του Μπάμπη Παπαδημητρίου
Οι τιμές των ακινήτων είναι στο μισό από το επίπεδο που έπιασαν το 2008. Η κατασκευή κτιρίων είναι κατά 85% μικρότερη από τότε. Κι ας μην ήταν αυτό το καλύτερο έτος της προηγούμενης δεκαετίας.
Αναμενόμενο, αφού ελάχιστα νέα δάνεια εκδίδονται· τα περισσότερα στεγαστικά μειώνονται ή κλείνουν. Είναι να εκπλήσσεται κανείς πόσο πολλοί είναι ακόμη εκείνοι που πληρώνουν κανονικά το δάνειο του σπιτιού.
Ερχεται και ο ΕΝΦΙΑ, στην ουρά τόσων άλλων φόρων, και ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού αναρωτιέται αν θα τα καταφέρει και τον επόμενο μήνα. Το ακίνητο ήταν πάντα η πιο διαδεδομένη ασφάλεια για το μέλλον. Τώρα φοβόμαστε μήπως το «κεραμίδι» πέσει στο κεφάλι μας.
Ο κλάδος που φημιζόταν ως «ατμομηχανή της οικονομίας» ήταν ο πρώτος που βάρεσε κανόνι. Χάθηκαν δεκάδες χιλιάδες δουλειές. Οσοι απέμειναν κοιτούν να τα βγάλουν πέρα εργαζόμενοι «στη μαύρη», αφού η αγορά δεν είναι διατεθειμένη να πληρώσει ούτε αυτό που προβλέπει η «σύμβαση» ούτε, ακόμη περισσότερο, τα ένσημα. Εξάλλου, οι ψύχραιμοι, που πιστεύουν ότι «κάποια σύνταξη» τελικώς θα τους περιμένει, έστω και στα 67 τους, ύστερα από 45 και βάλε χρόνια δουλειάς, κατάλαβαν αμέσως το «κόλπο Κατρούγκαλου». Οσα και να δουλέψεις, η σύνταξη θα είναι διά τας πανηγύρεις.
Η απελπισία χτυπάει πλέον σε κάθε γωνιά της εργαζόμενης και επιχειρηματικής Ελλάδας. Η περιπέτεια μιας τόσο μεγάλης επιχείρησης, όπως ο Μαρινόπουλος, δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας. Οταν φθάνει να αποχαιρετά την κοινωνία ένας εύπορος άνθρωπος σαν τον Μαμιδάκη προκειμένου να μείνει ευυπόληπτος, είναι λογικό πως κανείς δεν μπορεί να κλείσει τ’ αυτιά του στον αχό των «κανονιών» που σφυροκοπούν την αγορά.
Τα χειρότερα όμως βρίσκονται μπροστά μας. Η εφορία δείχνει τον δρόμο. Κατά χιλιάδες στέλνει τα κατασχετήρια. Βρήκαν εύκολο τον δρόμο στους τραπεζικούς λογαριασμούς, τους αδειάζουν ή τους δεσμεύουν. Τα περιουσιακά στοιχεία μπαίνουν σε δικόγραφα που παίρνουν προτεραιότητα, ως πρέπει να γίνεται με το δημόσιο χρήμα.
Οι προμηθευτές, που βλέπουν το κύμα να γίνεται τσουνάμι, σπεύδουν να εισπράξουν. Φοβούμενοι τα χειρότερα εκδίδουν δικαστικές εντολές. Το δύσκολο με την οικονομία είναι η αλληλοσύνδεση των καταστάσεων και η υποχρεωτική αλυσίδα των αντιδράσεων. Αν ξεκινήσει το ξήλωμα, είναι πολύ δύσκολο να το σταματήσεις.
Οι τράπεζες, αφού ρύθμισαν και ξαναρύθμισαν, έφτασαν στο σημείο που πρέπει να παραδεχτούν την αδυναμία των πελατών τους. Δεν υπάρχει όμως τραπεζικός υπάλληλος να υπογράψει «κούρεμα» χρέους χωρίς μια κάποια εξασφάλιση πως δεν θα τον τρέχουν στα δικαστήρια μέχρι να γεράσει.
Κάπως έτσι, στα μισά του 2016, κινδυνεύουμε να ζήσουμε αυτό που αποφύγαμε τον Οκτώβριο του 2008. Τότε, με την πρώτη ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος, κερδίσαμε χρόνο μήπως και προλάβουμε τη μεγαλύτερη καταιγίδα που θα ξέσπαγε πάνω από την Ευρώπη και τον κόσμο όλο. Δεν το κάναμε. Ετσι, όταν φάνηκε ποιoς ήταν ο αδύναμος κρίκος, η Ελλάδα βρέθηκε εκτός αγορών και με τον ζουρλομανδύα των μνημονίων. Οι πληγές που έκρυβε η χώρα κάτω από τον πολυτελή μανδύα της ανάπτυξης με δανεικά άνοιξαν όλες μαζί.
Ομως, ακόμη και την άνοιξη του 2012, με τη βοήθεια του δεύτερου μνημονιακού δανείου-μαμούθ, οι τράπεζες έμειναν ανοιχτές. Για να τις κλείσει, πέρυσι, η απερισκεψία της δήθεν εναλλακτικής λύσης. Τώρα όμως, αν πρόκειται να διασωθούν οι τράπεζες, τα «κανόνια» θα ακούγονται γύρω γύρω με βρόντο μεγάλο.
Η κυβέρνηση Τσίπρα έχει το βαρύτερο μερίδιο ευθύνης σε όσα συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό. Προκαλεί ερωτήματα η ευκολία με την οποία αποφάσισε η ομάδα του Μαξίμου να ακυρώσει ακόμη και τα οφέλη που συνόδευσαν τη συμφωνία της πρώτης αξιολόγησης. Η ουσία και τα σενάρια που τροχοδρομεί ο σχεδιαζόμενος νέος εκλογικός νόμος παγιδεύουν την οικονομία στον βάλτο. Μέχρι τον Οκτώβριο, το πολύ Νοέμβριο, ο χρόνος θα έχει οριστικά εξαντληθεί.
Πηγή: Καθημερινή