1. Πόσο ανόητος ήταν ο Λένιν, πόσο εμπαθής και σχιζοφρενικός σε αντιφάσεις, φαίνεται ξεκάθαρα από την έμμονη αντίληψη του (κληρονομιά από τον Ένγκελς και τη λούμπεν παράδοση των Ρώσων αναρχικών και τρομοκρατών, Νετσάεφ κλπ) πως η πολιτική ελευθερία στις πολιτισμένες δημοκρατίες αυξάνει την εκμετάλλευση των μαζών και είναι στην πράξη ένα μεγάλο ψέμα. Ενώ οι εργαζόμενοι απολάμβαναν πολύ μεγαλύτερους μισθούς και η οικονομία των χωρών εκείνων αναπτυσσόταν ραγδαία δίχως τις αγκυλώσεις και φοβερές υφέσεις της Σοβιετίας. Ενώ δεν έβλεπε πως ακόμα και με καταναγκασμό, καταπίεση και τρόμο, οι σκλαβωμένοι σοβιετικοί δεν μπορούσαν να παράγουν τα ζητούμενα.
Σε μια διάλεξή του στο πανεπιστήμιο Sverdlovsk (11/7/1919), “Το Κράτος”, δήλωσε αντικρούοντας τους φιλελεύθερους: “Καθόσον υπάρχει ιδιωτική περιουσία, το κράτος σας, ακόμα κι αν είναι μια δημοκρατία, δεν είναι παρά ένας μηχανισμός με τον οποίο οι καπιταλιστές καταπιέζουν τους εργάτες. Όσο πιο ελεύθερη η χώρα τόσο καθαρότερα εκδηλώνεται η καταπίεση”.
Έβριζε μάλιστα σκαιότατα τους φιλελεύθερους, δημοκράτες, σοσιαλιστές, καπιταλιστές, πλούσιους κλπ. ως εγκληματίες, ληστές, παράσιτα, γουρούνια, τρωκτικά κλπ. Αυτή η απλούστευση σε διχασμό πλούσιος-φτωχός, καλός-κακός, δεν ανήκει στον επιστημονικό δήθεν σοσιαλισμό ούτε σε υποτιθέμενο νομικό.
2. Ένας κύριος σκοπός του Λένιν ήταν, όπως έδειξα στα 2 προηγούμενα, η νομιμοποίηση της βίας και του ωμού τρόμου. Η νοοτροπία του ήταν εμποτισμένη όχι τόσο με τον κλασικό μαρξισμό του Πλεχάνοφ όσο με τις τρομοκρατικές μεθόδους των Ιακωβίνων της Γαλλικής Επανάστασης (1789), των νιχιλιστών Ρώσων Nechaev, Tkachev και άλλων και φυσικά του Γάλλου Blanqui.
Σε αντίθεση με τον Πλεχάνοφ που ακολουθούσε σχολαστικά τον Μαρξ και, κυρίως, με τον Κάουτσκι που ήθελε αυτονομία κι ελευθερία για όλους τους σοσιαλιστές στοχαστές οι οποίοι προσπαθούσαν να κατανοήσουν επιστημονικά τις αρχές της ιδεολογίας τους, ο Λένιν ήθελε βίαιο, επαναστατικό ακτιβισμό παντού με πειθαρχία και συγκεντρωτισμό. Δεχόταν πως η εργατική τάξη θα αποκτούσε συνείδηση της φύσης της και του ιστορικού (κατά τους Μαρξ-Ένγκελς) σκοπού της, μα ουσιαστικά ήθελε τον δικό του κοινωνικό μετασχηματισμό προς τον κομμουνισμό και τη δική του οργάνωση και συγκεντρωτική καθοδήγηση.
“Ο αγώνας μας… απαιτεί ειδικές δεξιότητες, απαιτεί επαγγελματίες επαναστάτες…” 10 με 12 πιο πεπειραμένοι επαναστάτες, “εκπαιδευμένοι επαγγελματικά όπως οι αστυνομικοί” θα πρέπει να διοικούν όλους τους τομείς και όλες τις δραστηριότητες του Κόμματος. Και τέτοια πρόσωπα (Τρότσκι, Ζινόβιεφ, Κάμινεφ, Μπουχάριν, Στάλιν κλπ.) έγιναν η Κεντρική Επιτροπή με ηγέτη τον Λένιν: κάθε απόφασή τους ήταν ο νόμος.
Η ειρωνεία ήταν πως όλοι αυτοί (εκτός ίσως του Στάλιν) που αποτελούσαν και την “πρωτοπορία” ήταν διανοούμενοι της μισητής ιντελιγκέντσιας και όχι προλετάριοι!
3. Αυτή η αντίληψη περί “επαγγελματιών επαναστατών” κατάλληλα εκπαιδευμένων στην τρομοκρατία και τα συνακόλουθά της που θα αποτελούσε (όπως κι έγινε) την καθοδηγητική πρωτοπορία, είναι ένα στοιχείο που κάνει τον Λένιν να διαφέρει σημαντικά από τον Μαρξ, τον Πλεχάνοφ, τον Κάουτσκι (παρότι και αυτός προχώρησε σε διαφοροποιήσεις από τον Μαρξ) και άλλους που πίστευαν πως οι προλετάριοι θα ανέπτυσσαν την εμπειρία και κατανόηση του ρόλου τους μόνοι τους.
