1. Στο πρόσφατο βιβλίο του The Predator Nation (NY 2012), ο πολιτικο-οικονομολόγος Charles Ferguson δηλώνει ξεκάθαρα: “ο χρηματοοικονομικός τομέας και άλλες πλούσιες ομάδες συμφερόντων διέφθειραν τον αμερικανικό ακαδημαϊκό κόσμο, αλλάζοντας τον ρόλο του από εκείνον της ανεξάρτητης ανάλυσης σε εκείνον ενός πρόσθετου όπλου του εταιρικού και χρηματοπιστωτικού λόμπι” (σ 40 στην ελληνόγλωσση έκδοση: Η Μεγάλη Κομπίνα Αθήνα, Ψυχογιός 2012). Στην ίδια σελίδα προσθέτει: “Παρά τις λαϊκίστικες εξαγγελίες τους, και τα δύο κόμματα [δηλ. Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι] εξαρτώνται από το χρήμα που εισπράττουν επειδή αυτά και μόνον αυτά ελέγχουν την πολιτική, και θα αντιστέκονταν και τα δύο λυσσαλέα σε οτιδήποτε εναντιωνόταν σε αυτή την κατάσταση.”
Ο Φέργκισον μιλά ουσιαστικά για την εκπόρνευση αυτής της ακαδημαϊκής “επιστήμης”, όπως θα δούμε από τις μαρτυρίες που παρουσιάζει. Η αποπλάνηση και διαφθορά είχε αρχίσει νωρίτερα στον 19ο αιώνα με μερικούς κλασικούς και νεοκλασικούς, όπως θα δείξω παρακάτω.
2. Στη London School of Economics του Λονδίνου (=Σχολή Οικονομικών Λονδίνου) φοίτησε ο Σαΐφ Καντάφι γιός και διάδοχος του τυράννου. Ο καθ Ντέιβιντ Χελντ ήταν ο επόπτης του Σαΐφ αλλά και μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Ιδρύματος Σαΐφ Καντάφι στη Λιβύη. Ο νεαρός πήρε το διδακτορικό του λίγο μετά την υπόσχεση του πατέρα Καντάφι να δωρίσει $ 2.5 εκμ στην LSE και αφού έκλεισε μαζί της ένα συμβόλαιο για την εκπαίδευση Λίβυων κρατικών αξιωματούχων. Τον Μάρτιο 2011 ο διευθυντής της LSE, Χάουαρντ Ντέιβις παραιτήθηκε επικαλούμενος “σφάλματα κρίσης”!
Αυτό το επεισόδιο ήταν ένα ωχρό δείγμα της βοήθειας που δεχόταν ο Καντάφι για να βελτιώσει το ίματζ του στις δημόσιες σχέσεις του, βοήθεια κυρίως από Αμερικανούς οικονομολόγους σε γνωστά πανεπιστήμια. Αλλά πριν πάμε στην Αμερική, ας ασχοληθούμε και με τον Anthony Giddens, καθηγητή του Κεϊμπριτζ και πρώην κοσμήτορα της LSE, ο οποίος έγραψε ένα άρθρο στην Guardian 9/3/07, ‘My chat with the Colonel’ (= Η κουβέντα μου με τον Συνταγματάρχη) όπου παρουσιάζει τον Καντάφι ως ανεκτικό και δημοφιλή!
Την ίδια εποχή ο Αμερικανός B.Barber από το Πανεπιστήμιο Rudgers περιέγραφε τον Καντάφι ως ευπροσάρμοστο και χαλαρό μονάρχη (‘Κaddafi’s Libya’ στην Washington Post 15/8/07)! Άλλος Αμερικανός οικονομολόγος, πρώην κοσμήτορας στη Σχολή Δημόσιας Διοίκησης του Χάρβαρντ, ο J.S.Nye, επίσης έγραφε κολακευτικά λόγια για τον Καντάφι (‘Tripoli Diarist’ στο New Republic 10/12/07). O Robert Putnam, επίσης από το Χάρβαρντ, επισκέφθηκε τον Λίβυο δικτάτορα για να τον βοηθήσει να βελτιώσει την εικόνα του διεθνώς. Και όλοι αυτοί πληρώνονταν αδρά για τις υπηρεσίες τους. Οι Nye και Putnam γνωστοποίησαν πως πληρώνονταν, οι άλλοι όμως όχι, και αρνήθηκαν να συζητήσουν τις αμοιβές τους!
