1. Υπάρχουν τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων που έχουν υπνωτιστεί από τη μαγευτική δημιουργία και οι πολύ λίγοι που θέλουν να πάρουν εξιτήριο και να επιστρέψουν στην πηγή της. Είναι όλοι αυτοί που έκθαμβοι κοιτούν τα μαγικά θαύματα του ταχυδακτυλουργού και παρασύρονται και τα κυνηγούν, και οι άλλοι, οι λιγοστοί εκείνοι που δεν θαμπώνονται μα επικεντρώνονται να εξιχνιάσουν την τέχνη που τα παράγει.
Είναι πολλοί οι τρόποι που μας υπνωτίζει η Μεγάλη Πλανεύτρα, η Πλάση με την ποικιλομορφία ομορφιάς κι ευχαρίστησης που προσφέρει. Οι συχνότεροι είναι η ευχαρίστηση, η καλοπέραση και διασκέδαση αφενός και η άγνοια με τη μηχανική ρουτίνα της, αφετέρου, μια έντονη προσκόλληση στην ασφάλεια της καθημερινής επανάληψης.
Μα όλοι αυτοί φοβούνται το κενό. Όταν ταξιδεύεις με αεροπλάνο και το σκάφος περνά από “αναταράξεις”, κάποτε είναι σαν να πέφτει απότομα και νιώθεις σοκ και το στομάχι σου ανακατεύεται. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει όταν ταξιδεύεις στη θάλασσα με μικρό σκάφος κι έχει γερό κύμα και το σκάφος ανεβαίνει και μετά πέφτει απότομα.
Αυτά οι άνθρωποι τα ξεπερνούν σύντομα όταν ταξιδεύουν συχνά. Μερικοί μάλιστα το βρίσκουν διασκεδαστικό.
2. Υπάρχει όμως και το ψυχολογικό κενό που σε βρίσκει αναπάντεχα και δεν ξέρεις πώς να το διαχειριστείς. Π.χ. όταν βρεθείς ξαφνικά σε νέες συνθήκες με άγνωστο κόσμο που γνωρίζονται μεταξύ τους μα εσύ είσαι ξένο, σχεδόν παρείσακτο πρόσωπο. Ή κάτι γίνεται στην παρέα και ξαφνικά κάτι λέγεται κι εσύ νιώθεις να εκτίθεσαι.
Ανοίγει ένα κενό τότε στον νου (και συχνά χτυπά και στο στομάχι) και νιώθεις να χάνεται η γη κάτω από τα πόδια σου. Δεν ξέρεις τι να κάνεις.
Η κατάσταση είναι οπωσδήποτε δυσάρεστη. Μα δεν οφείλεται στο κενό. Οφείλεται στην ανασφάλεια και στον φόβο που νιώθει το “εγώ” μας, διότι βλέπει, αισθάνεται, πως η εικόνα που προβάλλει στους άλλους έχει στραπατσαριστεί ή ανατραπεί αμετάκλητα.
Το κενό καθαυτό είναι στιγμιαίο και γεμάτο δυναμικό. Μα εμείς δεν ξέρουμε πώς να το χειριστούμε: το εγώ αστραπιαία ξεχύνει ανασφάλεια με φόβο και μένουμε με τις δυσάρεστες συνέπειες της άγνοιάς μας.
Η αίσθηση του κενού διαρκεί κλάσμα δευτερολέπτου και συνδέεται με το συμπαντικό κενό – η σιγή του νου με τη σιγή του άπειρου διαστήματος.
Εδώ εννοώ το πεδίο του Μηδενικού Σημείου (ή zero point), όπως λέγεται στην Κβαντική θεώρηση, που δεν είναι ακριβώς “τίποτα” ή απόλυτα κενό, μα ένα πεδίο γεμάτο δυναμικό ενέργειας, το οποίο όμως δεν είναι αισθητό και παρατηρήσιμο εκτός μόνο όταν εγείρεται κάποια εκδήλωση.
3. Στην ψυχολογική εμπειρία μας βλέπουμε τη διαδικασία σε απλά γεγονότα έμπνευσης – στην ποίηση, μουσική, επινόηση κλπ. Ή όταν σε ταλαιπωρεί ένα πρόβλημα και, ξάφνου, μια λάμψη από το σκοτάδι και – να η λύση!
Μα πριν τη λύση, πριν το όμορφο δίστιχο ή την όμορφη μελωδία (ή ό,τι άλλο), υπάρχει το κενό, το άγνωστο. Έχει προηγηθεί λίγη ίσως ή πολλή ώρα σκέψης και προσπάθειας σε διαφορετικές κατευθύνσεις και σε υπολογισμούς. Μα ξαφνικά όλα έχουν σταματήσει και από το πουθενά, ή από το σκοτάδι, δηλαδή από το κενό, αναπηδά το ζητούμενο.
Τι είναι εκείνο το κενό; Τι περιέχει; Υπάρχει κάτι πέρα από εκείνο;…
Στην αρχαιότητα ο Λουκρήτιος (Titus Lucretius Carus) στο ποιητικό έργο του De rerum natura – Περί της Φύσης των Πραγμάτων (1.419-423) γράφει πως η φύση συνίσταται σε δυο πράγματα – “σώματα” (corpus ‘υλικό σώμα, πράγμα’) και “κενό” (inane ‘το άδειο’).
