1. Ήμουν στην Κρήτη πρόσφατα και φίλος αναρωτήθηκε για το θέμα όταν ανέφερα πως ένα αίτιο της σώρευσης δύναμης και πλούτου είναι οι τόκοι.
Στην πραγματικότητα το βασικό αίτιο της φτώχειας είναι ο ίδιος ο άνθρωπος με την υπερτροφική απληστία του, η οποία νάρκωσε και σχεδόν εξαφάνισε την αίσθηση δικαιοσύνης.
Υπάρχουν αρχαία κείμενα που δείχνουν πως στο μακρινό παρελθόν οι άνθρωποι διέπονταν από ισχυρότερη αίσθηση δικαίου και ίσως να μην υπήρχε τότε τόση εκμετάλλευση, φτώχεια και στέρηση όσο αυτή που βλέπουμε σήμερα ακόμα και σε προηγμένες “δημοκρατίες”. Αλλά, οπωσδήποτε, στη γνωστή μας ιστορική περίοδο, από το 3000 ΠΚΠ (=Προ της Κοινής Περιόδου, δηλ. π.Χ.) κι έπειτα δεν βρίσκουμε καμιά χώρα ή φυλή όπου να μην υπάρχει αυτή η διαίρεση σε πλούσιους και φτωχούς σε μια ή άλλη μορφή.
Σήμερα όλες οι προηγμένες χώρες, οι κοινωνίες της Δύσης, έχουν πολυσέλιδους τόμους νομοθεσίας που απαγορεύουν την κλοπή, εξαπάτηση κι εκμετάλλευση αλλά δεν μπορούν να εξαφανίσουν τη φτώχεια και στέρηση. Διότι δεν θέλουν να δουν πως βασικό αίτιο είναι η απληστία, που απλώθηκε και αφομοιώθηκε στη ψυχοσύνθεσή μας, αλλά λειτουργεί μέσω δύο εξωτερικών καναλιών στην κοινωνία τα οποία θεωρούνται φυσιολογικά και νόμιμα δικαιώματα: ιδιοκτησία γης και τοκογλυφία.
2. Είναι συζητήσιμο (και οι θεωρητικοί συζητούν έντονα αιώνες τώρα) κατά πόσο η αίσθηση δικαιοσύνης είναι στοιχείο έμφυτο στον άνθρωπο ή επίκτητο. Οι κλασικοί μας, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης, θεωρούσαν τη δικαιοσύνη έμφυτη αρετή όπως και τη φιλαλήθεια ή την επιθυμία για γνώση. Και τότε και σήμερα πολλοί το έχουν αμφισβητήσει. Αλλά, όπως κι αν έχει, η αίσθηση δικαιοσύνης μπορεί να αυξηθεί με κάποια εκπαίδευση και καλλιέργεια.
Αν η δικαιοσύνη μέσα στον άνθρωπο δεν είναι κυρίαρχη (μαζί με τη φιλαλήθεια και την αβλάβεια/συμπόνια) κι αν δεν υπάρχουν αρκετοί δίκαιοι πολίτες σε μια χώρα, είναι φανερό πως οι πιο επιτήδειοι, που αδιαφορούν για όλα εκτός από τη δική τους καλοπέραση, θα βρίσκουν τρόπους να εξασφαλίζουν για τον εαυτό τους και τους δικούς τους όσο το δυνατόν περισσότερο πλούτο. Σαν συνέπεια οι άλλοι θα είναι στερημένοι.
Αλλά ο καθαρά ψυχολογικός παράγοντας φαίνεται και στην ίδια τη νοημοσύνη την οποία ο επιτήδειος ή πανούργος θα χρησιμοποιήσει καταχρηστικά για ίδιον όφελος εξαπατώντας άλλους, προικισμένους με ασθενέστερο μυαλό.
Εξίσου αρνητική και αποφασιστική φαίνεται να είναι και η οκνηρία, σε αντίθεση με την εργατικότητα. Ένας ξυλουργός στο Παγκράτι, ας πούμε, που εργάζεται 10 ή και 12 ώρες και σε αργίες κλπ, οπωσδήποτε, ceteris paribus (= εφόσον οι άλλες απόψεις είναι ίδιες), θα έχει μεγαλύτερο πλούτο από κάποιον άλλο, στον Περισσό ας πούμε, που ακολουθεί το οκτάωρο του και όλες τις αργίες, απεργίες, διαδηλώσεις κλπ.
