1. Καιρό είχα να διαβάσω ελληνικά μοντέρνα κείμενα υποτιθέμενης ποίησης. Φίλη της στήλης μου έδωσε τον τόμο 3 InteLLigentsia (με υπότιτλο τον δικό μου τίτλο), Ιαν. 2018, Εκδ. Εντύποις.
Τον τόμο 260 σελίδων προλογίζει ο Δ. Βαρβαρήγος και συμμετέχουν οι Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ και ο Τίτος Πατρίκιος και 18 άλλοι με 5 ως 12 κομμάτια ο καθένας και η καθεμιά.
Είναι 260 σελίδες απερίγραπτης και αποκαρδιωτικής απογοήτευσης. Υπάρχουν μερικές γραμμές ελάχιστες που πάνε να θυμίσουν ποίηση μα αμέσως καταρρέουν σε κακογουστιά από κακοποίηση –
Θάταν η ώρα που ξορκίζει τις σκιές
Με το φως απ’ τ’ αστέρι που ξεκρέμασες (σ 139).
Ναι, η πρώτη γραμμή έχει την σπάνια πλέον ποιητική ποιότητα μα η δεύτερη δείχνει ασυναρτησία στη σκέψη και κακοτεχνία στην εκτέλεση. Πώς στην ευχή ξεκρεμάς, έστω και ως υπερβολή (αποδεκτό σχήμα λόγου), ένα αστέρι; Και πώς ξορκίζονται οι σκιές με το μάλλον αδύναμο φως άστρου; Δεν συμβαίνει, απεναντίας, να μεγεθύνονται και να βαθαίνουν στο φως;…
2. Μετά, έχουμε πληθώρα πομπώδους παραποίησης:
έβαφες τα χείλια σου στο χρώμα μιας οξυδέρκειας (50).
Ποιος είδε ποτέ χείλια βαμμένα με οξυδέρκεια;
Έχω μια μελωδία στο μάτι / σα ψίθυρος βροχής σε γυαλί /
…/ Ο ήχος μ’ αφήνει χωρίς σκιά (215).
Η σύγχυση των αισθήσεων είναι εντυπωσιακή στην προσπάθεια να εκφραστεί πρωτοτυπία. Ο ψίθυρος της (απαλής) βροχής σε γυαλί (=τζάμι) στέκει, μα η μελωδία στο μάτι; Πώς γίνεται αυτό;
Και βέβαια δεν λείπει ο εξυπνακισμός (36):
Πριν ότι ομορφότερο / χείλη δεν ψέλλισαν ποτέ πεις /…
Πριν νιώσεις με μιαν άλλη καρδιά / την καρδιά της καρδιάς πώς κτυπά /
Εδώ σίγουρα δεν χρειάζεται δικός μου σχολιασμός. Είναι ξεκάθαρο το άγχος να γράψει ‘ποίηση’ και η αναπόφευκτη αποτυχία.
Τις Κυριακές κατάσαρκα μου κρύβω / μες την ραφή των ήχων της καμπάνας /Στις καταιγίδες στήθος σαν ανοίγω / μοσχοβολά βασιλικός της μάννας (192).
Προσέξτε πόσο περίτεχνα κρύβει τον βασιλικό κατάσαρκα και στις ραφές των ήχων της καμπάνας για να τον ελευθερώσει ανοίγοντας το στήθος στις καταιγίδες!
3. Είναι βέβαια και αυτοί που δέχονται την επίσκεψη της Ποίησης:
ξεχάσαμε να ποτίσουμε τον παράδεισο / και τα λουλούδια μαράθηκαν /
η ψυχή ξεχάστηκε και είναι αργά // όμως εσύ Ποίηση μου τη θυμίζεις /
όπως σήμερα… σήκωσες το πέπλο και ένιωσα τον Αέρα να / πνέει (87).
Η κυρία καταφανώς, ούτε στο επίπεδο αυτό που ‘ποτίζει τον παράδεισο’ όπως νομίζει, δεν έχει αντίληψη καλής ποίησης. Μετά είναι άλλος, με δέκα ποιητικές συλλογές και μεταφράσεις σε έντεκα γλώσσες (!):
Στα έτη της μοναξιάς / στην ερημόνησο της ποίησης, /
τα κουφάρια των λέξεων / ορίζουν /
στους αντίλαλους των κυμάτων / Καβαφικούς πλόες. // (223)
Καταλαβαίνω πως αφού έχουμε νησί, έχουμε και ‘αντίλαλους κυμάτων’ μα δεν καταλαβαίνω πως ‘τα κουφάρια των λέξεων’ (=δίχως νόημα; Πώς έγιναν ‘κουφάρια’;) ορίζουν καβαφικούς πλόες και τι αντιπροσωπεύουν οι ‘αντίλαλοι των κυμάτων’…
4. Είναι και αυτοί που κόβοντας την πρόζα σε μικρές γραμμές νομίζουν πως την κάνουν ποίηση, όπως η κυρία με 20 ποιητικές συλλογές (σ 11):
Αλλά τη φοβερότερη αντιπάθεια / τη νιώθεις για κείνον /
που τα νιώθει όλα αυτά / λες κι ήταν αυτός κάποιο ανώτερο ον /
Και από έναν συγγραφέα 30 εκδοθέντων βιβλίων και θεατρογράφο (σ 53):
Ευχαριστώ το Θεό που ικανοποίησε / Ακόμα και τις ματαιοδοξίες μου, /
Την απληστία, τη λαιμαργία / Τη λαγνεία μου, τον πόθο / .
Κι έναν βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών (233):
Άλλο ένα σπίτι φιλικό να μείνω μια βραδιά, ένα μήνα /
Ανάμεσα στην λίμνη και τα χαμηλά βουνά. /
5. Ευτυχώς μια κυρία κάτι αντιλαμβάνεται, κάπως προσπαθεί –
Δάκρυσε ο ήλιος στο βλέμμα σου (!!!)
Μα γλιστρά στην ασυναρτησία καθώς
Μέσα στους ουρανούς / Χτυπά η καρδιά μας /
Λουλούδια ανοιξιάτικα ανακαλύπτοντας
Και ήλιους του Αυγούστου / (116).
Ναι, στον ουρανό υπάρχουν ήλιοι Αυγούστου, μα ποια λουλούδια; Ναι, τα λουλούδια είναι στη γη με την άνοιξη, μα πώς ανεβοκατεβαίνει η καρδιά;
Είναι η γνώριμή μας ιστορία όπου ο/η γραφιάς δεν μπορεί να συντηρήσει τον παλμό της συγκίνησης και την όποια έμπνευση.
Θα επανέλθω με την ανάλυση απλού μα ωραίου σύγχρονου ποιήματος.