουθούν να καρκινοβατούν, ενώ οι πολιτικές διαχείρισης του δημογραφικού – ενσωμάτωση μεταναστών στην οικονομία, μέτρα στήριξης της οικογένειας και της γυναικείας εργασίας– παραμένουν στο περιθώριο της δημόσιας συζήτησης. Ενώ τα σύννεφα στον ορίζοντα πυκνώνουν, συνεχίζουμε να ακροβατούμε μεταξύ success stories και ακατάσχετης καταστροφολογίας.
Πηγή: Καθημερινή