Γράφω πάλι για τη ΔΕΗ με τις γνωστές και άγνωστες αμαρτίες της. Και φυσικά αναφέρομαι στο Διοικητικό της Συμβούλιο και τον αρμόδιο υπουργό της κυβέρνησης που διορίζει τη Διοίκηση.
Η αμαρτία είναι πλέον σύμφυτη με τη σερνάμενη ζωή αυτής της γιγάντιας ενεργειακής μονάδας. Αρρώστια χρόνια, αθεράπευτη, λόγω της αδιαφορίας της κάθε κυβέρνησης (ειδικά της τσιπρικής τσαπατσουλιάς) που θεωρεί όλες τις ΔΕΚΟ ευκαιρίες για ρουσφέτια και διορισμούς.
Δεν τα λέει αυτά η πικρόχολη μοχθηρία μου και η αχαλίνωτη απέχθειά μου προς κάθε άποψη του κουφιοκέφαλου κράτους που καταπιέζει τόσο κακόβουλα τους πολίτες του αντί να τους εμψυχώνει και να τους ανυψώνει. Για την ώρα είμαστε το χειρότερο στην ΕΕ.
Τα λέει μια πρόσφατη Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την οικονομία της Ελλάδας. Εξ ανάγκης εξετάζει και τον ενεργειακό τομέα και τη γιγάντια ΔΕΗ. Όλες οι δυσλειτουργίες της είναι παμπάλαιες.
Ένα πρώτο σημαντικό πρόβλημα είναι πως η Κυβερνητική πολιτική αποκλίνει μακριά από τον επιβεβλημένο στόχο ενεργειακής αποτελεσματικότητας: αντί να μειώνεται, η κατανάλωση ενέργειας αυξάνεται – όχι όμως και αντίστοιχη παραγωγή.
Και βέβαια κοστίζει ακριβά, ούτως ή άλλως, μα το κράτος αδιαφορεί αφού και οι πολίτες πληρώνουν (ή δεν πληρώνουν) και αδιαφορούν.
Η ενέργεια εξακολουθεί να παράγεται στο μεγαλύτερο ποσοστό της με λιγνίτη και άλλα ορυκτά καύσιμα που αναπόφευκτα επιβαρύνουν αυξητικά το περιβάλλον. Δεκαετίες τώρα, όλες οι κυβερνήσεις αδιαφόρησαν – όπως και οι συνδικαλιστές.
Τα νησιά ηλεκτροδοτούνται στην ίδια τιμή με τη Βόρεια Ελλάδα κι αυτό αποτελεί τρομακτικό κόστος (0,3% του ΑΕΠ, κατά την Έκθεση). Αυτό και άλλα προβλήματα οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην περιορισμένη διασύνδεση με τα ηλεκτροδοτικά συστήματα γειτόνων όπως η Βουλγαρία και Ιταλία.
Η Διοίκηση (και η κυβέρνηση που τη διόρισε) δεν ανησυχούν διόλου για το ότι πολλοί λογαριασμοί μένουν απλήρωτοι, εφόσον τα πολλά κορόιδα πληρώνουν τους δικούς τους κι εφόσον οι παχυλοί μισθοί των υπαλλήλων, οι συντάξεις αλλά και τα άλλα έξοδα της εταιρείας καλύπτονται από τα φορολογικά έσοδα.
Μέσω της Διοίκησης η ελληνική κυβέρνηση, μιμούμενη εδώ και δεκαετίες τα μοντέλα των Μπολσεβίκων της Σοβιετίας, πλήττει σχεδόν με σαδιστική ευχαρίστηση τους καλούς πελάτες και χαϊδεύει ανακουφιστικά τους κακούς.
Υπάρχουν καταναλωτές που δεν πληρώνουν διότι πράγματι δεν έχουν την ικανότητα έχοντας φτωχοποιηθεί στο έπακρον από την υπερφορολόγηση. Μα υπάρχει και μια μεγάλη πλειοψηφία που αποτελείται από επιχειρήσεις και άλλους καταναλωτές που κλέβουν ρεύμα, από συνεταιρισμούς κυρίως αγροτικούς, εθισμένους στη διαγραφή χρεών, οπορτουνιστές μπαταχτσήδες που ανοιγοκλείνουν διάφορα μαγαζιά, εστίασης, κόμμωσης και παρόμοια, βγάζουν μερικά κατοστάρικα και κλείνουν αφήνοντας λογαριασμούς ΔΕΗ (τηλεφώνου και νερού, ίσως κι ενοικίου) απλήρωτους.
Η Διοίκηση είχε καθιερώσει έκπτωση 15% για τους συνεπείς πελάτες που πλήρωναν έγκαιρα τον λογαριασμό κι έτσι τους κρατούσαν από ιδιώτες ανταγωνιστές που ήθελαν να τους ελκύσουν στο δικό τους δίκτυο. Αυτή η έκπτωση μειώνεται στις αρχές Απριλίου στο 10% – σε ανταμοιβή της συνέπειας κι εντιμότητας των καλοπληρωτών.
Επίσης όσοι έχουν την καλή θέληση να προπληρώνουν τον λογαριασμό τους θα ανακαλύψουν πως η πρόσθετη έκπτωση του 6% έχει μειωθεί στο 4% από 1η Απριλίου 2019!
Αντί να περικόψει διορισμούς και υπέρογκα μισθολογικά έξοδα, αντί να αυξήσει τα τιμολόγιά της όπου πρέπει, αντί να κυνηγήσει με αυστηρότητα τους επαγγελματίες κακοπληρωτές, η Διοίκηση τιμωρεί τους καλούς – και τους βιομήχανους που χρειάζονται υψηλής τάσης ρεύμα με αύξηση 10% στο κόστος ηλεκτρισμού ενώ η αύξηση του τιμαρίθμου γενικά είναι 0,6%.
Με αυξημένο κόστος παραγωγής πώς θα δείξει αναπτυξιακή τάση η βιομηχανική παραγωγή – με επεκτάσεις και νέες θέσεις εργασίας;
Μια ακόμα υψηλή τάση αυτοκαταστροφής!