Ένα δεύτερο στοιχείο είναι η έννοια που απέδιδαν οι γνήσιοι μαρξιστές στη λέξη “δικτατορία” και η έννοια του Λένιν. Η πρώτη έννοια προσεγγίζει την ιδέα “κυριαρχία, διοικητική εξουσία”. Ο Λένιν όμως έδωσε στη θεωρία και στην πράξη την έννοια που έχει αποκτήσει γενική κυκλοφορία τώρα “απολυταρχία, δεσποτισμός, φασισμός”.
Μετά το 1918 δήλωνε καθαρά: “Ο επιστημονικός όρος ‘δικτατορία’ σημαίνει μόνο μια αυθεντία που δεν παρεμποδίζεται από νόμους, απόλυτα απεριόριστη από κανόνες και στηριζόμενη στη βία. Ο όρος δεν έχει άλλη σημασία από αυτή”.(σ 246, 10ος τόμος Άπαντα: Polnoe sobranie sochinenii, 5η εκδ. 55 τόμοι, Μόσχα, 1958-65).
Είναι πολύ παράξενο που εξειδικευμένοι ακαδημαϊκοί, ακόμα και αντικομμουνιστές έχουν γράψει πως “ο Λένιν μισούσε την καταπίεση” (134, Μ. Lewin 1968: Lenin’s Last struggle, Νέα Υόρκη).
4. “Καθετί που προωθεί τον θρίαμβο της Επανάστασης είναι ηθικό και καθετί που τον εμποδίζει είναι ανήθικο”. Η σκέψη και δράση του Λένιν φαίνεται να απηχεί πλήρως αυτή την αντίληψη περί ηθικής του Νετσάεφ.
Ο ίδιος εξήγησε στο “Τα καθήκοντα της Λίγκας των Νεολαίων”, “Η ηθική μας είναι υποταγμένη πλήρως στα συμφέροντα της ταξικής πάλης των προλετάριων”. Έτσι πριν την Επανάσταση ο στόχος ήταν η ανατροπή του τσαρικού καθεστώτος και των καπιταλιστών. Μετά την Επανάσταση ο στόχος έγινε “η παρεμπόδιση της επιστροφής των εκμεταλλευτών” και η στήριξη του σοβιετικού κράτους. Έτσι δεν μπορούν να υπάρχουν αμετάβλητοι στόχοι, αμετάβλητοι νόμοι και αμετάβλητοι ηθικοί κανόνες.
Και πίστευε ο Λένιν πως σε κάποια μελλοντική, όχι πολύ μακρινή ημερομηνία, στο σοβιετικό καθεστώς των Μπολσεβίκων, όπου κυριαρχούσε η αυθαιρεσία του Λένιν, ο καταναγκασμός και ο τρόμος με μαζικές φυλακίσεις, εξορίες κι εκτελέσεις, κάποια ώρα οι άνθρωποι θα ξανάβρισκαν και θα συνήθιζαν στις παλαιότερες αγνές σχέσεις που εγκωμίαζαν επαναληπτικά οι ηθικολόγοι, “δίχως βία, δίχως καταναγκασμό, δίχως υποταγή”!!!
5. Πολλοί βλέπουν αυτή την εξέλιξη να ξεκινά με τη Νέα Οικονομική Πολιτική. Πολλοί είδαν εδώ την αρχή της περεστρόικα και τον ίδιο τον Γκορμπατσόφ με την προσπάθειά του να επιβάλει το Κράτος Δικαίου ως εκπλήρωση της πολιτικής κληρονομιάς του Λένιν. Αυτά είναι διαστρέβλωση της Ιστορίας.
Η ΝΟΠ ήταν μια πρόσκαιρη τακτική υποχώρησης, όπως εξήγησε ο Λένιν, όχι αλλαγή κατεύθυνσης. Ήταν μια μικρή παύση για συγκέντρωση ενέργειας προς τον ολοκληρωτισμό. Την ίδια περίοδο κατέστρεφε τα τελευταία υπολείμματα πλουραλισμού κι ελευθερίας στο Κόμμα.
Η ΝΟΠ αναδείχθηκε στο 10ο Κομματικό Συνέδριο (Μαρ 1921). Ταυτόχρονα πέρασε η απόφαση που καταδίκαζε την Εργατική Αντίθεση ως “συνδικαλιστική και αναρχική απόκλιση”. Μια δεύτερη απόφαση διακήρυττε σέχτες και διαφωνίες μέσα στο κόμμα ως “βλαβερές και ανεπίτρεπτες”, δημιουργώντας έτσι τη μονολιθική δομή του Κόμματος. Μόνο η γνώμη της ηγεσίας μετρούσε.
Έτσι η δικτατορία του προλεταριάτου έγινε δικτατορία επί του προλεταριάτου.