Κωνσταντίνος Ζούλας
Από την αναμενόμενη συζήτηση που για μία ακόμη φορά παρακολουθήσαμε στη Βουλή, προσωπικά κράτησα ως πιο σημαντική μια αποστροφή του Σταύρου Θεοδωράκη. «Υπάρχει κάτι χειρότερο από το ψέμα. Να συνηθίσεις το ψέμα, να μη σου κάνει πια εντύπωση, να το θεωρείς δεδομένο. Και δυστυχώς σε αυτήν τη φάση βρισκόμαστε. Εξαιτίας σας οι πολίτες έχουν ταυτίσει την πολιτική με το ψέμα», είπε στον Αλ. Τσίπρα και σήκωσε τη φωτοτυπία μιας συνέντευξης του πρωθυπουργού. Οχι παλιάς, μόλις του προηγούμενου Ιανουαρίου ήταν και είχε τίτλο «Ούτε ένα ευρώ επιπλέον μέτρα»…
Η παρατήρηση του Στ. Θεοδωράκη μου θύμισε μια αντίστοιχη του Τάκη Παππά στο τελευταίο βιβλίο του «Σε τεντωμένο σχοινί» (εκδόσεις Ικαρος). Ο συγγραφέας έχει χωρίσει την πρόσφατη ιστορία σε περιόδους ανάπτυξης ή έστω νηνεμίας και σε αυτό που ο ίδιος ονομάζει μεγάλες σπειροειδείς κρίσεις. Περιόδους δηλαδή που η χώρα εγκλωβίστηκε σε έναν φαύλο κύκλο, από τον οποίο της φαινόταν αδύνατο να βγει, όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα. Ο Παππάς υποστηρίζει ότι για να προκύψει μια τέτοια σπειροειδής κρίση πρέπει να συντρέχουν τρεις αλληλοτροφοδοτούμενες προϋποθέσεις: ανεπαρκής ηγεσία, προβληματική Βουλή (με την έννοια του θεσμικού αντίβαρου σε μια κακή κυβέρνηση) και μια μεσαία τάξη που να νιώθει ότι πνίγεται. Και με αυτό το σκεπτικό θεωρεί ότι τα τελευταία 150 χρόνια, η Ελλάδα έχει ζήσει άλλες τρεις μεγάλες κρίσεις –πλην της σημερινής– που κατά την οπτική του άρχισε στα γεγονότα του Δεκεμβρίου του 2008. Η πρώτη αρχίζει το 1893 και τελειώνει το 1910, που έρχεται ο Βενιζέλος, η δεύτερη το 1935 και ολοκληρώνεται το 1952, όταν αναλαμβάνει ο Παπάγος, και η τρίτη ξεκινά με τον ανένδοτο του Γεωργίου Παπανδρέου το 1961 και βρίσκει ευτυχές τέλος το 1974 με την επιστροφή του Καραμανλή – και αφού η χώρα «χρειάστηκε» να περάσει μια χούντα.
Για να επανέλθω όμως στην αποστροφή Θεοδωράκη, ένα από τα κοινά χαρακτηριστικά που εντοπίζει ο Παππάς και στις τρεις προηγούμενες κρίσεις, είναι ο τρόπος που την αντιμετωπίζουν –από ένα σημείο και μετά– οι πολίτες. Περιγράφει ότι κυριαρχεί ένα αίσθημα ηττοπάθειας. Κάτι που μοιάζει με μαζική παραίτηση, συλλογική απάθεια.
Εχει απόλυτο δίκιο. Αυτό ακριβώς ξανασυμβαίνει στη χώρα μας τον τελευταίο καιρό. Αν μάλιστα το σκεφτεί κανείς ψυχρά, σε όσους ήδη από το 2014 προεξοφλούσαμε με απόγνωση ότι η έλευση του Τσίπρα θα πάει τη χώρα ακόμη πιο πίσω, τώρα έχουν προστεθεί και χιλιάδες ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν μεν αντιληφθεί το λάθος τους, αλλά αρνούνται να το παραδεχθούν, καταφεύγοντας υποσυνείδητα στο έσχατο επιχείρημα-αποκούμπι ότι «και οι άλλοι τα ίδια θα έκαναν, ίσως και χειρότερα».
