Έτσι ονόμασαν μερικοί συγγραφείς τη μεταπολεμική εποχή (ή τον Μεταμοντερνισμό ή Νεωτερικότητα) – Εποχή του Άγχους. Ξεκίνησε από ένα ποίημα του Βρετανού W.H. Auden Age of Anxiety (1947).
Για τον Auden, όπως και για πολλούς άλλους, η βασική αιτία για το άγχος και το στρες ήταν η κατάρρευση της θρησκευτικής αυθεντίας που έδινε μια τάξη και βεβαιότητα, ή, να το θέσω αλλιώς, η απομάκρυνση των ανθρώπων γενικά από τη θρησκεία και την παραδοσιακή ηθική.
Στο σύμπαν όπου ζούμε και όπου κυριαρχεί μια αδήριτη ροή αλλαγής, κάθε περίοδος είναι περίοδος μετάβασης μα κι ευκαιρίας για κέρδος: είτε για υλικό είτε για αυτογνωσία και βελτίωση.
Ναι, με τους πολέμους και τις επαναστάσεις ήρθε και η κατάρρευση παλαιών αξιών. Μαζί με αυτήν την κατάρρευση, μετά από τα εκατομμύρια των νεκρών στους δυο πολέμους και τις κτηνωδίες των Ναζί και πολλών μορφών Κομουνισμού, ήρθε και ο κατακερματισμός της κοινωνίας και της οικογένειας. Σαν συνέπεια η αίσθηση της μοναξιάς έγινε πολύ πιο κοινή κι έντονη. Και μαζί με αυτήν ήρθε μια ισχυρή αίσθηση έλλειψης νοήματος στη ζωή και σκοπού άλλου από την καλοπέραση. Συγχρόνως όμως φούντωσε η επιφανειακή διέγερση, η τεχνητά φουσκωμένη έξαψη, η διασκέδαση και τα ξεφαντώματα για μια επιδερμική ευχαρίστηση με την ελευθεριότητα στο σεξ.
Έτσι ξετυλιγόταν η ζωή με χίλια δυο τεχνητά ερεθίσματα από διαφημίσεις, παραστάσεις, θεάματα, με την επαναλαμβανόμενη αναπόληση του παρελθόντος και μια αμετακίνητη έγνοια για το μέλλον.
Αναπολούμε το παρελθόν είτε απολαμβάνοντας μόνο νοερά τις καλές ευτυχισμένες ώρες είτε διορθώνοντας μόνο νοερά τις δυσκολίες και τις ώρες δυστυχίας και αγχωνόμαστε για ένα επίφοβο μέλλον. Όμως αυτό σημαίνει πως ο νους παρασέρνεται στο ανύπαρκτo και χάνει το υπαρκτό ζωντανό παρόν. Η δυστυχία και η ευτυχία μας είναι περισσότερο φαντασιακές παρά υπαρκτές ή πραγματικές καθώς με αγωνία κυνηγούμε την επιτυχία.
Και όλοι ζητούμε ανακούφιση, ξελάφρωμα – για να ξεφύγουμε από την πίεση και την ανία. Ολοένα αυξανόμενος αριθμός στρέφεται στο αλκοόλ, στα ναρκωτικά και στο σεξ για να ξεχνά και να αποφεύγει την αγχωτική πραγματικότητα με το βάρος και τις τύψεις του παρελθόντος ή στην προσπάθεια να έχει ασφάλεια και σιγουριά για το μέλλον. Έτσι εδραιώνει κρατικό σχεδιασμό και πρόνοια, και προωθεί τη διαφήμιση που παραπλανά με υποσχέσεις πως θα επιτύχουμε στη ζωή και θα ευτυχήσουμε αν αγοράσουμε τα προϊόντα που πλασάρονται.
Μα κάτω από όλο αυτό το ψυχολογικό εποικοδόμημα υπάρχει μια θεμελιακή αδυναμία για λογική στόχαση, αξιολόγηση και διάκριση και μια εφιαλτική έλλειψη αυτοπεποίθησης.
