1. Το πρόβλημα, δηλαδή η βασική και ουσιαστική δυσκολία, στη σύγχρονη ποίηση είναι ο εγωισμός μας παραφουσκωμένος με την αίσθηση της δικής μας ανωτερότητας και με ουρανοξύστες από αμετακίνητες σχεδόν αντιλήψεις για το εγώ μας και για την πραγματικότητα του κόσμου.
“Ποίηση είναι μια μορφή τέχνης”, γράφει κάποιος ανώνυμος στο Διαδίκτυο αγγλιστί, “και πρέπει να κάνει αυτό που κάνει κάθε τέχνη: να αντιπροσωπεύει κάτι από τον κόσμο, να εκφράζει και να διεγείρει συγκίνηση (συναίσθημα;), να μας ευχαριστεί με τη μορφή της και να στέκεται μόνη ως κάτι αυτόνομο και αυτοκαθοριστικό.”
Και παρακάτω: “Η ποίηση μπορεί να είναι η τέχνη του ανέκφραστου, εκείνου που δεν λέγεται, δηλ. του ανείπωτου. Ένα καλό ποίημα βρίσκεται κάπου πέρα από τις λέξεις: είναι το άπιαστο, μια αγαλλίαση, μια θριαμβολογία, με πράγματα που κατανοούνται αόριστα, με κάτι που ξεπροβάλλει από μια δική του μορφή και δεν μπορεί να υπάρχει δίχως αυτήν τη μορφή… Αντίθετα με το σύγχρονο δόγμα, η ποίηση δεν χρειάζεται να είναι προκλητική μα θα πρέπει να εξερευνά τη φύση και γεωγραφία της ανθρώπινης κατάστασης.”
2. Γράφει ακόμα: “Η ποίηση είναι ένας τρόπος να λέγεται η αλήθεια, ένας τρόπος ανώτερος από άλλους”. Και αυτό μας κατευθύνει στον Αριστοτέλη, στα ελλιπή Ποιητικά του, όπου μας λέει πως η Ποίηση δηλώνει μια φιλοσοφική, αιώνια αλήθεια ενώ η Ιστορία μόνο το τι έγινε και περιορίζεται στο συγκεκριμένο σκηνικό εκείνης της ώρας και περιοχής.
Ο Ανώνυμος προσθέτει ένα ακόμα στοιχείο, το μέσο, το υλικό σύνεργο, μέσω του οποίου υλοποιείται και λειτουργεί η Ποίηση. Αυτό είναι η γλώσσα με τις λέξεις της. “Η ποίηση χρησιμοποιεί τις λέξεις στην πληρέστερη δυναμική τους κι έτσι δημιουργεί αναπαραστάσεις/απεικονίσεις πληρέστερες και σημασιολογικότερες από τον πεζό λόγο… Οι λέξεις δεν είναι ουδέτερες: έχουν έννοιες κι εκτεταμένες διασυνδέσεις, κρυφές σημασίες, ιστορικές χρήσεις που ζωντανεύουν με τα συμφραζόμενα και τους άλλους παραδοσιακούς πόρους της (ποιητικής) γλώσσας. Ο ρυθμός, ο διαχωρισμός σε στίχους, η ρίμα, η μεταφορά και άλλα σχήματα λόγου δεν αποτελούν σκέτη διακόσμηση που προστίθεται αχρείαστα, μα είναι μέσα για ακριβέστερο σχολιασμό και προσδιορισμό και μια πιο εκλεπτυσμένη έκφραση σημασίας.”
3. Αυτές οι παρατηρήσεις με βρίσκουν σύμφωνο και θα επανέλθω σε επόμενο άρθρο για πρόσθετες απόψεις, εξίσου αξιοπρόσεκτες. Τώρα όμως θα εξετάσω μερικές διατυπώσεις από μεγάλα δήθεν ονόματα στην Ποίηση που είναι οι ίδιες προσποιήσεις και μιλούν για προς-ποποίηση!
