Το νερό τείνει από μόνο του, από τις συνθήκες που επικρατούν στην επιφάνεια του πλανήτη, να βρει μια φυσική ισορροπία και αταραξία. Αν για κάποιον λόγο είναι ταραγμένη μια μάζα νερού σε μια λιμνούλα ή ένα ντεπόζιτο, ένας άνθρωπος δεν μπορεί να το γαληνέψει με τα χέρια του ή μια βέργα ή ένα φτυάρι ή οποιοδήποτε άλλο εργαλείο. Η επέμβασή του θα διατηρήσει την ταραχή, μπορεί και να την εντείνει αν είναι πιο βίαιη.
Αυτήν την αναλογία χρησιμοποιεί ο Ταοϊσμός από τα πρώτα-πρώτα κείμενά του, το Τάο Τε Τσινγκ του Λάο Τζου (ή Τσε). Την αναπτύσσει περισσότερο, μάλιστα, λέγοντας πως αν υπάρχουν λάσπες ή άλλες ουσίες, αν τα νερά αφεθούν στη φυσική τους ησυχία, το τρικύμισμα θα ηρεμήσει και οι ξένες ουσίες θα κατακαθίσουν στον πάτο και θα γίνει καθαρό, διαυγές. Επομένως, συνεχίζει, όσο πιο μικρή είναι η παρέμβαση του κυβερνήτη στα δημόσια πράγματα τόσο πιο φυσικά και αρμονικά θα κυλά η ζωή, δίχως προβλήματα, φασαρίες και συγκρούσεις.
Από την άποψη της αναλογίας είναι ορθό το σκεπτικό. Καλό είναι να αφήνουμε τη Φύση να κινείται (κάθε φυσική διαδικασία) με τους δικούς της ρυθμούς στις ποικιλόμορφες εκδηλώσεις της.
Αλλά αμέσως η ίδια η πραγματικότητα της Φύσης στον υλικό μας κόσμο διαψεύδει το σκεπτικό που είναι τόσο ορθό στην περίπτωση του νερού – και άλλων φαινομένων. Σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα δεν μπορούμε να επέμβουμε καθόλου όσο κι αν προσπαθήσουμε. Δεν μπορούμε να σταματήσουμε μια τρικυμία, έναν σεισμό, μια ανεμοθύελλα, έναν καύσωνα.
Αλλά μπορούμε να επέμβουμε και να βελτιώσουμε μια κατάσταση, να επιταχύνουμε ή να επιβραδύνουμε μια άλλη και να επισπεύσουμε μια σωτήρια θεραπεία, καλλιέργεια ή παραγωγή. Δεν χρειάζεται να περιμένουμε να βρέξει για να ποτίσουμε τα φυτά μας. Ούτε να περιμένουμε να ανοίξει μόνο του ένα χαντάκι δυο χιλιομέτρων από το ποτάμι για να μας φέρει νερό. Μπορούμε να μαζέψουμε βροχόνερο σε ένα μεγάλο ντεπόζιτο ή λάκκο ή να βάλουμε σωλήνες άρδευσης. Και αν σπάσω το πόδι μου, πιο γρήγορα και πιο καλά ένας ειδικός θα βάλει τα οστά στην ορθή θέση τους να δέσουν μέσα σε περιτύλιγμα γύψου – από το να περιμένω να φτιάξει μόνο του το σπασμένο κόκαλο, που μπορεί και να δέσει μόνο του μα σε λάθος θέση κι έτσι να έχω δυσκολίες και πόνους και να χρειαστεί να το σπάσει ξανά ο ειδικός για να το βάλει στην ορθή θέση.
Ο Ταοϊσμός όμως συνιστά την απραξία σε τρεις διαφορετικές συνθήκες ή απόψεις.
Πρώτα είναι η απραξία ως εσωτερική στάση και διάθεση. Να κάνεις και να πράττεις όσο θέλεις και με όση ενέργεια και ορμή θέλεις, μα εσωτερικά, στον νου σου, να είσαι αποσπασμένος, αταύτιστος και να μη νοιάζεσαι αν η δράση θα φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Αυτή είναι μια ψυχολογική κατάσταση άγνωστη για τους περισσότερους ανθρώπους. Τη διδάσκει και η Βεδική Παράδοση.
Η δεύτερη άποψη αναφέρεται στη μακρινή αρχαιότητα (τη Χρυσή Εποχή του Ησιόδου ή το Κρίτα-γιούγκα της Βεδικής Παράδοσης), οπόταν οι άνθρωποι κατείχαν πολύ μεγαλύτερες αρετές και ζούσαν σε πλήρη αρμονία με τη Φύση (τη ζέστη του ήλιου, τη δύναμη του αέρα, τον κύκλο των υδάτων, τα φυτά στην ποικιλία τους και τα ζώα). Σε μια περιγραφή ο άνθρωπος είχε τέτοια δύναμη που αρκεί να επιθυμούσε κάτι και η Φύση θα του το παρείχε! Ο άνθρωπος είχε αγνότητα, αμεσότητα και απλότητα. Μα κάποια ώρα οι γενικές συνθήκες άλλαξαν. Κάποιος, κάπου, κάποτε, ήθελε περισσότερο από ένα πράγμα και το κατακράτησε. Άλλος ήθελε κάτι διαφορετικό και το κατακράτησε. Άλλοι έκαναν το ίδιο και, φυσικά, κάποια ώρα η επιθυμία του ενός συγκρούστηκε με την επιθυμία άλλου. Έτσι άρχισαν οι μπελάδες που για τον ίδιο λόγο και με όμοιους τρόπους συνεχίζονται και στις μέρες μας.
Η τρίτη άποψη συστήνει απραξία εκτός από όταν και όπου χρειάζεται η αναγκαία δράση – να φας , να μετακινηθείς, να φτιάξεις ένα δοχείο, ένα ρούχο ή άλλο εργαλείο ή κάλυμμα. Αλλά να βεβαιώνεσαι πως είναι απαραίτητο και ο καιρός κατάλληλος, και το κυριότερο, πως δεν βλάπτεις άλλους!
Το κλειδί βρίσκεται στην αντιμετώπιση των επιθυμιών. Ας πάμε πίσω στο τέλος της “μακρινής αρχαιότητας” ή Χρυσής Εποχής και στη μετάβαση στη νέα ταραχώδη περίοδο. Οι άνθρωποι, οι κυβερνήτες, οι μορφωμένοι και ανθρωπιστές, οι σοφοί επίσης, έφτιαξαν νόμους και κανόνες καλής συμπεριφοράς για να μπορούν να συμβιώνουν σε κοινότητες οι άνθρωποι κι έτσι να αλληλοβοηθιούνται αφού η ίδια η Φύση μας έκανε κοινωνικά όντα που ευχαριστιούνται με τη συντροφιά των συνανθρώπων τους. Και καθώς οι μπελάδες, οι συγκρούσεις και φασαρίες αυξάνονταν, αυξήθηκαν και οι νόμοι και οι κανόνες.
Μα η πραγματική αιτία ήταν η επιθυμία που εγωιστικά ήθελε κάτι παραπάνω για τον εαυτό της. Σε αυτή τη κατεύθυνση έπρεπε να στραφούν οι προσπάθειες: όχι σε περισσότερους νόμους, κανόνες και απαγορεύσεις, μα σε μια Παιδεία και (επι)μόρφωση που θα βοηθούσε τους ανθρώπους σε κάθε Πολιτεία να συγκρατήσουν την εγωιστική επιθυμία!