Μικρά παιδιά πιστεύαμε. Ή τουλάχιστον εγώ πίστευα τι έλεγαν οι μεγάλοι, κυρίως οι γυναίκες της οικογένειας, η μητέρα, η γιαγιά, οι θείες. Πίστευα τι έλεγαν οι παπάδες και οι καλόγεροι (όταν οι γυναίκες έτρεχαν στα μοναστήρια για να συμβουλευτούν “πνευματικούς”), πίστευα τον κατηχητή στο κατηχητικό και τους δασκάλους στα θρησκευτικά. Έτσι έγινα “πιστός”, όμως έμαθα πολύ καλά την Καινή Διαθήκη. Κι έτσι αργότερα ήταν εύκολο να δω τι ανοησίες είχαν εισχωρήσει στη νοοτροπία μου με μια θεολογία ηλιθίων.
Ο Άρης Σερβετάλης ακόμα και σε “ώριμη” ηλικία πιστεύει αυτές τις ανοησίες, εκτός κι αν τις βλέπει ως άριστο μέσο αυτοπροβολής για την υποκριτική του και διεύρυνσης της δημοσιότητάς του. Σε μια συνέντευξή του στην ΕΡΤ μετά την ιλαρή ταινία “Ο άνθρωπος του Θεού”, στην οποία ταινία υποδύθηκε τον Άγιο Νεκτάριο, δήλωσε γεμάτος επιφοίτηση ως “πιστός” όχι ως ηθοποιός:
“Ακόμη κι όταν δεν διώκεται ένας άνθρωπος, θα πρέπει, σε εισαγωγικά ‘να αυτοδιώκεται’… εφόσον ο θεάνθρωπος διώχθηκε… Η ορθοδοξία είναι σταυρο-αναστάσιμη. Επομένως μπαίνουμε σε αυτόν τον πόνο και διαμέσου του πόνου έρχεται η ανακαίνιση”!
Προφανώς “αυτοδιώκεται” με την παραίτησή του από το θεατρικό Ρινόκερος του Ιονέσκο, διότι θέλει το θέατρο (και την Τέχνη) να είναι για όλους, όχι μόνο τους ανεμβολίαστους. Και βρίσκει “πόνο” διαμέσου του οποίου θα έρθει “ανακαίνιση” στον καινούριο ντόρο που δημιουργήθηκε. Θα υπάρχει πόνος και στους ηθοποιούς που δεν θα συνεχίσουν με την παράσταση. Και ο υποκριτής “ρινόκερος” θέλει να υπάρξει εξάπλωση του “πόνου” μέσω της ευγενούς δράσης των ανεμβολίαστων που θα κολλούν οι ίδιοι μα θα κολλούν και τους εμβολιασμένους στο θέατρο όπου θα εισέρχονται για να θαυμάσουν τα επί σκηνής δρώμενα.
Αυτή είναι η σταυρο-αναστάσιμη χριστιανοσύνη – πάντα με κάποιας μορφής αζημίωτο. Σε αυτή την περίπτωση “φήμη” και βέβαια “σελέμπριτι” μιας ακόμα ελληνικότατης λόξας. Μα είναι η σκοταδιστική αμάθεια του θεατράνθρωπου υποκριτή που εντυπωσιάζει με το θράσος της.
Τι είναι αυτή η μανία με την αυτοδίωξη, αυτοσταύρωση και αυτομαστίγωση σε τόσους Χριστιανούς; Γιατί τόση μαυρίλα με τα ράσα και τα πένθη; Δεν φτάνουν τα βάσανα της καθημερινότητας; Οι κρατικές υπηρεσίες (δοκιμάστε να τηλεφωνήσετε στα ΕΛΤΑ-κούριερ!), η πανδημία, τα μποτιλιαρίσματα σε όλες τις οδικές αρτηρίες, η αύξηση στις τιμές καυσίμων, η αυξανόμενη μαγκιά της νέας γενιάς κλπ. κλπ.;
Ο Θεός μας αγαπά. Αναμφίβολα! Γι’ αυτό μας βασανίζει σε αυτή τη ζωή. Για να μας δοκιμάσει, λένε οι εκκλησιαστικοί. (Ίσως να μην είναι τόσο παντογνώστης και χρειάζεται κι αυτός να μάθει από άλλες πηγές, κυρίως άμεση εμπειρία!)
Ο Θεός είναι φιλεύσπλαχνος κι ελεήμων. Αναμφίβολα. Γι’ αυτό οι Εκκλησίες σκυλοτρώγονται μεταξύ τους δυο χιλιετίες και γιαυτό οι αμαρτωλοί πάνε στην κόλαση και βασανίζονται κι εκεί – μα εκεί αιωνίως, δίχως αναστολή, έλεος, συγχώρεση!
Αχ, ο κερατάς ο ρινόκερος – δεν μας τα λέει καλά!