Αυτή η συμπεριφορά έχει πρόσθετη δυσάρεστη άποψη. Υπό μια έννοια, αυτοί οι πανεπιστημιακοί διέπρατταν προδοσία αφού προωθούσαν τα συμφέροντα του Καντάφι που ήταν ενάντια στα συμφέροντα της Βρετανίας και της Αμερικής – εκτός κι αν όντως ο Καντάφι άλλαξε ριζικά.
3. Η εκπόρνευση των πανεπιστημιακών, χωρίς να εξυπηρετούν κατ’ανάγκη συμφέροντα ενάντια στη χώρα τους, έχει εξαπλωθεί σε πολλούς άλλους τομείς. “Μια πρόσφατη έρευνα της Γερουσίας,” γράφει ο Φέργκισον (σ 338-9), “κατέδειξε ότι η φαρμακοβιομηχανία Sanofi στρατολόγησε ιατρικές ομάδες και άτομα που είχε χρηματοδοτήσει για να τη βοηθήσουν να εμποδίσει τη χρήση γενοσήμων στη θέση του φαρμάκου της”.
Τώρα πλέον έχει γίνει κοινή πρακτική, ακόμα και σε κορυφαίες ιατρικές σχολές, να υπογράφουν καθηγητές ιατρικής το όνομα τους σε ερευνητικές μελέτες που είχαν συνταχθεί από φαρμακοβιομηχανίες.
Ιατρικές Σχολές γενικά, όπως ειδικά η Σχολή του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ, κατάφεραν να σταματήσουν αυτή την πρακτική και κορυφαία ιατρικά περιοδικά επίσης απαγορεύουν τέτοια πρακτική. Δυστυχώς δεν το έχουν κάνει πολλές άλλες Σχολές και μερικά περιοδικά.
Άλλες μελέτες δείχνουν πως ορισμένες κλινικές δοκιμές φαρμάκων, ακόμα και σε πανεπιστημιακά κέντρα, είναι πολύ πιθανότερο να δώσουν ευνοϊκά αποτελέσματα αν χρηματοδοτούνται από κάποια φαρμακοβιομηχανία (Φέργκισον, σ.338).
4. Πολλοί οικονομολόγοι με έδρα σε γνωστά Πανεπιστήμια κατέχουν επίσης υψηλά αξιώματα σε χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Έτσι, μέχρι το 2009, η Ρουθ Σίμονς, πρόεδρος του Παν. Brown, ήταν και στο διοικητικό συμβούλιο της Goldman Sachs. Την αντικατέστησε η Ντέμπορα Σπαρ μέχρι το 2012 που ήταν πρόεδρος του Κολλεγίου Barnard του Παν.Columbia. Η Κάρολ Κράιστ, πρόεδρος του κολλεγίου Smith ήταν στο διοικητικό συμβούλιο της Merill Lynch. Η Σούζαν Χόκφιλντ, πάλι, πρόεδρος του MIT, συμμετείχε στο διοικητικό συμβούλιο της General Electric, η οποία θεωρείται επιθετική βιομηχανική εταιρεία και χρησιμοποιεί κάθε νομικό και χρηματοπιστωτικό μηχανισμό για να αποφύγει φόρους (Φέργκισον, σ 368).
Αυτοί και άλλοι προσέρχονται ως μάρτυρες σε δίκες για να υποστηρίξουν μονοπωλιακές πολιτικές, παρέχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες κι εκφωνούν ομιλίες ή γράφουν άρθρα υπέρ εταιρειών πελατών τους. Από τον Φέργκισον αναφέρονται εμπεριστατωμένα οι Γκλεν Χάμπαρντ (κοσμήτορας της Σχολής Διοικήσεως Επιχειρήσεων του Columbia)̇• Λάρι Σάμερς (καθηγητής και κατόπιν πρόεδρος του Χάρβαρντ)̇• Φρέντερικ Μίσκιν (στη Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων του Columbia)• Λόρα Ντ’Αντρια Τάισον (κοσμήτορας της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων του Berkley)• Τζον Κάμπελ (πρόεδρος του τμήματος Οικονομικών του Harvard)• και άλλοι.
