1. Όπως είδαμε, σε αυτή τη σειρά περί ταυτότητας του οποιουδήποτε ανθρώπου, έχουν διατυπωθεί από διάφορους «ειδικούς» (φιλόσοφους, ψυχολόγους, κλπ.) πολλές και παράξενες αντιλήψεις. Π.χ. γίνεσαι άντρας ή γυναίκα μέσω της «επιτελεστικής θεωρίας» (επιτελώ = εκτελώ, κάνω), δηλαδή ανάλογα με τις επαναλαμβανόμενες πράξεις που κάνεις εκφράζοντας και τονίζοντας ορισμένα γνωρίσματα, μετασχηματίζοντας άλλα και απορρίπτοντας τρίτα.
Η ουσία εδώ είναι η εκτέλεση δράσης και η επαναληπτικότητα.
Η θεωρία όμως παραγνωρίζει το απλό γεγονός πως πρώτα πρώτα είσαι άνθρωπος σωματικά και νοητικά και ξεχωρίζεις με τα γνωρίσματα του ανθρώπου από τον πίθηκο ή το πεύκο.
Μετά είσαι άντρας ή γυναίκα από τη γέννησή σου και ξεχωρίζεις πάλι με ορισμένα χαρακτηριστικά. Ο άντρας δεν μένει έγκυος, τουλάχιστον όσο γνωρίζουμε ως τώρα (Οκτώβριος 2017).
Αυτή είναι η βάση και πάνω σε αυτήν οικοδομείται ένας χαρακτήρας, μια προσωπικότητα.
2. Ψυχολόγοι λένε πως συχνά ορισμένοι άνθρωποι περνούν από μια συμφορά ή κάποια έντονη τραυματική εμπειρία και η «ταυτότητά» τους, ο «εαυτός» τους, η προσωπικότητά τους, γίνεται συντρίμμια. Μετά μπορεί να περάσει πολύς καιρός ωσότου η «ταυτότητά» τους κλπ, συγκροτηθεί πάλι έτσι όπως ήταν ή περίπου, με κάποιες διαφοροποιήσεις.
Η αλήθεια είναι ότι στην κοινωνική μας καθημερινότητα δεν μπορούμε να ζήσουμε άνετα δίχως αυτή την ταυτότητα που είναι η προσωπικότητα ή ο χαρακτήρας μας.
Μα είναι αυτή ο πραγματικός εαυτός μας, έστω κι αν χρησιμοποιούμε αυτή τη λέξη;
Οπωσδήποτε, οι πλείστοι άνθρωποι και «ειδικοί» έτσι νομίζουν.
3. Αλλά υπάρχει το στοιχείο της αστάθειας, της αντίφασης και του αγνώστου. Δηλαδή, αλλάζουμε συχνά και κάποτε αντιφατικά: π.χ. ανακαλύπτουμε ξαφνικά πως πάψαμε να αγαπάμε κάποιο πρόσωπο ή πράγμα και ίσως και να το μισούμε τώρα ενώ, κατά την αντίληψή μας, τίποτε άλλο δεν έχει αλλάξει στον χαρακτήρα μας. Ή ξαφνικά, για κάποιο λόγο, γινόμαστε σκληροί, επιθετικοί κι εκδικητικοί για λίγο διάστημα και μετά νοιώθουμε όπως προηγουμένως.
Επίσης, υπάρχουν πτυχές που φανερώνονται απότομα, για πρώτη φορά. Μετά, νιώθουμε πως υπάρχουν βάθη που δεν έχουμε εξερευνήσει, έστω κι αν νομίζουμε πως ξέρουμε τον «εαυτό» μας πολύ καλά.
Έτσι με όλες αυτές τις απόψεις, δεν είναι παράξενο που μερικοί θεωρητικοί λένε πως η «ταυτότητα» μετασχηματίζεται βαθμιαία ή δεν ολοκληρώνεται και τελικά «αποτυχαίνει» (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό).
4. Αυτά όλα όμως είναι παρατηρήσιμα φαινόμενα.
Δεν είναι μόνο πως υπάρχει μια ουσία, μια ύπαρξη, ένα υποκείμενο, που παθαίνει όλες αυτές τις μεταβολές. Στην παιδική ηλικία συμπεριφέρεται ως παιδί και αργότερα «ωριμάζει»: γίνεται αθλητής ή δικηγόρος ή σεφ και κάποτε οργίζεται, άλλοτε συμπονάει, κάποτε θλίβεται και άλλοτε ενθουσιάζεται, κάποτε λέει ψέματα και άλλοτε αποφασίζει σοβαρά πως δεν θα ξαναπεί ψέματα – ωσότου ξαναπεί ψέματα!
Μα όλες αυτές οι μεταβολές παρατηρούνται, είναι στην επίγνωσή μας. Ακόμα και τα πιο πειστικά φαντάσματά μας είναι στην επίγνωσή μας. Γνωρίζουμε ότι τα βλέπουμε.
Μερικοί λένε μάλιστα πως ακόμα κι όταν κοιμόμαστε βαθιά υπάρχει επίγνωση αλλά επειδή δεν υπάρχουν άλλες ενέργειες, δεν υπάρχει κάποιο ξεχωριστό αντικείμενο έντονα αισθητό όπως τα όνειρα, δεν έχουμε ανάμνηση του βαθύ ύπνου, αφού κάθε ανάμνηση είναι ανάμνηση κάποιου «αντικειμένου» – εικόνας, ιδέας, παράστασης, διάθεσης. Αλλά γνωρίζουμε πως κοιμηθήκαμε βαθιά χωρίς άλλη εμπειρία.
5. Τι είναι αυτό το πεδίο επίγνωσης, το οποίο θυμόμαστε να έχουμε από τα μικράτα μας και συνεχίζει έτσι που να γνωρίζουμε πάντα τι γίνεται;
Τι είναι εκείνο (ή εκείν-/ος/η) που έχει επίγνωση και παρατηρεί;
Ποιος έχει επίγνωση της χαράς και της θλίψης μας, των σκέψεων και διαθέσεών μας, των φόβων ή των φιλοδοξιών μας – και όλων των αλλαγών μας;
Ποιος είναι ο θεατής που έχει επίγνωση όλων αυτών των μεταβαλλόμενων καταστάσεων;
Αυτό είναι το κρίσιμο σημείο έρευνας και μόνο το ίδιο το άτομο, όχι άλλος, μπορεί να το κάνει για τον εαυτό του. Μόνο έτσι προσεγγίζεται το ουσιαστικό υποκείμενο, ο αληθινός εαυτός. Τα άλλα είναι εκδηλώσεις, ιδιότητες, προσθήκες, υπερεπιβολές που αλλάζουν.