Η φοροδιαφυγή ζει και βασιλεύει, επειδή και η κυβέρνηση το επιτρέπει και οι φορολογούμενοι ψηφο-φόροι το επιδιώκουν. Κάθε κυβέρνηση υπόσχεται ότι θα πατάξει τη φοροδιαφυγή.
Θα αφήσω πάλι μερικούς έγκριτους αρθρογράφους να εντοπίσουν τις πιο προφανείς ελλείψεις στη διακυβέρνηση της δύσμοιρης χώρας μας. Ο προβολέας πέφτει πάνω στην τωρινή κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη για δυο λόγους. Πρώτον, διότι είναι η τωρινή κυβέρνηση, και δεύτερον, διότι έχουν υποσχεθεί πολλές μεταρρυθμίσεις τις οποίες αποφεύγουν επιμελώς λόγω του φόβου του πολιτικού κόστους. Αυτό όμως δείχνει και ανεντιμότητα και δειλία.
Και αρχίζω με μια επισήμανση του Κώστα Καλλίτση (Καθημερινή 24/9).
“Θα είμαστε αμείλικτοι όταν παραβιάζεται ο νόμος εις βάρος του καταναλωτή,” δηλώνει ο αρμόδιος υπουργός Κ. Σκρέκας. Προς απόδειξη, επισείει “το πλαφόν στο περιθώριο κέρδους των επιχειρήσεων”. Η απόδειξη θα ήταν έγκυρη αν ίσχυε. Αλλά δεν ισχύει. Το πλαφόν ισχύει μόνο για το κέρδος του τελευταίου κρίκου της αλυσίδας, το λιανεμπόριο. Δεν ισχύει εκεί που πραγματικά διαμορφώνονται οι τιμές των τροφίμων ή και άλλων ειδών πρώτης ανάγκης, στο εισαγωγικό εμπόριο, στο χονδρεμπόριο και στη μεταποίηση – που έχουν (κακο)μάθει να δουλεύουν με υψηλά ποσοστά κέρδους, τα οποία δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στην Ευρώπη.
Αν ο πρωθυπουργός και τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου δεν γνωρίζουν αυτό το απλό γεγονός, τότε να δέσουν μια βαριά πέτρα στα πόδια τους και να πάνε να πέσουν στο πιο βαθύ μέρος του Αιγαίου!
Στις 30/9 η Δέσποινα Κόντη επισημαίνει πως μας λείπουν αξιόπιστοι θεσμοί:
Μεγάλες αδυναμίες εμφανίζει η Ελλάδα ως προς το ευρύτερο θεσμικό και ρυθμιστικό περιβάλλον (63η). Οπως προκύπτει από την έκθεση [του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας WIPO], η ποιότητα των ρυθμιστικών αρχών κινείται σε πολύ μέτρια επίπεδα, κατατάσσοντας τη χώρα μας στην 50ή θέση. Πολύ χαμηλά στην κατάταξη βρίσκεται επίσης σε ό,τι αφορά τη θέσπιση επαρκούς θεσμικού πλαισίου για την έναρξης δραστηριοποίησης των επιχειρήσεων (77η), ενώ ακόμη πιο χαμηλά κινούνται οι επιδόσεις της σε ό,τι αφορά τη συνεργασία σε επίπεδο έρευνας και ανάπτυξης μεταξύ πανεπιστημίων και βιομηχανίας (118η). Τόσο η πολυπλοκότητα και η απουσία ενός σταθερού ρυθμιστικού πλαισίου όσο και η αδυναμία διασύνδεσης του ακαδημαϊκού κλάδου με τη βιομηχανία, θέτουν σημαντικά εμπόδια στην περαιτέρω ανάπτυξη νέων ιδεών, νεοφυών επιχειρήσεων, ακόμη και στη διοχέτευση στην ελληνική αγορά επιπλέον καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού.
Άλλος αρθρογράφος στο ίδιο φύλλο –
Από το πολύ ενδιαφέρον χθεσινό ρεπορτάζ της Οικονομικής “Κ” (29/9/2023) φαίνεται ότι το μέσο νοικοκυριό ξόδεψε το 2021 κατά 25% περισσότερα χρήματα απ’ όσα δήλωσε στην εφορία. Κατά μέσον όρο μια οικογένεια ξόδευε τον μήνα 1.419 ευρώ, ενώ το εισόδημα που δήλωνε ήταν 1.062 ευρώ. Οχι, δεν ήταν χρήματα που έβαλε στον κουμπαρά την περίοδο του κορωνοϊού, γιατί οι καταθέσεις της χρονιάς ήταν αυξημένες. Ηταν αυτό που ξέρουμε. “Μαύρα” που κυκλοφορούν χωρίς αποδείξεις. Η φοροδιαφυγή ζει και βασιλεύει, επειδή και η κυβέρνηση το επιτρέπει και οι φορολογούμενοι ψηφο-φόροι το επιδιώκουν. Κάθε κυβέρνηση υπόσχεται ότι θα πατάξει τη φοροδιαφυγή. Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών έλεγε χθες (εκπομπή “Ημερολόγιο”, ραδιόφωνο ΣΚΑΪ, 29/9/2023) ότι θα ξεκινήσει άμεσα τη διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τα POS ώστε ό,τι πληρώνουμε με κάρτα να το μαθαίνει η εφορία. Η κυβέρνηση λέει το ίδιο, όμως, εδώ και τέσσερα χρόνια.
Τελειώνω με μια ακόμα επισήμανση του Κώστα Καλλίτση 1/10, που αφορά την αξιοποίηση του εργατικού δυναμικού των μεταναστών (περίπου 300.000) η οποία προτάθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο:
Η πρόταση φάνηκε ότι παίρνει τον δρόμο της για να μετουσιωθεί σε πολιτική. Αμ δε! Στάθηκε αρκετό να γκρινιάξουν λίγοι “αληθινοί Ελληνες” βουλευτές και υπουργοί, για να κάνει η κυβέρνηση του 41% απότομη αναδίπλωση. Μπήκαν στη ζυγαριά το συμφέρον της ελληνικής παραγωγής και οικονομίας από τη μία και το πολιτικό κόστος από την άλλη, και βάρυνε το δεύτερο. Μέχρι τις αυτοδιοικητικές εκλογές τουλάχιστον, δεν πρόκειται να γίνει τίποτα. Κι επειδή η μία υποχώρηση φέρνει την άλλη, είναι πολύ πιθανό ότι δεν θα γίνει τίποτα ούτε μετά από αυτές – άλλωστε έπειτα από έξι μήνες θα έχουμε άλλες εκλογές, για την Ευρωβουλή.
Υπάρχουν και άλλες επισημάνσεις μα παρουσιάσαμε αρκετές για να αντιληφθείτε το κακό χάλι μας.