Για παράδειγμα, ο Hubbard δημοσίευσε (μαζί με τον W.C.Dudley) το άρθρο ‘How capital Markets enhance economic performance…’ (N.Y, Goldman Sachs Global Markets Institute, 2004) όπου, καθώς η φούσκα εξελισσόταν ραγδαία έγραφε: “Οι κεφαλαιαγορές βοήθησαν να μειωθεί η αστάθεια της ζήτησης … Οι περίοδοι ‘πιστωτικής ασφυξίας’ που διακόπτουν κατά καιρούς την παροχή κεφαλαίων για την αγορά κατοικιών… ανήκουν πια στο παρελθόν”. Σε λιγότερο από τρία χρόνια, η φούσκα έσκασε φέρνοντας μια πολύ πιο επώδυνη πιστωτική ασφυξία!
Ο Μίσκιν ανέλαβε να υποστηρίξει τη νεοσυντηρητική και διεφθαρμένη κυβέρνηση του Γκέιρ Χάαρντ στην Ισλανδία που ιδιωτικοποίησε τις τρεις μεγάλες τράπεζες της χώρας το 2001. Έτσι έγραφε το 2006 “Σε αντίθεση με την ανεπαρκή εποπτεία σε χώρες που έχουν αντιμετωπίσει οικονομική αστάθεια, οι εποπτικές αρχές της Ισλανδίας θεωρούνται έντιμες και ικανές. Οι δηλώσεις τους ότι το τραπεζικό σύστημα της χώρας είναι ασφαλές πρέπει να θεωρούνται ακριβείς” (βλ Φέργκισον σ 357 και 480). Και όμως αυτοί οι τραπεζίτες επιδόθηκαν σε ένα εγκληματικό όργιο σπατάλης, δανεισμού και προσωπικού πλουτισμού. Απέκτησαν ακριβές κατοικίες, γιωτ και ιδιωτικά τζετ, έχοντας δανειστεί $ 125 εκμ σε επτά έτη! Και οι “εποπτικές” αρχές της χώρας δεν έκαναν τίποτα.
5. Είναι πολλές άλλες περιπτώσεις πανεπιστημιακών που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους επί αδρών αμοιβών σε μονάδες χρηματοπιστωτικής κερδοσκοπίας. Ας πάρουμε ακόμα μια τελευταία, την περίπτωση του ίδιου του Άλαν Γκρίσπαν που αργότερα θα γινόταν ο διοικητής της FED (Federal Reserve = Ομοσπονδιακή Τράπεζα Αποθεμάτων).
Εκτός από κανονικές τράπεζες καταθέσεων υπήρχαν πολλές εταιρίες S&L (Savings and Loans = αποταμιευτικά και δανειοδοτικά ιδρύματα), που έδιναν μακροπρόθεσμα στεγαστικά δάνεια σταθερού επιτοκίου. Η διαφορά τους από τις άλλες τράπεζες είναι μάλλον τεχνητή. Στις αρχές της δεκαετίας 1980 oι καταθέτες άρχισαν να αποσύρουν τις καταθέσεις τους από τα S&L λόγω χαμηλών επιτοκίων και τα έβαζαν σε αμοιβαία κεφάλαια με υψηλότερες αποδόσεις. Συγχρόνως, η αξία των στεγαστικών δανείων των S&L που είχαν χαμηλά επιτόκια μειώθηκε δραστικά λόγω του πληθωρισμού και της ανόδου των επιτοκίων γενικότερα. Επειδή οι διοικητές των S&L είχαν καλές πολιτικές διασυνδέσεις και πίεζαν επιθετικά μέσω λόμπι και συνεισφορών στα κόμματα, πέτυχαν μεγάλο βαθμό απελευθέρωσης με νέες ρυθμίσεις νομοθετικές που επέτρεπαν τον αυτοδανεισμό και δανεισμό σε τρίτους με εγγύηση σχεδόν οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο καθώς και την πώληση πιστοποιητικών καταθέσεων με την εγγύηση του κράτους. Αυτές οι ρυθμίσεις ήταν ουσιαστικά άδεια κλοπής (Φέργκισον, σ 54) και πολλοί διοικητές των S&L επιδόθηκαν σε κλοπή!
