1. Ο Πιερ Ζοζέφ Προυντόν (1809-1865) μετά το Περί Ιδιοκτησίας (1840) δημοσίευσε το Τι είναι Ιδιοκτησία; (Μεταφρ. Λε Σκόκκο, Εκδ. Αναγνωστίδη, δίχως έτος) στο οποίο επαναλαμβάνει όλα όσα έγραψε στο πρώτο και περισσότερες αναλύσεις καθώς και την ιδέα της αν-αρχίας (ή ελάχιστης διακυβέρνησης) για την οποία μένει γνωστός ως ο πρώτος αναρχικός.
Ο Μαρξ διάβασε αυτά τα έργα του Προυντόν, είχε αλληλογραφία μαζί του για αρκετά χρόνια, μα τον απέρριψε όταν ο Προυντόν υποστήριξε κάποιον αντίπαλο του Μαρξ, έγραψε πως δεν χρειαζόταν καμιά επανάσταση και πως ο κομουνισμός θα ήταν μια σκληρή σκλαβιά.
Ο Προυντόν είχε σοσιαλιστικές ιδέες, φυσικά, και πρέσβευε την ιδιοκτησία, μα όχι της γης. Αλλά εκτός από την κοινοκτημοσύνη (ή κοινωνικοποίηση) της γης απεχθανόταν οποιονδήποτε άλλο περιορισμό στην ελευθερία των πολιτών και την ισότητά τους. Με ισότητα εννοούσε ισότητα απέναντι στον Νόμο και στο καθήκον εργασίας (κανείς να μην έχει μη-δεδουλευμένο εισόδημα).
2. Σε αντίθεση με τους Αγγλοσάξονες (Βρετανία, Βόρειο Αμερική, Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία) που, γύρω στο 1800, είχαν διατυπώσει ξεκάθαρα τις αρχές της Πολιτικής Οικονομίας (Smith, Ricardo, Mill κλπ.), οι Ευρωπαίοι λοξοδρομούσαν σε ομιχλώδεις περιοχές. Ο Προυντόν επίσης χάθηκε στην ομίχλη, όπως ο Say πιο πριν και ο Μαρξ μετά από αυτόν. Και είναι παράξενο διότι πρώτα οι Γάλλοι «φυσιοκράτες», les économistes όπως λέγονταν, έκαναν τις ουσιαστικές αναλύσεις πάνω στις οποίες προχώρησαν οι Σμιθ, Ρικάρντο, Μιλ κλπ.
Σε αντίθεση με τον Μαρξ που θα τόνιζε την ολιγοπωλιακή φύση της ιδιοκτησίας και την αποκόμιση της προσόδου ως φόρο, ο Προυντόν τα αναφέρει αλλά δυστυχώς θολώνει τα νερά ονομάζοντας την πρόσοδο ‘ενοίκιο’ και συχνά ‘ξενοκληρία’ και καταργώντας την κυβέρνηση και κάθε φόρο!
Ο Προυντόν ορθά κατακρίνει φιλοσόφους και οικονομολόγους της εποχής του (όπως οι Say και Comte) για τις αντιφατικές και ομιχλώδεις σκέψεις τους, μα και ο ίδιος γλιστρά σε νεφελώδεις, ρομαντικές, αντιφατικές σκέψεις. Δεν θέλει κυβέρνηση μα θέλει ελευθερία, ισότητα και ασφάλεια. Πως στην ευχή θα διασφαλιστεί αυτή η ασφάλεια και ισότητα χωρίς κάποια μορφή, προστατευτικής εξουσίας που ευθύς γίνεται μορφή κυβέρνησης;
3. Την ισότητα του Προυντόν την περιέγραψα πιο πάνω στο §1. Η ιδέα της ασφάλειας (του σύνολου ανθρώπου και της κοινωνίας) δεν χρειάζεται άλλη εξήγηση. Η ελευθερία ορίζεται πιο επεξηγηματικά.
