1. Στο προηγούμενο είδαμε πως ο κλασικός φιλελευθερισμός ξεκίνησε με τον John Lock τον 17ο αιώνα στη Βρετανία. Αυτός αναπτύχθηκε (με τη συνδρομή Γάλλων Φυσιοκρατών, 18ος αιώνας) στους επόμενους δυο αιώνες κλείνοντας με τον Α. Marshall γύρω στο 1910.
Ο Adam Smith προσδιόρισε τις λειτουργίες της φιλελεύθερης κυβέρνησης σε τρία καθήκοντα: α) Προστασία της κοινωνίας από εσωτερικούς κι εξωτερικούς εχθρούς. β) Προστασία πολιτών από αδικία και καταπίεση (ανεξάρτητη Δικαιοσύνη). γ) Ίδρυση και συντήρηση δημοσίων έργων και οργανισμών που δεν μπορούν άτομα να αναλάβουν.
Έδειξα επίσης πως ο φιλελευθερισμός ορίζει την εργασία ως μόνο δημιουργό περιουσίας με δυο παραπομπές στους Locke (Α 17) και Mill (Α19). Όπως το διατύπωσε ο Μιλλ, κάθε άτομο έχει αποκλειστικό δικαίωμα (και κτήση) για ό,τι παράγει με δική του προσπάθεια.
Το φιλελεύθερο αίσθημα Δικαίου απαιτούσε όμως επίσης να “μένει αρκετό κι εξίσου καλής ποιότητας για τους άλλους” στη διατύπωση του Λοκ. Στους πολιτικούς γενικά αυτό το αίσθημα ακεραιότητας, που διατύπωναν οι στοχαστές, τόσο καθαρά, υποχωρούσε για χάρη άλλων κριτηρίων και συμφερόντων.
2. Οι φιλελεύθεροι στοχαστές αναζήτησαν τη λύση αυτών των προβλημάτων δικαίου στη φορολογία.
Αφενός το προϊόν της εργασίας πρέπει να μένει άθικτο στην κτήση του παραγωγού, αφετέρου η κυβέρνηση έχει δαπανηρές κάποτε λειτουργίες και χρειάζεται κάποια έσοδα για τις δαπάνες της. Πώς θα συμβιβασθούν αυτά;
Μετά, δεν είναι όλα τα εδάφη εξίσου εύφορα, δεν είναι όλες οι τοποθεσίες κεντρικές κι εξίσου προσοδοφόρες. Πώς θα μπορούν όλοι να έχουν εδάφη, τοποθεσίες “εξίσου καλής ποιότητας”;
Με την ορθή φορολογία, ή για την ακρίβεια, με ορθή άντληση πόρων από την παραγωγή, μια φιλελεύθερη κυβέρνηση λύνει και τα δύο προβλήματα.
3. Οι φιλελεύθεροι στοχαστές παρατηρούσαν και ανέλυαν τη φυσική τάξη των πραγμάτων στο σύνολο της σε αντίθεση με άλλους που επιδίωκαν δικά τους ή ξένα συμφέροντα ή δεν εξέταζαν ορθολογικά όλα τα διαθέσιμα δεδομένα. Έτσι έβλεπαν πως και στην κοινωνία η οικονομία είχε ευταξία και λειτουργία με φυσικούς νόμους.
Νωρίς διέκριναν πως η παραγωγή όλη, κάθε αγαθό και υπηρεσία, οφειλόταν σε, και ήταν ένα κράμα από, δύο στοιχεία: την ανθρώπινη εργασία και τους πόρους του σύμπαντος στο γήινο περιβάλλον. Η αξία της γης οριζόταν από την ευφορία της και αυτή ήταν δώρο της φύσης Αλλά και το έδαφος και το προϊόν (σιτάρι, πατάτα, μέταλλο, κάρβουνο κλπ) είχε πρόσθετη αξία επειδή το επιθυμούσαν άλλοι άνθρωποι επίσης: υπήρχε ουσιαστική ζήτηση. Έτσι και η κοινωνία συμμετείχε.
Όταν μάλιστα η πόλη αναπτύχθηκε σε μεγάλη αγορά, τότε δεν ήταν η ευφορία του εδάφους που έδινε αξία, αλλά η τοποθεσία και η ζήτησή της.