Ένας από αυτούς ήταν ο Τσάρλς Κίτινγκ που διόγκωσε το ενεργητικό ενός S&L από $1.7 δις στα $10.2 δις ανεβάζοντάς το στα $20 δις, οπότε τελικά κατέρρευσε το 1985. Αλλά νωρίτερα προσέλαβε τον Γκρίνσπαν, που τότε ήταν απλός, ιδιώτης οικονομολόγος, έναντι $40.000, για να γράφει επιστολές και να κυκλοφορεί μαζί του στην Ουάσιγκτον και να επαινεί τον Κίτινγκ στις εποπτικές αρχές. Μετά την κατάρρευση του S&L, ο Κίτινγκ πήγε φυλακή. Τον Γκρίσπαν όμως τον κάλεσε κοντά του ο Ρέιγκαν και αργότερα τον διόρισε διοικητή της FED!
Ο Γκρίνσπαν πίεζε για κατάργηση όσο το δυνατόν περισσότερων ρυθμίσεων. Στα τέλη Σεπτεμβρίου 1998, το φαντ (=hedge fund) Long – Term Capital Management (=Μακροπρόθεσμη Διαχείριση Κεφαλαίων) το οποίο είχε ιδρύσει το 1993 ο Τζον Μεριγουέδερ με τη συνεταιρική βοήθεια των Μ. Σόουλς και Ρ. Μέρτον (που αργότερα θα έπαιρναν το Νόμπελ), κατέρρευσε, στη μέση της Ασιατικής κρίσης και της ρωσικής χρεοκοπίας, λόγω παραγώγων και μοχλευμένων στοιχημάτων κινδυνεύοντας με ζημιά $100 δις! Λίγες μέρες μόνο νωρίτερα 16/9/98 ο Γκρίνσπαν έλεγε πως οι τιμές της αγοράς θα εξασφαλίσουν “τη διατήρηση της ασφάλειας και της αξιοπιστίας” (Φέργκινσον, σ 74 και 466). Ο Γκρίνσπαν, παρά τις δήθεν “νεοφιλελεύθερες” απόψεις του ενάντια στην κρατική παρέμβαση, έσπευσε να διασώσει το φαντ με τη συμμετοχή της FED και άλλων 10 τραπεζών – και μετά συνέχισε να πιέζει για πλήρη κατάργηση των ρυθμίσεων στα παράγωγα!
Αυτό κι αν ήταν εκπόρνευση!
6. Δεν είναι καθόλου εύκολο να εντοπισθεί η απαρχή αυτής της αισχρής διαδικασίας. Αλλά μια μεγάλη απάτη έγινε από μερικούς Αμερικανούς νεοκλασικούς πανεπιστημιακούς, στη δεκαετία πριν και μετά το 1900.
Παραθέτω ένα απόσπασμα που συνοψίζει την όλη πλεκτάνη κι εκπόρνευση. Προέρχεται από το ‘The Conflict Theory of Distribution’ του S.N.Patten, τότε καθηγητή Οικονομολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνιας (Wharton School).
“ Τίποτε δεν ευχαριστεί έναν σοσιαλιστή ή οπαδό του Μοναδικού Φόρου τόσο όσο να παραθέτει αυθεντίες … για να αποδείξει την ιδέα του … Η οικονομική θεωρία πρέπει να ξαναδιατυπωθεί ώστε να στηρίζεται παντελώς σε νέα δεδομένα … πρέπει να απομονωθεί πληρέστερα από την Ιστορία, την Κοινωνιολογία και άλλες μελέτες. ”
Και το κατάφεραν μετατρέποντας τη γη από πρωταρχικό συντελεστή της παραγωγής σε κεφάλαιο που μπορεί να αγοραστεί και να πουληθεί.
Γύρω στο 1880 άρχισαν να ιδρύονται πολλά νέα Πανεπιστήμια με τμήματα Πολιτικής Οικονομίας και να χρηματοδοτούνται από πάμπλουτους, πανίσχυρους μεγαλογαιοκτήμονες. Το Wharton School πήρε το όνομά του από τον Wharton, που το χρηματοδοτούσε και είχε στην ιδιοκτησία του 400.000 στρέμματα!
Όποιος έχει την ευκαιρία, ας διαβάσει το Κοινωνία Δίχως Φόρους του Ν. Καζάνα (Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα 1996), ειδικά τις σελίδες 79-89 όπου ή όλη διαδικασία περιγράφεται γλαφυρά με πολλές λεπτομέρειες.