Νωρίτερα οι Έλληνες επίσης ασχολήθηκαν με το κενό, κυρίως οι ατομιστές Λεύκιππος και Δημόκριτος. Μα η συζήτηση, που συνεχίστηκε αιώνες ήταν μάλλον στείρα καθώς αφορούσε την αντίθεση μεταξύ του κενού ως όντος, ως ξεχωριστής οντότητας, και του κενού ως μη- όντος, δηλαδή τίποτα. Έτσι δεν ενδιαφέρει.
4. Στην Ανατολή, στην αρχαία Βεδική Παράδοση της Ινδίας, ένα μεταγενέστερο κείμενο, το Laksmī Tantra – Εσωτερική Διδασκαλία για τη θεά Λαξμί, λέει (8.5): Το Μπράχμαν που είναι ο Ναράγιανα, το Ένα Ον, είναι το Κενό, αγνό και αμόλυντο, και τα πάντα, οτιδήποτε φαίνεται ή ακούγεται ή μπορεί να νοηθεί, είναι εκείνο [το Απόλυτο Μπράχμαν] το Ένα Κενό ekaṃ śūnyam.
Στον Βουδισμό επίσης η “κενότης” śūnyatā είναι η πηγή από όπου προέρχονται τα πάντα, η πηγή, το κενό που είναι και η έσχατη Βούδα-φύση. Αυτή ήταν η κεντρική διδασκαλία της σχολής του Nāgārjuna (Mādhyamaka): είναι μεν κενότητα μα αυτή είναι πλήρης δυναμικού. Το κενό απαντάται και στον Ταοϊσμό στα κείμενα του Λάο Τζου, του Τζουάνγκ Τζου και άλλων: πχ. στο Τάο Τε Τσινγκ 5 – Κενός ο χώρος του Ουρανού μα δίνει ανεξάντλητα.
Σε ένα αρχαιότερο κείμενο, τα σχόλια του Gaudapada στη Māṇḍūkya Ουπανισάδα η λέξη “κενό” (ή ομώνυμο) δεν αναφέρεται μα η περιγραφή της έσχατης κατάστασης το υπονοεί (3.46). Όταν ο νους (citta) δεν κοιμάται ούτε κινείται πέρα δώθε, μα είναι εντελώς ακίνητος και δίχως μορφή γίνεται Brahman. Η φράση “δίχως μορφή” υπονοεί το άμορφο κενό πλήρες δυναμκού.
Σε μεταγενέστερα κείμενα λέγεται “το κενό Μπράχμαν” – śūnya-brahman, και śūnyātiśūnyam “το [Απόλυτο] Κενό πάνω από το [κανονικό] κενό “!
5. Μα είναι “η πηγή κάθε εκδήλωσης”, επομένως είναι πλήρες pūrṇam! Είναι η δυναμική, απερινόητη πληρότητα από την οποία εκπηγάζουν τα πάντα: ο κενός χώρος του Ουρανού που δίνει ανεξάντλητα.
Αν μπορούσαμε να βυθιστούμε ολοκληρωτικά σε κείνο το κενό!
Βλέπετε, στο βαθύ σκοτάδι, στο απύθμενο κενό του δίχως όνειρα ύπνου, ο οργανισμός μας αναπαύεται και αναζωογονείται: ξυπνάμε ανανεωμένοι γεμάτοι φρεσκάδα κι ενέργεια. Πώς θα ήταν να εμβαπτισθούμε στο κενό Απόλυτο που είναι η πηγή των πάντων; Γίνεται τέτοιο βάπτισμα;
Πώς μπορούμε να το προσεγγίσουμε –εκτός από τις εμπειρίες κενού που αναφέρθηκαν στις προηγούμενες παραγράφους, ή πέρα από τον βαθύ ύπνο;
6. Πολλές φορές βρισκόμαστε σε πρωτόγνωρες συνθήκες, σε άγνωστο μέρος, ανάμεσα σε άγνωστους ανθρώπους, και νιώθουμε αμήχανα, άβολα, μη ξέροντας τι να κάνουμε, πώς να φερθούμε. Τότε πάλι έχουμε μια εμπειρία (άβολη) του κενού.
Πρέπει να εξοικειωθούμε και να μάθουμε να μένουμε σε κείνο δίχως φόβο, δίχως την αγωνιώδη προσπάθεια να ξαναβρεθούμε στη βολή μας, εκεί που το “εγώ” μας νιώθει άνετα και φουσκώνει με αυτό-πεποίθηση κι έπαρση!
Μα πάλι εγείρεται το αμείλικτο ερώτημα – Πώς εξοικειωνόμαστε με μια ξαφνική αισθηματική διάθεση που είναι άβολη και τρομερά δυσάρεστη;
Για όποι-ον/-α έμαθε ποδήλατο στην εφηβεία του/της ήταν φοβερά άβολο και χρειάστηκε βοήθεια, ίσως από την αρχή – από πατέρα, αδελφό, φίλους. Για το βρέφος ή το μικρό παιδάκι το περπάτημα είναι άβολο και χρειάζεται τη μητέρα ή κάποιον έμπιστο συγγενή που θα το πιάνει καθώς πέφτει και θα το ορθώνει πάλι για νέα προσπάθεια ισορρόπησης. Λίγ-οι/-ες μαθαίνουν χωρίς να πέσουν (ως μικρά ή ως έφηβοι) και κανείς χωρίς κάποια βοήθεια!
Ας αναζητήσουμε τη βοήθεια να μάθουμε να μένουμε στο κενό που είναι πληρότητα και από όπου εκπηγάζουν τα πάντα!