1. Τι είναι τελικά γυναίκα, τι άνδρας; Πώς διαφέρουν;
Σήμερα εξετάζω την ταυτότητα της γυναίκας μετά από μερικές ταυτότητες θεσμών.
Είναι φανερό σε κάθε προσεκτικό παρατηρητή πως η γυναίκα διαφέρει από τον άντρα όχι μόνο σωματικά, μα και ψυχολογικά και λειτουργικά. (Μπορούμε να αγνοήσουμε τις αμελητέες περιπτώσεις αλλαγής φύλου.)
Αρχικά πρέπει να απορριφθούν οι θεωρίες που θέλουν τη γυναίκα (ή τον άντρα) να είναι υποκείμενο που αφομοιώνει πτυχές των άλλων κι έτσι μετασχηματίζεται έστω και μερικώς. Διότι πρέπει να υπάρχει κάτι που είναι ‘υποκείμενο’, που βλέπει/ακούει/συνδιαλέγεται με τους άλλους, ‘αφομοιώνει’ και ‘μετασχηματίζεται’. Διότι ακόμα και αν ο μετασχηματισμός είναι ολικός, το ‘κάτι’ πρέπει να προ-υπάρχει!
Τι είναι, λοιπόν, αυτό το κάτι, το ‘υποκείμενο’ που είναι γυναίκα;
2. Εξετάζω δυο σύγχρονες αντιλήψεις που έχουν ευρεία επίδραση. Και οι δύο προέρχονται από την Αμερική: η μια της Judith Butler και η άλλη της Nancy Armstrong.
3. Η Nancy Armstrong, φιλοσοφώντας ισχυρίζεται πως το ‘νεωτερικό άτομο’, που είναι κατά πρώτο και κύριο λόγο γυναίκα, το παρήγαγαν τα μυθιστορήματα και τα εγχειρίδια καλής συμπεριφοράς του 18ου αιώνα (Desire & Domestic Fiction, N.Y. Oxford, 1987). Αυτή η ‘νεωτερική γυναίκα’ έχει ταυτότητα και αξία που απορρέουν από συναισθήματα και προσωπικά γνωρίσματα μάλλον, παρά τη θέση της στην κοινωνική ιεραρχία. Τέτοια ταυτότητα (υπάρχουν, λέει, και άλλες, που δεν ενδιαφέρουν) κερδίζεται μέσω του έρωτα και ισχύει περισσότερο σε ιδιωτικό περιβάλλον παρά στην κοινωνία. Με άλλα λόγια, τον πραγματικό της εαυτό τον βρίσκει, ως γυναίκα, μέσα από τον έρωτα και τις σχέσεις της στο οικείο περιβάλλον – στενούς συγγενείς, φίλους και συναδέλφους. (Μετά τον 19ο αιώνα, η αντίληψη επεκτείνεται και στους άντρες!)
Αυτά όμως δεν ευσταθούν. Διότι έχουμε μαρτυρίες πως ο έρωτας λειτουργούσε καταλυτικά και σε αρχαιότερες εποχές τόσο για τον άντρα όσο και για τη γυναίκα. Έτσι αυτή η αντίληψη της N. Armstrong δεν μπορεί να θεωρηθεί έγκυρη: είναι μια ακόμα θεωρία ανάμεσα σε πολλές, που αγνοεί τα βασικότερα χαρακτηριστικά και προβάλλει επιπολαιότητες και ονειροπολήσεις.
4. Η Judith Butler προτείνει την ‘επιτελεστική θεωρία’ (Gender Trouble: Feminism & the Subversion of Identity, N.Y. Routledge 1990, και άλλα). Η γυναικεία ταυτότητα είναι, ισχυρίζεται η J. Butler, ένα πολιτισμικό και κοινωνικό παράγωγο: το φύλο δεν είναι κάτι που η γυναίκα είναι με ουσιαστικά χαρακτηριστικά, κοινά σ’ όλες ή τις πλείστες γυναίκες, βάση των οποίων οι γυναίκες έχουν κοινά συμφέροντα και στόχους. Η γυναικεία ταυτότητα παράγεται από πράξεις που η γυναίκα επιτελεί επαναληπτικά. (Ομοίως η ανδρική ταυτότητα!) Είναι, επιχειρηματολογεί η J. Butler, όπως μια υπόσχεση που δημιουργείται από την υπεσχημένη πράξη!
Οι αναγνώστες εύκολα εδώ αντιλαμβάνονται πως το κάρο τοποθετείται πριν από το άλογο έτσι που το ζώο σπρώχνει αντί να σέρνει. Διότι, όπως είναι πασίγνωστο, πολλές υποσχέσεις δίνονται μα δεν πραγματοποιούνται. Εν τούτοις την ώρα που εκφράζονται, είναι υποσχέσεις. Πολλές πράξεις πάλι γίνονται δίχως να έχει προϋπάρξει καμιά υπόσχεση. Η αναλογία δεν ευσταθεί.
Η γυναίκα είναι γυναίκα εν δυνάμει σε κάθε θηλυκό βρέφος, κάθε κορίτσι. Εκτός από τις λιγοστές περιπτώσεις αλλαγής φύλου. Η ανατομία είναι προφανής, όπως και ο συναισθηματισμός, η έλλειψη ρώμης σε σύγκριση με άντρες, το φούσκωμα του στήθους και ο κύκλος της περιόδου που αρχίζει στα 11-13 και η μητρότητα.
5. Είναι πολύ παράξενο που διανοούμενοι ασχολούνται με καινοφανείς θεωρίες για να δείξουν πρωτοτυπία στις νεωτερικές ή (μετα-)μοντέρνες τάσεις νομίζοντας πως προάγουν ή συμμετέχουν στην ‘πρόοδο’, ενώ αγνοούν τα πιο βασικά, οικουμενικά και για 5 χιλιετίες αναλλοίωτα γνωρίσματα.
Τα δισεκατομμύρια των γυναικών σε κάθε γνωστή εποχή της ιστορίας μας ήθελαν και θέλουν να κυοφορήσουν και να γίνουν μητέρες πολύ προτού ‘επιτελεσθεί επαναληπτικά’ η διαδικασία εγκυμοσύνης.
Και από όσο βλέπουμε αυτή είναι και η κυριότερη φυσική διαφορά ανάμεσα στα φύλα. Όλες οι άλλες διαφορές και ιδιαιτερότητες που επισημαίνουν και τονίζουν οι ποικίλες θεωρίες του μεταμοντερνισμού και του φεμινισμού είναι μάλλον άσχετες ή στην καλύτερη περίπτωση δευτερεύουσες.
Το ότι λίγες (ή πολλές) γυναίκες δεν θέλουν να γίνουν μητέρες είναι ένα γεγονός που διόλου δεν αλλάζει τη φυσική κατάσταση πως η γυναίκα μόνο κυοφορεί (ενώ τα στήθη της εκ φύσεως γεμίζουν με γάλα) και γίνεται μητέρα, όχι ο άντρας.
6. Αυτό με το οποίο θα έπρεπε να ασχοληθούν στα σοβαρά οι σύγχρονες φεμινίστριες είναι πώς τα κορίτσια πρέπει να εκπαιδεύονται ώστε, παράλληλα με ό,τι άλλο, να γίνουν άριστες μητέρες.
Αναγνωρίζοντας πως ίσως θα κατηγορηθώ ως σεξιστής (έχει ξαναγίνει), θα επιμείνω πως αυτή είναι η σπουδαιότερη λειτουργία της γυναίκας – η μητρότητα.