1. Ήμουν στην οδοντίατρο μου τις προάλλες, αναπαυτικά στην πολυθρόνα, με ανοικτό στόμα και κλειστά μάτια.
Άκουα τη φωνή της. Μετά ένιωσα μια σειρά από τσιμπήματα στο ούλο και την εισροή του τοπικού αναισθητικού με την πικρή γεύση. Μετά ήρθε το μούδιασμα.
Το μισοξαπλωμένο σώμα ήταν χαλαρό, καθώς τα εργαλεία έκαναν τη δουλειά τους στα δόντια. Το ένιωθα να υπάρχει μόνο όπου υπήρχε μια επαφή με άλλα υλικά – τα ρούχα, την πολυθρόνα, τα εργαλεία στο στόμα, τον αέρα. Αλλιώς, το σώμα ήταν σα να μην υπήρχε, παρά τον όγκο και το βάρος του.
Και σίγουρα δεν ήμουν αυτό το σώμα.
2. Υπήρχα ως γνώριμη ύπαρξη, όπως υπήρχα από μικρό παιδί όσο μπορώ να θυμηθώ. Αόριστο αίσθημα, άμορφο, μα γνώριμο και σίγουρο.
Ποιος είμαι πραγματικά;
Το ερώτημα έχει εγερθεί και στο παρελθόν, από την εφηβεία. Πολλοί άνθρωποι το ρωτάνε: Τι είμαι;… Ποιος/ποια είμαι;…
Εκτός από ρητορικές ερωτήσεις ή ερωτήσεις για πλάκα, οι άνθρωποι θέτουν ερωτήματα, γιατί δεν ξέρουν και θέλουν να μάθουν. Αυτό το ερώτημα αφορά την ταυτότητά μας, την αληθινή φύση μας.
Και είναι πολύ περίεργο να μη γνωρίζουμε τη φύση μας, τον εαυτό μας που είναι το πιο κοντινό μας ον!
Γνωρίζουμε τόσα πράγματα – περίπλοκα, ξένα, μακρινά και δυσπρόσιτα. Και όμως δεν γνωρίζουμε το πιο κοντινό και πιο οικείο ον, τον εαυτό μας!
3. Σίγουρα έχω ένα σώμα, ένα υλικό κορμί και το χρησιμοποιώ καθώς κινούμαι και δρω ποικιλότροπα στον υλικό κόσμο που το περιβάλλει. Μα είμαι αυτό το κορμί;
Σίγουρα έχω έναν νου, που είναι πολύ διαφορετικός από το υλικό σώμα, που αισθάνεται, σκέφτεται, συλλογιέται, ρωτά. Μα είμαι αυτός ο νους;
Σίγουρα έχω (συν)αισθήματα, συγκινήσεις, διαθέσεις, που εκφράζουν το πώς νιώθω τον εαυτό μου. Μα είμαι αυτά;
Σίγουρα έχω αυτή την ησυχία μέσα στην οποία γίνονται αυτοί οι στοχασμοί. Μα είμαι οι στοχασμοί αυτοί;
4. Πώς γίνονται οι στοχασμοί αυτοί; Δηλαδή, με ποιο μηχανισμό διατυπώνονται τώρα με τη σκόπιμη νοηματική ακολουθία και λογική τους;
Από πού έρχεται το ρεύμα ανεξέλεγκτων σκέψεων, άλλες ώρες, δημιουργώντας ονειροπολήσεις και φαντασιώσεις ή διαλόγους και δικαιολογίες; Και πού πάνε;
Από πού έρχεται η χαρά ή απογοήτευση, ο θυμός ή ενθουσιασμός;
Αυτά τα συναισθήματα διαρκούν όσο διαρκούν καθώς εγείρονται συνήθως με αφορμή κάποιο εξωτερικό γεγονός. Μα από πού προέρχονται και μετά πού πάνε;
Ναι, υπάρχει το λεγόμενο ‘υποσυνείδητο’. Μα αυτό ακούγεται σαν υπεκφυγή, ένας όρος που καλύπτει, δικαιολογεί και διαιωνίζει την άγνοια του νου και των λειτουργιών του.
5. Η οδοντιατρική εργασία τελείωσε. Το αναισθητικό υποχώρησε. Υπάρχει μούδιασμα και αόριστη αχνή ενόχληση που μετατρέπεται σε πόνο. Ένα παυσίπονο εξουδετερώνει τον πόνο που δηλώνει πως υπήρξε τραυματισμός και χρειάζεται χρόνο για θεραπεία.
Ο θεατής τα θεάται όλα αθέατος, αινιγματικός, αμίλητος, απροσδιόριστος…
Τι είμαι τελικά; Ποιος/ποια είμαι, τελικά;
Ρωτάμε ίσως. Μα θέλουμε πράγματι να μάθουμε; Θέλουμε πράγματι να ερευνήσουμε ως το τέλος;…