Του Αγγελου Σταγκου
Καθώς περνούν οι μέρες εδραιώνεται η πεποίθηση ότι θα σωθούμε μόνον αν θέλουν να μας σώσουν. Αυτό είναι το συμπέρασμα που προκύπτει αβίαστα από όσα λέγονται και γράφονται στο εξωτερικό και από όσα γίνονται στο εσωτερικό. Το χειρότερο είναι ότι όσα λέγονται στο εξωτερικό από επίσημα χείλη είναι αμφίσημα και πολύ δύσκολα μπορούν να ερμηνευθούν με σιγουριά, ένω όσα γίνονται στο εσωτερικό είναι ξεκάθαρα και δίνουν την αίσθηση ότι βαδίζουμε αγέρωχοι και αρειμάνιοι προς την καταβαράθρωση.
Το ερώτημα λοιπόν είναι αν θέλουν πια να μας σώσουν, αλλά και αυτό ακόμη συνοδεύεται από επί μέρους υποερωτήματα. Γιατί να θέλουν να μας σώσουν; Πώς μπορούν να μας σώσουν, όταν δεν υπάρχει η απαιτούμενη ανταπόκριση από τη δική μας πλευρά; Είναι σε θέση να το κάνουν ερήμην της δικής τους κοινής γνώμης και αν όχι, μπορούν να την πείσουν; Υπάρχουν τα απαραίτητα χρήματα για να μας σώσουν; Τέλος, είναι σωστή η συνταγή που επιβάλλουν για να μας οδηγήσει στη σωτηρία;
Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά τώρα περιέχουν αναπόφευκτα μεγάλο ποσοστό εικασίας και αβεβαιότητας. Αντικειμενικά, θα απαντηθούν από τη ζωή και ανάλογα με τις εξελίξεις. Αν καταφέρουν και μας κρατήσουν το κεφάλι έξω από το νερό θα σημαίνει ότι ήθελαν και κατόρθωσαν να μας σώσουν. Αν, αντίθετα, πνιγούμε θα σημαίνει ότι δεν ήθελαν ή δεν μπόρεσαν. Οπότε, για ένα διάστημα ο πρωταγωνιστικός ρόλος του ευρωπαϊκού παράγοντα θα περιοριστεί και τη θέση του θα πάρουν η αγωνία και η προσπάθεια για την επιβίωση του συνόλου του πληθυσμού. Σε αυτήν την περίπτωση, θα περιμένουμε την κάθαρση και τη χάραξη της νέας πορείας προς το φως το αληθινό από εκείνους που υποστηρίζουν ότι το μέλλον θα είναι πιο ρόδινο εκτός ευρώ και Ευρωπαϊκής Ενωσης, αν το κτίσουμε αποκλειστικά με δικές μας δυνάμεις και δίχως κηδεμονία από οπουδήποτε.
Το επιχείρημα αυτό πλασάρεται από κόμματα, «αντιμνημονιακούς» κύκλους, τυχοδιώκτες και κερδοσκόπους και δυστυχώς βρίσκει απήχηση στην κοινή γνώμη. Ο ένας λόγος είναι ότι μεγάλο μέρος του πληθυσμού δοκιμάζεται σήμερα και γι’ αυτό παρασύρεται από εκείνους που διαβεβαιώνουν ότι η ζωή μας θα αλλάξει αν κηρύξουμε πτώχευση, δεν πληρώσουμε τους δανειστές μας και φύγουμε από την Ευρωζώνη. Ο άλλος λόγος είναι πως ο Ελληνας νομίζει ότι το μοντέλο ζωής που η χώρα συντηρούσε με δανεικά και κατανάλωση είναι δυνατό να διασωθεί, φεύγοντας από την Ευρωζώνη. Ο τρίτος λόγος είναι ότι ο μύθος περί μιας ισχυρής Ελλάδας με άφθονα πλούτη, αν ξέφευγε από την κηδεμονία των ξένων, παραμένει ισχυρός και σήμερα.
Ε, λοιπόν, η ιστορία της Ελλάδας δεν επιβεβαιώνει τον μύθο, το μοντέλο άνετης σχετικά διαβίωσης με δανεικά στο οποίο είχαμε συνηθίσει δεν είναι διατηρήσιμο με κανένα τρόπο και η ζωή των πολιτών θα πέσει πολλά επίπεδα αν βγούμε από την Ευρωζώνη, ενώ αντίθετα το νέφος της εσωτερικής και εξωτερικής ανασφάλειας που θα σκεπάσει τη χώρα στο σύνολό της θα είναι εξαιρετικά βαρύ. Υπάρχει όμως ακόμη ένα βασικό επιχείρημα που συνηγορεί υπέρ της παραμονής της χώρας στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ενωση: η έξωθεν πίεση για βελτίωση της κρατικής μηχανής, για εκσυγχρονισμό των θεσμών, για προστασία του περιβάλλοντος και γενικά για τη σύγκλιση των δομών με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Επομένως, αν μετά από 30 χρόνια στην Ευρωπαϊκή Ενωση και 10 χρόνια στην Ευρωζώνη η Ελλάδα παραμένει πρωταθλήτρια στη διαφθορά και στο ρουσφέτι, η διοίκησή της είναι ανύπαρκτη, η πολιτική της τάξη χαρακτηρίζεται από επαρχιωτισμό και συντεχνιασμό, ο επιχειρηματικός κόσμος είναι κρατικοδίαιτος σε μεγάλο ποσοστό και δεν μπορεί ούτε τα σκουπίδια της να διαχειριστεί, γιατί θα τα πάει καλύτερα και ξαφνικά θα βελτιωθούν όλα τα προηγούμενα, θα λειτουργήσουν οι θεσμοί, τα κόμματα θα αλλάξουν νοοτροπία, θα ανθήσουν οι βιομηχανίες και οι εξαγωγές, αν φύγει από την Ευρωζώνη; Γιατί δηλαδή θα μπορέσει να προκόψει η χώρα, όταν μάλιστα δεν θα μπορεί να βρει δανεικά και στήριξη από πουθενά; Επειδή είμαστε ωραίοι σαν Ελληνες;