Διάσπαρτος στην Κυριακάτικη Καθημερινή 19 Σεπτ. 2021, σε διάφορα άρθρα είναι ο υποκείμενος (όπως όταν λέμε υποκείμενα νοσήματα) αυτοθαυμασμός του Νεοέλληνα. Ο Τάκης Θεοδωρόπουλος για μια ακόμα φορά βογκάει με οδύνη για τον «ελληνικό πολιτισμό» που ενέπνευσε και αναγέννησε την Ευρώπη (στον Μεσαίωνα διάβαζαν Αριστοτέλη!), ο Πάσχος Μανδραβέλης αναφέρει την «υπέροχη γλώσσα μας», και ο Ανδρέας Δρυμιώτης φουσκώνει σαν γαλοπούλα με τον ελληνικό πατριωτισμό του Κυπρίου.
Κάθε άνθρωπος, υποθέτω, νοιώθει πατριωτισμό και υπερηφάνεια για την πατρίδα του κι ας είναι ένα κατσάβραχο μόνο κυκλωμένο από κύματα, ή μια έρημος με λίγα φοινικόδεντρα σε μια γωνιά. Ναι υπάρχει ένας πατριωτισμός, αγνός, και γενναιόδωρος που αγκαλιάζει μεγαλόψυχα ακόμα και ξένα, εχθρικά έθνη αναγνωρίζοντας πως υπερέχει το κοινό ουσιαστικό γνώρισμα της οικουμενικής ανθρώπινης ιδιότητας.
Μα υπάρχει και η εθνικοφροσύνη με την οποία κατηχηθήκαμε, γενιές και γενιές, επί δεκαετίες. Ένα παράξενο κράμα αλαζονείας και ανικανότητας που υπερηφανεύεται για τα επιτεύγματα των αρχαίων προγόνων του χωρίς να έχει συνεισφέρει το παραμικρό σε αυτήν την κληρονομιά.
Κι όπως έγραψε ο Λιβανέζος ποιητής Χαλίλ Γκιμπράν – «Να λυπάστε το έθνος που δεν υψώνει τη φωνή του παρά μόνο όταν βρίσκεται σε κηδεία, δεν υπερηφανεύεται παρά μόνο όταν βρίσκεται μέσα στα αρχαία μνημεία του» (Ο Κήπος του Προφήτη Μπουκουμάνη 1974).
Και ο σύγχρονος ελληνικός πολιτισμός; Ο Ζορμπάς του Καζαντζάκη με το συρτάκι του Θεοδωράκη. Μερικοί ξένοι, ναι, γνωρίζουν τον Σεφέρη και τον Ελύτη, έστω και αν ούτε ξένοι ούτε Έλληνες μπορούν να καταλάβουν ακριβώς τι λένε αυτοί οι σκοτεινοί στιχογράφοι με την αινιγματικότητά τους.
Βλέπουμε μια φάρα πολιτικάντηδων όλων των παρατάξεων να αγκομαχούν και να αλληλομάχονται για τους θώκους της εξουσίας με βροχή υποσχέσεων μα με κύριο σκοπό το κομματικό και προσωπικό συμφέρον. Ιεράρχες να φωνασκούν για την ιερότητα και ανωτερότητα τους επειδή κραδαίνουν έναν σταυρό ή ραντίζουν με λίγο νερό αγνοώντας επιδεικτικά τις απλές αρχές υγείας παιδιών κι ενηλίκων. Καθηγητές να αρνούνται να αξιολογηθούν για το έργο τους που συχνά είναι εντελώς ανύπαρκτο. Συνδικαλιστές να διαδηλώνουν και να εμποδίζουν χιλιάδες πολίτες στην νόμιμη μετακίνηση και συνάθροιση, παραλύοντας τη ζωή στο κέντρο των μεγαλουπόλεων.
Καλό είναι, λοιπόν, να βάλουμε αρκετό νερό στο κρασί της εθνικοφροσύνης μας. Λίγη σεμνότητα και ταπεινότητα μάλλον θα μας ωφελήσει.
Στο ίδιο φύλλο της ίδιας εφημερίδας ο Σάκης Μουμτζής εύστοχα επισημαίνει πως η κυβέρνηση δεν προωθεί πλέον το πρόγραμμα εμβολιασμού (για να μην αποξενώσει φίλιους ψηφοφόρους με τον καταναγκασμό) και οι ανεμβολίαστοι πεισματικά παραμένουν στο 43% του πληθυσμού. Αποτελούμε, γράφει, τους «βαλανιδοφάγους» του 21ου αιώνα. Ο Κώστας Καλλίτσης επικεντρώνεται στην οικονομία μα βρίσκει νωχελική την επίδοση μας και κάτω των περιστάσεων.
Υπάρχουν ελαφρυντικά, φυσικά, κι εξαιρέσεις, μα τείνω σε αυτήν την άποψη να συμφωνήσω με τον Μουμτζή και τον Καλλίτση.