O Friedrich Nietzsche (1844-1900) ως σημαντικός Γερμανός φιλόλογος, ποιητής και φιλόσοφος, επηρεάστηκε από πολλούς (Σοπενχάουερ, Δαρβίνο, Έμερσον, Χέγκελ, Καντ κ.λπ. ως τους Προσωκρατικούς και κυρίως τον Ηράκλειτο). Σαν τον Ηράκλειτο είχε πιστεύω, στιγμές μεγάλης έκλαμψης μα και στιγμές σκοτεινότητας. Δυστυχώς πολλή σκοτεινότητα προστέθηκε από σχολιαστές ακαδημαϊκούς και μη. Κι ενώ ο ίδιος ήταν από νωρίς εχθρικός προς τον γερμανικό εθνικισμό και τον αντισημιτισμό οι Γερμανοί εθνικιστές πήραν μερικές ιδέες του όπως αυτή του Υπερανθρώπου (από το Also sprach Zarathustra – Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα, 1883-5) και τις χρησιμοποίησαν για τους δικούς τους αντίθετους σκοπούς. Τέτοιοι ήταν βέβαια οι Ναζί. Θεωρώντας τον εαυτό τους Άρειο υπεράνθρωπο, και όλη την Άρεια Φυλή, νόμιζαν πως ήταν υπεράνω του νόμου, της ηθικής και του απλού ανθρωπισμού.
Ο Νίτσε σε πολλά έργα του τόνισε την ηθική άποψη των κινήτρων του δράστη και την ηθική ευθύνη του. Το κύριο έργο του για αυτήν τη θεώρηση του είναι Zur Genealogie der Moral – Η γενεαλογία της Ηθικής 1887. “Ο δράστης”, γράφει, “είναι πλασματικός, μια προσθήκη στη δράση: η δράση είναι το παν”.
Αυτή η διατύπωση, κατά τους ακαδημαϊκούς, αντανακλά μια φράση του Γκαίτε στο έργο του Φάουστ (σκηνή 3), “Στην αρχή ήταν η Δράση/πράξη” που απηχεί την πασίγνωστη ρήση Εν αρχή ην ο Λόγος στο ξεκίνημα του Κατά Ιωάννη Ευαγγελίου. Ο Λόγος είναι κι αυτός μια δράση.
Ο Νίτσε θεωρεί πως η δράση των ανθρώπων, κάθε πράξη τους ή έργο, έχει ως αιτία ή κίνητρο επιθυμίες και ορμές, όχι ένα ενιαίο όν, έναν εαυτό ή μια ψυχή, που θέλει και κάνει την πράξη. Υπάρχουν εσωτερικές δυνάμεις ή ενέργειες (= ορμές, επιθυμίες, τάσεις) μα όχι ένα ενιαίο σταθερό όν.
Έτσι ο Νίτσε αποδομεί τη θρησκευτική/χριστιανική ηθική που, νομίζει, κρατά σκλάβο τον άνθρωπο. Στη Γενεαλογία της Ηθικής γράφει:
“Όπως ξεχωρίζουμε τον κεραυνό από την έκλαμψη της αστραπής παίρνοντας την έκλαμψη ως μια ενέργεια/δράση, έτσι ο κοινός κόσμος ξεχωρίζει την έκφραση σθένους από κάποιο ον που έχει σθένος και το εκφράζει ή αρνείται να το εκφράσει. Υπάρχει ο δυνατός και η έκφραση της δύναμης του δυνατού όπως το φαντάζονται οι κοινοί άνθρωποι. Δεν υπάρχει ον που κάνει, εκτελεί: ο δράστης είναι πλασματικός, μια φαντασιακή προσθήκη στη δράση.” (1:13.)
Από μια άποψη ο Νίτσε έχει απόλυτο δίκιο. Λίγη παρατήρηση δείχνει πως δεν υπάρχει ένα μόνιμο, ουσιαστικό, αναλλοίωτο “εγώ” ως δράστης. Υπάρχουν στην κοινή εμπειρία όλων μας επιθυμίες, ορμές, τάσεις που ενεργούν κι εκδηλώνονται ως πράξεις, έργα, αποφάσεις.
Μα ο Νίτσε αγνοεί πως πάντα υπάρχει ο αθέατος θεατής και η σταθερή θέαση, η επίμονη επίγνωσή του!