Ο δικός μας Οδυσσέας Ελύτης (Αλεπουδέλης 1911-96, Νόμπελ Ποίησης 1979) έγραψε πολλές αρλούμπες. Να μια ακόμα: “Η ποίηση αρχίζει εκεί που αρχίζει να ηττάται ο θάνατος”. Εδώ βλέπετε γυμνή την τρομερή, αλλόκοτη αλαζονεία μιας άγνοιας και όσον αφορά τον κόσμο και την ποίηση και τη ζωή και τον θάνατο, δυστυχώς.
Και ο μεγάλος μας Σεφέρης (1900-71, Νόμπελ Λογοτεχνίας 1963) ανάμεσα σε πολλά άλλα λόγια σχόλια λέει: “Η ποίηση είναι ο εαυτός μας που δεν κοιμάται ποτέ”. Έχει δίκιο και ίσως να ψυχανεμιζόταν τι/ποιος είναι ο εαυτός εκείνος που δεν κοιμάται ποτέ και κάποτε μπορεί να εκδηλώνεται μια ή άλλη παρουσία του σε εξαιρετική μα σπάνια ποίηση (Αισχύλος Ελλάδα, Λάο Τζου Κίνα, Kalidasa Ινδία, Shakespeare και Chaucer Αγγλία). Μα αμφιβάλλω αν όντως γνώριζε πολλά για τον εαυτό εκείνο και για Ποίηση.
4. Ο Πλάτων ένας, και ο μόνος αρχαίος Έλληνας, από τους πέντε αγαπημένους μου φιλοσόφους, στο τελευταίο βιβλίο (10ο) της Πολιτείας εξετάζει την ποίηση και στον λόγο, και σε κάθε άλλο μέσο και σύνεργο τέχνης (κυρίως ζωγραφικής) και θεληματικά ή άθελα αφήνει μια παράξενη παραπλανητική παρεξήγηση, όταν τη θεωρεί μίμηση της μίμησης του αληθινού. Διότι παρά την απόρριψη του, εισάγει μια υπόνοια που παραβλέπεται από επιπόλαιους αναγνώστες. Υπονοεί πως ο καλός ποιητής, που έχει ανώτερη και λεπτότερη οντότητα και βαθύτερη κι ευρύτερη κατανόηση, άμεσα συλλαμβάνει την ενουσία ή αληθινή φύση (ή την “ιδέα”) του περιστατικού, πράγματος ή προσώπου, και με την (ανώτερη, αψεγάδιαστη) τέχνη του την αποκαλύπτει σε όσους έχουν σχετικά όμοιο επίπεδο κατανόησης.
Αυτό υπονοεί και ο Αριστοτέλης ακόμα πιο ξεκάθαρα όταν γράφει πως η ποίηση είναι πιο φιλοσοφημένη, καθώς εκφράζει το οικουμενικό, από την ιστορία που εκφράζει το μερικό όπως ανέφερα πιο πάνω (αρχή του §2).
Αυτό δε το διατυπώνει καθαρά σε ποιητική πρόζα ο Άγγλος ποιητής Σέλλεϋ (P.B.Shelley). “Η ποίηση λυτρώνει από την απώλεια την παρουσία του θείου στον άνθρωπο: αποτραβά το πέπλο της καθημερινότητας από τον κόσμο αποκαλύπτοντας γυμνή την κοιμωμένη ομορφιά, που είναι η πεμπτουσία της μορφής του.”
5. Μια άλλη δυσκολία στα γραπτά των θεωρητικών (έστω και αν έχουν γράψει ποίηση) και κριτικών είναι πως πολύ σπάνια θα δώσουν παραδείγματα καλής ποίησης και κακής, επεξηγώντας και τα κριτήρια τους. Προτιμούν να ασχολούνται με τη θεματολογία και αποσαφήνιση των συμβόλων. Στο επόμενο άρθρο θα εξετάσω δυο ποιήματα αναλύοντας τις λέξεις, τα σχήματα λόγου, τα σύμβολα και τη φιλοσοφική σκέψη.