Και κάπως έτσι, ειδικώς τους τελευταίους μήνες, ένας ολόκληρος λαός μοιάζουμε να έχουμε συλλογικώς ρίξει λευκή πετσέτα έναντι των σχιζοφρενικών επιλογών των κυβερνώντων. Σαν να μην τρέφουμε την παραμικρή ελπίδα πως κάτι μπορεί να αλλάξει δραστικά προς το καλύτερο. Αυτό άλλωστε εκμεταλλεύεται η κυβέρνηση, ερμηνεύοντας την απραξία μας ως στήριξή της. Εφτασε στο σημείο ο πρωθυπουργός να επικαλεστεί την έξοδο του Πάσχα ως απόδειξη ευμάρειας (!), σαν να έπρεπε να μας τελειώσει και η βενζίνη για να αναρωτηθεί μήπως, τελικά, οι πολίτες δεν περνούν τόσο καλά όσο οι υπουργοί του που συναγελάζεται.
Δεν έχει νόημα να απαριθμήσω και άλλα παραδείγματα που καταδεικνύουν ότι η κυβέρνηση ζει εκτός τόπου και χρόνου – μας το επιβεβαιώνει καθημερινά. Είναι βέβαιο, ωστόσο, ότι η απαθής στάση μας τροφοδοτεί ακόμη περισσότερο το θράσος της. Αρκεί μια εικόνα για να συνειδητοποιήσει κάθε νοήμων πολίτης την πρωτοφανή κατάντια της χώρας: η σέλφι που δημοσιοποίησαν περιχαρείς οι κ. Καμμένος και Πολάκης θεωρώντας απολύτως φυσιολογικό τη βραδιά κατάθεσης του δ΄ μνημονίου να συν-γιορτάζουν τα γενέθλιά τους στο σπίτι του υπουργού Αμύνης και έχοντας (κατά κυριολεξία) επιστρατεύσει για τη μουσική ηδονή των καλεσμένων τους μπάντα του στρατού, την οποία συνόδευσε (sic) ο Στ. Γονίδης.
Σε όσους με απόγνωση αναρωτιούνται αν υπάρχει λύση σε αυτόν τον απολύτως καταστροφικό δρόμο, απάντηση δεν έχω. Καθώς όμως επικαλέστηκα το βιβλίο του Τάκη Παππά, θα σας πω πώς εκείνος περιγράφει τη λύτρωση στις προηγούμενες σπειροειδείς κρίσεις. Προϋπόθεση, λέει, είναι όχι μόνον να προκύψει ένας νέος ηγέτης που να πείσει τους πολίτες ότι έχει ένα ριζοσπαστικό αλλά και απολύτως εφικτό σχέδιο για το οποίο δεν θα κάνει καμία απολύτως υποχώρηση για να το πραγματοποιήσει, αλλά να κερδίσει την εξουσία με ένα εντελώς νέο κόμμα. Και αυτό γιατί ο συγγραφέας παρατηρεί ότι η χώρα βγήκε από ανάλογες κρίσεις μόνον όταν ανανεώθηκε το πολιτικό της προσωπικό εκ βάθρων, δηλαδή δεν έμειναν στη Βουλή παρά ελάχιστοι για να (μην) θυμίζουν τι προηγήθηκε.
Δεν ξέρω εάν έχει χρόνο ο Κυρ. Μητσοτάκης να διαβάσει το βιβλίο. Μακάρι όμως να βρει, γιατί σε αυτό θα εντοπίσει μάλλον και τις αιτίες που το κόμμα του δεν έχει πείσει μέχρι τώρα ότι μπορεί να φέρει τη λύτρωση.
Πηγή: Καθημερινή