1. Με πολλούς τρόπους επιθυμούμε ή ευχόμαστε την ευτυχία για τον εαυτό μας ή άλλους.
Οι πολιτικοί σε κάθε ευκαιρία εύχονται στους αφελείς πολίτες που τους ψηφίζουν να ευτυχήσουν και να ευημερούν, μετά, στις μέρες μας (Απρ 2018), κάνουν ό,τι μπορούν συνήθως να τους ταλαιπωρούν και να τους βασανίζουν.
Ακόμα και σε παλαιότερες εποχές, οπότε κάποια ηθική θώπευε τα συναισθήματά τους, σε διατυπώσεις τους έδειχναν την απόστασή τους από την πραγματικότητα.
Ανέφερα τις πασχαλινές ευχές του Δημάρχου της Ύδρας (2018): ευτυχία, χαρά, γαλήνη.
Ανέφερα και το ευχετήριο όραμα του Γάλλου προέδρου το 1900 στην Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού για ‘Δικαιοσύνη και μετριοπάθεια’ και μετά του υπουργού του Εμπορίου για ‘προσήνεια και αλληλεγγύη’.
Απορείς με την απύθμενη αφέλεια και αυτών που διατυπώνουν και αυτών που ακούν τέτοιες ευχές. Διότι, μετά από 3 ή 4 χιλιετίες γνωστής ανθρώπινης ιστορίας, δεν μπορεί να πιστεύουν οι εμπλεκόμενοι πως θα πραγματωθούν αυτές οι ευχές.
2. Ο Ολλανδός συγγραφέας Geert Mak παραθέτει τα λόγια του προέδρου της Τσεχίας Βάτσλαβ Χάβελ για «ειρήνη, αλληλεγγύη και συνεργασία» (σ 91 Στην Ευρώπη 2007 Μεταίχμιο, μετάφραση Ινώ Βαν Ντάικ-Μπαλτά). Αυτές οι τρεις ιδιότητες που παράγουν ή συμβάλλουν σε μια αρμονική κατάσταση όπου οι άνθρωποι νιώθουν ευτυχία – «μπορούν να νοηθούν μόνο μεταξύ λαών και χωρών που γνωρίζουν ποιοι είναι».
Μ’ αυτή τη ρήση ο Χάβελ, κατά τον Μακ, άγγιξε μια βαθιά ιστορική αλήθεια. Αυτό δεν είναι ακριβώς ορθό. Θεωρητικά μπορεί αυτό να ισχύει, μα στην ιστορία το μόνο που βλέπουμε είναι ιδιοτέλεια και ανταγωνισμός, ασυνεννοησία και σύγκρουση. Τα επόμενα λόγια του Χάβελ δείχνουν πως ούτε αυτός ξέρει τι πραγματικά λέει όταν γράφει για λαούς «που γνωρίζουν ποιοι είναι». Προσέξτε πως συνεχίζει.
«Αν δεν ξέρω ποιος είμαι, ποιος θέλω να είμαι, τι θέλω να πετύχω, που αρχίζω και που τελειώνω, τότε οι σχέσεις μου με τους ανθρώπους γύρω μου και με τον υπόλοιπο κόσμο αναπόφευκτα θα είναι τεταμένες, γεμάτες καχυποψία και θα βαρύνονται από ένα σύμπλεγμα κατωτερότητας που ενδεχομένως κρύβεται πίσω από έναν επηρμένο κομπασμό».
3. Οι λαοί, παρά τα πολλά λόγια περί συλλογικού νου και υποσυνειδήτου και, πιο πρόσφατα, περί «συλλογικοτήτων», δεν μπορούν να γνωρίζουν. Είναι τα άτομα, οι άνθρωποι, σε μια κοινωνία που ξέρουν ποιοι είναι και ποιοι θέλουν να είναι, με την κοινή έννοια των λέξεων. Ξέρεις πως είσαι άντρας ή γυναίκα, ευαίσθητος ή άκαρδος, στοχαστικός ή οργίλος και ούτω καθεξής. Ξέρεις πως θέλεις να γίνεις σπουδαίος και διάσημος, νοικοκύρης στον κόσμο ή αναχωρητής σε μοναστήρι, εξαιρετικός στην εργασία σου ή απλώς μέτριος, φτάνει να κερδίζεις τα προς το ζην. Το ίδιο ισχύει για το τι θες να πετύχεις. Ξέρεις πως θες να φθάσεις στην κορυφή άσχετα με την απουσία κατάλληλων ικανοτήτων, θες να αποκτήσεις πλούτο έστω και με παράνομα μέσα, θες να ευχαριστείς τον εαυτό σου έστω και αν βλάπτεις άλλους. Ή μπορεί να ξέρουμε καλά πως προτιμάμε πιο χαμηλούς στόχους.
Το θέμα είναι κατά πόσο έχουμε τη βούληση κι ενέργεια να δράσουμε δίκαια, ηθικά και ορθά λαμβάνοντας υπόψη μας την ύπαρξη και τις ανάγκες των συνανθρώπων μας.
Όλα τα άλλα είναι αφελέστατες μπαρούφες αν όχι σκόπιμα ψεύδη.
Ο χρυσός κανόνας είναι πασίγνωστος: Μην κάνεις στους άλλους ότι δεν θες να κάνουν οι άλλοι σε σένα. Μόνο έτσι εδραιώνονται οι συνθήκες για ευτυχία.
Αλλά υπάρχει η βούληση, η γνώση και η ενέργεια να ακολουθήσουμε τον κανόνα;
Ο καθένας και η καθεμιά μας έχει δυο σετ μέτρων και σταθμών: ένα για τον εαυτό και τους κοντινούς μας κι ένα για τους άλλους. Εμείς κάνουμε ό,τι γουστάρουμε και ο κανόνας ανήκει στο σετ για τους άλλους. Μα δεν θέλουμε να καταλάβουμε πως η δυσπραγία όλη και η δυστυχία όλη σήμερα οφείλεται ακριβώς σε αυτόν τον διαχωρισμό.