Πολλοί σχετικά προσγειωμένοι συγγραφείς προτείνουν μια επιβράδυνση σε όλους τους ρυθμούς της καθημερινότητας και μια απλούστευση του τρόπου ζωής. Αυτή η επιβράδυνση και απλούστευση προϋποθέτει να εστιάζουμε λιγότερο στο τέρμα, που πάντα υπονοεί επιτυχία στο μέλλον το οποίο φαίνεται όμως να απομακρύνεται συνέχεια. Προϋποθέτει επίσης να εστιάζουμε στο παρόν, στο τωρινό στάδιο του ταξιδιού, ό,τι και όπως κι αν είναι αυτό. Αντί να προσπαθούμε συνεχώς να προοδεύουμε και να βελτιώνουμε (και να ελέγχουμε) τη Φύση, να προσαρμοστούμε στις συνθήκες που προσφέρει (με όσο το δυνατό λιγότερες βελτιώσεις) και να μάθουμε να τις απολαμβάνουμε.
Μερικοί, λίγοι, υποδείχνουν πως υπάρχει ένα σφάλμα σε αυτά όλα, που θεωρητικά είναι πολύ ορθά. Το σφάλμα είναι η παραγνώριση μιας άλλης, θεμελιακής και πολύ πρακτικής προϋπόθεσης. Χρειάζεται να μάθουμε να μειώνουμε τις επιθυμίες μας κι έτσι να ξεφεύγουμε από τις ισχυρές συνήθειες, και ως άτομα αλλά και ως κοινωνία. Διότι αν οι επιθυμίες τρέχουν αχαλίνωτα, μας παρασέρνουν στο ρεύμα τους μακριά από το παρόν.
Κι εδώ αναπόδραστα εγείρεται το ερώτημα – «Πώς μαθαίνεις να μειώνεις τις επιθυμίες σου και να λυτρώνεσαι από συνήθειες;»…
Πολλοί πάλι αναφέρουν ως αιτίες για το άγχος και το στρες τις απειλές ενός πυρηνικού πολέμου, της αυξανόμενης ρύπανσης, τώρα δε, μετά τον κορωνοϊό, την πιθανότητα μιας νέας χειρότερης πανδημίας.
Άλλοι όμως υποδείχνουν τον κίνδυνο μιας νέας και βαθύτερης ύφεσης και μεγαλύτερη αύξηση ανεργίας. Και η απειλή αυτή μοιάζει να τρομάζει τους ανθρώπους, ιδίως τους νέους, πολύ περισσότερο. Αυτός ο κίνδυνος είναι πολύ πιο άμεσος, πιο συνηθισμένος, πιο συχνός.
Εδώ τώρα εγείρονται δυο ερωτήματα καθώς μας πλήττει το άγχος φέρνοντας την ευκαιρία για ανασκόπηση και αυτό-εξέταση:
1) Γιατί να υπάρχει αυτός ο φόβος; Γιατί δεν φροντίζει το εκπαιδευτικό σύστημα να εκδιώξει τέτοιες φοβίες για μεγάλες συμφορές μα και για μικρές αναποδιές; Γιατί δεν γίνονται οι άνθρωποι εσωτερικά ισχυρότεροι; Πώς εκδηλώθηκε τόση αδυναμία, π.χ., στην Πανδημία;
2) Γιατί παρά τα 200 τόσα χρόνια της οικονομικής επιστήμης, τόσης έρευνας και μελέτης με τόσες στατιστικές, δεν έχουν βρεθεί και εξαλειφθεί τα αίτια των οικονομικών και κοινωνικών δυσχερειών που ταλαιπωρούν τους ανθρώπους σε όλη την ιστορική περίοδο;
Σίγουρα, η εποχή μας είναι μια Εποχή Άγχους. Πώς τη θεραπεύουμε; For often we have a breakdown before a breakthrough.
Μόνο αν κατανοήσουμε, λένε άλλοι, πως οι αιτίες για όλα είναι μέσα μας, όχι στους αστερισμούς των αστρολόγων ή στις κοινωνικές συνθήκες των κοινωνιολόγων ή στο σκοτεινό ασυνείδητο των ψυχαναλυτών. Μα στο ό,τι δεν εφαρμόζουμε στη ζωή αυτό που γνωρίζουμε να είναι ορθό.
Και όλοι/όλες γνωρίζουμε πως η αλήθεια είναι καλύτερη από το ψέμα· η καλοσύνη από την κακία· η δικαιοσύνη από την αδικία· η εντιμότητα από την εξαπάτηση· η ευγένεια από την αγένεια και τη μαγκιά· η γενναιοδωρία από τη τσιγγουνιά· η αλληλεγγύη και φροντίδα για τους άλλους από τον αλαζονικό, άπληστο εγωισμό.
Και το γνωρίζουμε γιατί είναι ακριβώς αυτό που θέλουμε για τον εαυτό μας από τους άλλους!
Πώς, λοιπόν, αδράχνουμε την ευκαιρία;