1. Σαν τον Λέων Τολστόι είμαι κι εγώ ένας ευσεβής χριστιανός που στο εξωτερικό συχνά υπερασπίστηκα τη διδασκαλία του Χριστού και τον κώδικα ηθικής του που συμπερικλείεται στον Χρυσό Κανόνα – Μην κάνετε κάτι που δεν θέλετε οι άλλοι να κάνουν σε σας!
Αυτό δεν σημαίνει πως αποδέχομαι ανεπιφύλακτα τα διάφορα δόγματα, τις τελετουργίες και τις καταστάσεις που επικρατούν στη σύγχρονη Εκκλησία και τους αξιωματούχους της.
Όπως δεν δέχομαι τις ανοησίες που η δήθεν Δεξιά (=ΝΔ και ό,τι άλλο) προβάλλει ως «φιλελευθερισμό» ενώ πρόκειται για έναν παράλογο, σχεδόν σχιζοφρενικό νέο – συντηρητισμό σοσιαλδημοκρατικής κοπής.
Ο πολιτισμός ο ίδιος με άξονά του την Δικαιοσύνη ουδέποτε παρακμάζει. Μα οι πολίτες σίγουρα ξεπέφτουν σε αρετή, εσωτερική ενότητα και ηθική σταθερότητα. Έτσι ξεπέφτει το θρησκευτικό πνεύμα και η πολιτική πρακτική και κατά συνέπεια και ο «πολιτισμός», δηλαδή το επίπεδο καλλιέργειας και λογικής συμπεριφοράς που επιφέρουν αρμονία κι ευταξία στην κοινωνία.
2. Υπάρχει από πανάρχαιους χρόνους μια Παράδοση, όχι δίχως κάποια μεγάλα κενά χρονικής ασυνέχειας, που μιλάει ξεκάθαρα ή υπαινίσσεται με μισόλογα, μύθους, παραβολές και σύμβολα, για ένα υπερ–ανθρώπινο επίπεδο εμπειρίας, οντότητας και σοφίας, έναν φαινομενικά κλειστό και αόρατο κόσμο μέσα στον ίδιο τον άνθρωπο μα πολύ πιο πάνω από το συνηθισμένο, νορμάλ, καθημερινό επίπεδο που εμείς τώρα ξέρουμε.
Ακόμα και στην ιστορική μας εποχή έχουν υπάρξει μαρτυρίες για ανθρώπους με ανώτερες, υπερ–ανθρώπινες όπως φαίνονται, δυνάμεις. Οι πωρωμένοι υλιστές, ψυχαναλυτές, ακαδημαϊκοί και σκεπτικιστές διανοούμενοι, απορρίπτουν εύκολα και συνολικά όλες αυτές τις μαρτυρίες· συχνά μάλιστα τις αποδίδουν σε «νοητικές διαταραχές» παραγνωρίζοντας πως ίσως οι ίδιοι να πάσχουν, όπως συχνότατα φανερώνεται, από τέτοιες διαταραχές.
Οπωσδήποτε υπάρχει μια λογοτεχνία γεμάτη φαντασιώσεις για οράματα και θαύματα, για νεράιδες και ξωτικά, για τρίτα μάτια και αναβάσεις σε ανέμους, για μαγείες μαύρες ή λευκές κι εσωτερικές αλχημείες ή εξωτερικές τελετουργίες που μεταμορφώνουν σε αγίους και υπερανθρώπους.
Αυτά όλα τα απορρίπτω ως φαντασιώσεις, ονειροπολήσεις και διαταραχές.
3. Αλλά υπάρχει το φαινόμενο της τηλεπάθειας το οποίο δείχνει πως υπάρχουν δυνάμεις στον άνθρωπο που κάποτε παλαιότερα ήταν προσβάσιμες πιο εύκολα μα σήμερα έχουν ξεχαστεί και αγνοούνται.
Αντί για την ανάπτυξη αυτών των δυνάμεων, η σύγχρονη κουλτούρα (που ονομάζεται και πολιτισμός) ασχολείται με φαντασιακά υποκατάστατα στη φιλοσοφία και ψυχολογία, στην τέχνη, στην πολιτική, στη θρησκεία, στην επιστήμη.
Ακόμα και αποκρυφιστές, σαν τον P.D. Ouspensky που στα γραπτά του άσκησε οξεία κριτική σε τέτοια παραφιλολογία ή τον J. Evola που επιχείρησε να διαχωρίσει το γνήσιο από το νοθευμένο, ενδίδουν σε φαντασιακές προσεγγίσεις. Μα όλες αυτές είναι δυνάμεις παρακμής.