Η φτώχεια μπορεί κάλλιστα να είναι συνέπεια άρνησης να χρησιμοποιήσουμε τη νοημοσύνη μας πλήρως και εργατικότητας με τα όποια τελέντα μας (δηλαδή βλακεία και τεμπελιά).
3. Μετά τον ψυχολογικό παράγοντα (αίσθηση δικαιοσύνης, ευφυΐα, εργατικότητα και παρόμοια) το σπουδαιότερο αίτιο για τη διαίρεση πλούτος/φτώχεια είναι η ιδιοκτησία της γης.
Είναι απόλυτα φυσικό (και δίκαιο) κάθε άνθρωπος να έχει στην ιδιοκτησία του το προϊόν της εργασίας του, ή το αντίτιμό του σε χρήμα. Ο γεωργός παράγει σιτάρι, ας πούμε. Ένα μέρος το κρατά για τις ανάγκες της οικογένειας (ίσως και φίλων) και το υπόλοιπο το ανταλλάσσει με χρήματα. Μετά, με αυτά αποκτά άλλα επιθυμητά πράγματα: έπιπλα, ρούχα, σκεύη, οχήματα, σπίτι, αναψυχή, διακοπές, δίδακτρα για παιδιά, κλπ κλπ.
Αυτή η ιδέα της ιδιοκτησίας δυστυχώς πέρασε από επιτήδειους και συμπεριλαμβάνει τη γη, δηλαδή τη στέρεη επιφάνεια του πλανήτη. Έτσι η γη θεωρείται αγαθό προς ανταλλαγή όπως τα άλλα προϊόντα της παραγωγής – σιτηρά, ξυλεία, τούβλα, μέταλλα, λαχανικά, κάλτσες κλπ κλπ.
Αλλά η γη δεν είναι προϊόν εργασίας. Είναι βασικό στοιχείο, όπως ο αέρας, το νερό και το φως και κάθε άνθρωπος το χρειάζεται απόλυτα για την ύπαρξη του, όπως και τα άλλα στοιχεία. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να υπάρξουν στον κόσμο μας αν δεν έχουν κάπου να πατούν, να αναπαύονται και να εργάζονται. Αν κάποιος μπορούσε να ελέγξει τον αέρα, πλήρως, όλοι εμείς θα γινόμασταν σκλάβοι του. Το ίδιο σε κάπως μικρότερο βαθμό ισχύει και για τη γη.
Άνθρωποι χωρίς γη για κατοικία κι εργασία μειονεκτούν απέναντι σε γαιοκτήμονες. Οι πρώτοι πρέπει να πληρώσουν τους δεύτερους για να μπορούν να υπάρχουν και να εργάζονται. Οι δεύτεροι πλουτίζουν σε βάρος των πρώτων – χωρίς να εργάζονται.
Γι’ αυτό σε πολλές αρχαίες κοινότητες η γη εθεωρείτο κοινή ιδιοκτησία και όλοι οι πολίτες είχαν μόνο κατοχή, όχι ιδιοκτησία απόλυτη.
(Δυστυχώς η μειωμένη νοημοσύνη των μαζών επιτρέπει τη διαιώνιση αυτής της ανόητης διευθέτησης που ευνοεί τους γαιοκτήμονες και καταπιέζει τους ακτήμονες. Επίσης, αδυνατεί να κατανοήσει πως με τη Γεωφορολόγηση, δηλαδή τη φορολόγηση της αξίας της γης ή τοποθεσίας σκέτης, δίχως οποιαδήποτε εγγειοβελτιωτικά έργα, η αδικία διορθώνεται.)
4. Η τοκογλυφία είναι ο άλλος παράγοντας.
Στον πρωτοχριστιανισμό η αποκόμιση τόκου για δάνειο απαγορευόταν. Το ίδιο ίσχυε στην αρχαία περίοδο της Βεδικής Παράδοσης στην Ινδία. Και πρέπει να υποθέσουμε πως ο τόκος γεννήθηκε μόνο μετά την επινόηση του νομίσματος για γενική χρήση.
Θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο αν όχι αδύνατο να υπάρξει τόκος αν δεν υπήρχε χρήμα σε κυκλοφορία. Όταν οι άνθρωποι ζούσαν με ανταλλαγή προϊόντων (Χ ποσότητα πατάτες και κρεμμύδια με Χ ποσότητα αυγών, ας πούμε, ή μέλι) κι έπρεπε να δανειστούν σπόρους για σπορά ή σύνεργα για άλλες δουλειές ή κρέας και λαχανικά για τροφή, τι τόκο θα έδιναν;…
Αν δανειζόσουν ένα πιθάρι θα το επέστρεφες μαζί με ένα πιάτο;… Ή αν δανειζόσουν ένα δαμάλι θα το επέστρεφες με λίγες μπριζόλες;…
Ο τόκος επινοήθηκε πάλι από επιτήδειους όταν αγνοήθηκαν ιδιότητες όπως η αλληλεγγύη, το έλεος, η συμπόνια.
Σήμερα το επιτόκιο (ο τόκος που προκύπτει) θεωρείται εξασφάλιση για πληθωρισμό και κέρδος από την πώληση χρήματος. Αυτή είναι μια βολική θεωρία για όσους ελέγχουν το χρήμα (τράπεζες, χρηματοπιστωτικές εταιρείες κλπ), αλλά είναι αναληθής. Μπορεί κάλλιστα να υπάρχει δανεισμός χωρίς τόκο. Οι τράπεζες (όπως και το κράτος) μπορούν ευκολότατα να δημιουργούν πίστωση κι έτσι να δανείζουν άνετα με τόκο μόνο τα έξοδα της ίδιας της επιχείρησης – όχι τα ληστρικά επιτόκια για υπέρογκα κέρδη.
Οι τράπεζες ξεκίνησαν (στην Ιταλία κυρίως) ως φυλακτήρια καταθέσεων και εξελίχθηκαν σε όργανα που έδιναν πίστωση για την ανάπτυξη κι επέκταση διαφόρων επιχειρήσεων. Σήμερα λειτουργούν περισσότερο ως κερδοσκοπικές εταιρείες και όχι ως μοχλοί ανάπτυξης.
Το ίδιο ισχύει για τα χρηματιστήρια. Αυτά ξεκίνησαν (στη Βρετανία, Ολλανδία κλπ) ως όργανα που βοηθούσαν επιχειρηματίες να εκδώσουν μετοχές για να έχουν πρόσθετα αναγκαία χρήματα για ανάπτυξη κι επέκταση ή διαφοροποίηση παραγωγής. Σήμερα είναι κυρίως ιδρύματα για τζόγο και κερδοσκοπικά παιχνίδια (καθώς και χοντρές ή λεπτές απάτες).
5. Όλα αυτά χρειάζονται λεπτομερέστερη ανάλυση – ειδικά ο τοκισμός. Αλλά ας μείνουμε εδώ σήμερα. Αρκετά είπαμε ήδη.
Ο βασικός και κύριος παράγοντας για την ύπαρξη της φτώχειας δεν είναι το πολίτευμα, το οικονομικό σύστημα (καπιταλισμός, κομμουνισμός κλπ), ή διάφοροι νόμοι, θεσμοί και οργανισμοί στην κοινωνία – παρότι αυτά φαίνονται να την προκαλούν.
Όλα αυτά παράγονται από τη νοημοσύνη του ανθρώπου: είναι δευτερεύοντα φαινόμενα, προϊόντα της νοημοσύνης. Η Νοημοσύνη είναι η πρώτη αιτία. Γι’ αυτό έχει λεχθεί πως η μελέτη της Πολιτικής Οικονομίας είναι και “η Νοημοσύνη σε δράση”.
Αν οι άνθρωποι δεν θέλουν να είναι δίκαιοι αλλά θέλουν να υπερέχουν των άλλων σε πλούτο και δύναμη• αν δεν θέλουν να εργάζονται ορθά και θέλουν άλλοι να εργάζονται για τους ίδιους παρέχοντάς τους χλιδή και κραιπάλη, ή, από την άλλη, θέλουν να αργοσχολούν και να αρκούνται σε λιγοστά αγαθά χαμηλής ποιότητας• αν δεν θέλουν να ασκήσουν και να αναπτύξουν όσο γίνεται τη νοημοσύνη τους και αρκούνται σε ευχάριστη ονειροπόληση, χυδαία διασκέδαση κι εύκολα συνθήματα δημαγωγίας και λαϊκισμού: τότε δεν γίνεται να μην υπάρχει φτώχεια.
Η φτώχεια είναι πρώτιστα φτώχεια της νόησης και μετά υλικών πραγμάτων.