Ο ελεύθερος «απολαμβάνει τη χρήση της λογικής του και των ικανοτήτων του, ότι δεν είναι τυφλωμένος από το πάθος, ότι δεν εξαγνίζεται ή δεν καθοδηγείται από φόβο ή δεν απατιέται από λανθασμένες γνώμες». Κι εδώ φαίνεται κάποιος ουτοπικός ρομαντισμός, σε αντίθεση με τον πραγματισμό των Βρετανών. Διότι πρόκειται ουσιαστικά για τέλειους, ή τέλεια καλλιεργημένους, ανθρώπους, που δεν έχουν πάθη (προσκόλληση, φθόνο, μίσος κλπ.) και σφαλερές αντιλήψεις, αλλά παντογνωσία! Πού βρίσκονται τέτοιοι άνθρωποι; Ο ίδιος ξέρει πως δεν υπάρχουν στις μάζες.
Λίγο παρακάτω δηλώνει πως πολλοί στρατιώτες υπηρετούν από φόβο. Οι χωρικοί που μισθώνουν τη γη, οι επιχειρηματίες που δανείζονται, οι πολίτες που πληρώνουν διόδια, δασμούς και φόρους κλπ, κλπ, όλοι δεν δρουν ελεύθερα ούτε έξυπνα. Αλλού λέει πως δεν γνωρίζουν ούτε τα δικαιώματά τους ούτε το νόημα των συμβολαίων που συνάπτουν. Και συμπληρώνει: «Επειδή δεν είμαστε ούτε ελεύθεροι ούτε επαρκώς διαφωτισμένοι, δεχόμαστε αδιαμαρτύρητα να μας εξαπατούν». Οι άνθρωποι δέχονται να πληρώνουν καταπιεστικούς φόρους και «να σκανδαλίζονται από τερατώδεις ανισότητες».
Όντως, στην εποχή του μόνο λίγοι απολάμβαναν την ευεργεσία της παιδείας και ο ίδιος μοιάζει να νομίζει πως αν οι απαίδευτες μάζες μορφώνονταν τα πράγματα θα άλλαζαν. Όμως, όπως βλέπουμε, παρά την καθολική μόρφωση σήμερα, η κατάσταση δεν έχει αλλάξει καθόλου. Εξακολουθούμε να εξαπατώμεθα, να πληρώνουμε φοβερούς φόρους και να σκανδαλιζόμαστε από αδικίες, ανισότητες και δημόσια διαφθορά.
Δεν γράφει τίποτα για το πως θα αλλάξουν τα πράγματα, πως θα βελτιωθούν οι αγράμματες μάζες – και είμαι βέβαιος πως δε γνώριζε τίποτα για το θέμα. Οι διατυπώσεις του είναι περισσότερο ρομαντικές ευχές παρά σκέψεις ορθολογικές.
4. Κατακρίνει το κράτος γιατί επιτρέπει την ιδιοκτησία εδαφών και γιατί εφαρμόζει τον αναλογικό φόρο που επιφέρει μεγάλη αδικία καθώς ευνοεί τους πλούσιους και τους ιδιοκτήτες που έχουν εισοδήματα χωρίς να εργάζονται.
Με τον αναλογικό φόρο, γράφει (σ 61), το Κράτος γίνεται «ηγέτης συμμορίας… δίνει το παράδειγμα λεηλασίας με περιοδικούς εκβιασμούς πληρωμών… και πρέπει να συρθεί στον πάγκο των κακουργοδικείων»!
Το κράτος επίσης στηρίζει την ιδιοκτησία με το Αστικό Δίκαιο.
Έτσι δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί λοξοδρόμησε στον αναρχισμό ή αντιεξουσιασμό. Το Κράτος είχε γίνει ο μπαμπούλας, παρότι ο ίδιος είχε διαπιστώσει πως ο πραγματικός μπαμπούλας ήταν η άγνοια και η απληστία.