Τα κύρια χαρακτηριστικά της (μετα)μοντέρνας αυτής κουλτούρας είναι ο ατομικισμός, ο ουμανισμός και ο συναισθηματισμός, όλα φουσκωμένα με αυταπάτη και φαντασίωση.
4. Τι έγινε καθώς οι μπαφιασμένοι άνθρωποι έβγαιναν από τη «σκοτεινιά του Μεσαίωνα» με τις αυστηρές κάστες, τις δικτυόδεσμες δεισιδαιμονίες και τους ιπποτισμούς του;
Αναπτυσσόταν ο ατομικισμός που είναι το κέντρο μιας πελώριας αυταπάτης, πολύ μακριά από το αληθινό κέντρο και την πραγματικότητα του κόσμου. Το άτομο προβαλλόταν ως μια προσωπικότητα, ανεξάρτητη και αυτόβουλη, ενιαία και σταθερή, όπως του φαινόταν στην απίστευτη αυταπάτη του: ένιωθε μάλιστα (και νιώθει περισσότερο σήμερα) πως ενσαρκώνει το κέντρο και τη σπουδαιότητα του κόσμου, ενώ δεν είναι παρά ένας εγωισμός, πολύμορφος και ασταθής, εγκλωβισμένος σε ένα θνησιγενές σώμα, ένα πρόσωπο που και νοητικά και σαρκικά μεταβάλλεται ακατάπαυστα στο ευμετάβλητο, ιδιότροπο περιβάλλον ενός άγνωστου και απειλητικού σύμπαντος με γνώρισμα την αδιάφευκτη φθορά.
5. Φθορά είναι και η παρακμή, η ολίσθηση από την αλήθεια στην αυταπάτη.
Η αληθινή πνευματικότητα γλίστρησε σε έναν υλικό πνευματισμό και μια δογματική υλική μεταφυσική. Σχεδόν απαρχής ο παράδεισος και η κόλαση προβάλλονταν σε υλικές παραστάσεις με κήπους ευχαρίστησης και δεσμωτήρια βασανισμού. Κι ένα παρακλάδι της εξελίχθηκε στο φαινόμενο όπου εύπιστοι βλέπουν φαντάσματα κι επικοινωνούν με πνεύματα νεκρών.
Η αληθινή ιερότητα ευτελίστηκε σε έναν φαρισαϊκό ρόλο «σωτήρων» ψυχών και μεσαζόντων προς τον Θεό. Οπωσδήποτε υπήρξαν καλόβουλοι πνευματικοί εκκλησιαστικοί που βοήθησαν – και υπάρχουν και σήμερα και βοηθούν πιστούς. Μα είναι φανερό πως οι πλείστοι (και ιδίως όταν δέχονται «δωρεές» από τους θρησκόληπτους) δεν μπορούν να δώσουν καμιά βοήθεια – και ας προσεύχονται για θεραπείες ή για ευνοϊκές επιχειρηματικές εξελίξεις ή για εγκυμοσύνες και ότι άλλο τους ζητούν οι θρησκόληπτοι, ή δίνουν άφεση αμαρτιών.
Τα μυστήρια είναι θεωρητικές, μηχανικές τελετές που βασίζονται σε τυφλή πίστη και όχι πραγματική παρουσία δύναμης.
Και σε τι διαφέρουν οι «αιρέσεις» για τις οποίες τόσο κόπτονται οι «αληθινοί» χριστιανοί; Μόνο σε θεωρητικά δόγματα: αλλιώς η άγνοια και η ευπιστία είναι ίδιες σε όλες τις Εκκλησίες, σε όλες τις θρησκείες, σε όλες τις σέχτες.
6. Η σύνδεση με το ιερό, το υπερ-ανθρώπινο, το θείο, παλαιά γινόταν από ανθρώπους που είχαν εισέλθει στον αόρατο κόσμο και κατείχαν τις ανώτερες δυνάμεις. Μπορούσαν να μιλήσουν με αυθεντία μεταφέροντας τα μηνύματα του υπερ-ανθρώπινου επιπέδου και να ανακουφίσουν, να θεραπεύσουν, να καθοδηγήσουν άλλους.
Μα με την κάθοδο της Σιδερένιας Εποχής (kaliyuga, στη Βεδική Παράδοση), με την πλήρη στροφή στον υλικό κόσμο και την εξασθένιση της νόησης, μνημοσύνης, αξιολόγησης και διάκρισης και την εγκαθίδρυση του ατομικισμού η σύνδεση χάθηκε. Οι τίτλοι, τα τελετουργικά, οι μορφές και τα αξιώματα παρέμειναν, μα τώρα εκτελούνταν από ανθρώπους δίχως πραγματική δύναμη.
Γιαυτό η θρησκεία και η εκκλησία υποτάχθηκε στην πολιτική εξουσία.