Εδώ υπεισέρχεται η συνεισφορά των Φυσιοκρατών που ήταν Γάλλοι αριστοκράτες κι επηρέασαν τον Ανταμ Σμιθ και Αμερικανούς στοχαστές. Αυτοί έβλεπαν πως τελικά οι φόροι όλοι και τα κόστη βγαίνουν από πρόσοδο, το μέρος εκείνο της σύνολης παραγωγής που είναι υπεράνω των λιγότερο αποδοτικών τοποθεσιών, ή εκείνο που έμενε με τον γαιοκτήμονα. Επομένως αυτό θα δινόταν στην κυβέρνηση ως φόρος. Ο όρος ήταν l’ impôt unique ‘μοναδικός φόρος’ (ή ετυμολογικά “μοναδική επιβολή”).
Οι Quesnais, Turgot, de Nemours, οι πιο διάσημοι, τόνισαν πως οποιοσδήποτε άλλος φόρος ήταν αποτρεπτικός για την εργασία, πως αν το κράτος ήθελε περισσότερα έσοδα τότε έπρεπε να περικόψει τις δαπάνες και πως μόνο η πρόσοδος ήταν η φυσική πηγή κρατικών εσόδων.
4. Ο Σμιθ είχε στενή και μακρόχρονη επαφή με τους Φυσιοκράτες. Στο έργο του Πλούτος των Εθνών αναφέρεται σε αυτούς και στο δεύτερο βιβλίο προτείνει όμοιο φόρο.
Στο πέμπτο βιβλίο (2.2) όμως, ο Σμιθ δίνει τέσσερις κανόνες για φορολογία: α) Οι πολίτες συνεισφέρουν ανάλογα με τα εισοδήματά τους. β) Οι φόροι να είναι καθορισμένοι και όχι αυθαίρετοι. γ) Οι φόροι να εισπράττονται σε καιρό και με τρόπο ευκολότερο για τον φορολογούμενο. δ) Τα έξοδα συγκομιδής να είναι λιγότερα από τις εισπράξεις. (Σήμερα βέβαια, και ιδίως στην Ελλάδα το αλαλούμ των φοροεπιδρομών ελάχιστη σχέση έχει με τον “πατέρα της Οικονομολογίας”).
Αλλά νωρίτερα ο Σμιθ έγραφε: “Η γεωπρόσοδος … είναι ένα είδος εισοδήματος που ο ιδιοκτήτης… απολαμβάνει χωρίς καμιά φροντίδα… Ακόμα και όταν μέρος αυτού του εισοδήματος αφαιρεθεί [ως φόρος] δεν θα προκύψει καμιά αποθάρρυνση της παραγωγικής προσπάθειας… Επομένως η γεωπρόσοδος είναι το είδος εισοδήματος που μπορεί καλύτερα να υποστεί την επιβολή ενός ιδιαίτερου φόρου .”
Όλοι οι φιλελεύθεροι στοχαστές μετά τον Σμιθ στη Βρετανία και στην Αμερική (ο Tom Paine, Βρετανός που ζούσε εξόριστος εκεί) προωθούσαν τον φόρο επί της προσόδου, με αποκορύφωση τον Henry George που, όπως οι Φυσιοκράτες, ήθελε “μοναδικό φόρο” και κατάργηση όλων των άλλων φόρων.
5. Εδώ επαναλαμβάνω πως η συγκομιδή της προσόδου δεν είναι καθόλου σαν τους αυθαίρετους φόρους που επιβάλλονται συνεχώς. Η πρόσοδος είναι η συνεισφορά της κοινωνίας στην παραγωγή και συνεπώς η φυσική αμοιβή της Πολιτείας.
Αλλά στα τέλη του 18ου αιώνα, η Βρετανική κυβέρνηση πρώτα έχασε τις αποικίες της στην Αμερική, οι οποίες έγιναν οι Ηνωμένες Πολιτείες και μετά έμπλεξε στον πόλεμο με τη Γαλλία του Ναπολέοντα. Χρειαζόταν επομένως πολλά χρήματα. ΄Έτσι ο τοτινός πρωθυπουργός Πιττ επέβαλε διάφορους φόρους (εισοδήματος, για πρώτη φορά, παραθύρων(!), εισαγωγών κλπ.). Η πρόσοδος ξεχάστηκε κι επικράτησε η τωρινή αναλογική φορολογία την οποία έφερε στην Ελλάδα ο Καποδίστριας το 1829.
Αλλά και γύρω στο 1910 ο Alfred Marshall στο Κέιμπριτζ Αγγλίας έγραφε και μιλούσε για τη Γεωφορολόγηση.
Θα πρέπει κάποτε να ιστορίσω την ανάπτυξη του κλασικού φιλελευθερισμού, σε αντιπαράθεση με τις σύγχρονες σαχλαμάρες.