1. Ο Yvor Winters είναι κριτικός (και ποιητής) του 20ου αιώνα που μου αρέσει εξαιρετικά διότι, δίχως να έχει όλα όσα εγώ θα ήθελα σε οποιονδήποτε κριτικό, έχει πάρα πολλά ελκυστικά στοιχεία. Έτσι, εκτός από αυτή την πρώτη σειρά άρθρων, θα τον επαναφέρω αργότερα.
Υπάρχουν, όπως όλοι συμφωνούμε, τουλάχιστον τρεις πλατιές θεωρήσεις για τον άνθρωπο και το σύμπαν και τις ανθρώπινες αξίες. Ο Γουίντερς τις ονομάζει κάπως απλοϊκά, όπως παραδέχεται – ντετερμινισμός (ή αιτιοκρατία), σχετικισμός και απολυτότης.
Ντετερμινισμός είναι η θεώρηση που βλέπει το σύμπαν ως ένα σύνολο που ακολουθεί μια αμετάβλητη πορεία προδιαγεγραμμένη από τον Θεό ή τη Μοίρα ή την ίδια τη φύση του και ο άνθρωπος είναι όπως ένα μικρό γρανάζι σε ένα καλοκουρντισμένο ρολόι. Καλβινιστές (χριστιανική σέχτα), μαρξιστές και νεοδαρβινιστές είναι τέτοιοι.
Οι απολυταρχικοί πιστεύουν σε απόλυτες αλήθειες, απόλυτη αρετή και ομορφιά και παρόμοια. Μπορεί να μην πιστεύουν πως οι ίδιοι κατέχουν αυτές τις απόλυτες αλήθειες και αξίες, μα αυτές υπάρχουν και πρέπει να τις προσεγγίσουμε.
Οι δε σχετικιστές δεν πιστεύουν σε απόλυτες αλήθειες και αξίες μα στην προσωπική κρίση του κάθε ανθρώπου που είναι ορθή για τον ίδιο, και ακολουθούν την προσωπική τους κρίση και διάθεση.
2. Με αυτές τις τρεις γενικές ιδεολογίες ή νοοτροπίες ο Γουίντερς συνδέει, όπως έδειξα στο προηγούμενο άρθρο 144. Ποίηση: Ποιητική θεωρία: Άιβορ Γουίντερς (Β’), τις τρεις διαθέσεις προς τη λογοτεχνία και ειδικά προς την Ποίηση – τη διδακτική, την ηδονιστική και τη ρομαντική.
Η πρώτη, η διδακτική λέει πως η ποίηση δίνει οδηγίες για μια σωστή και καλύτερη ζωή – μα, φυσικά, υπάρχουν συγγράμματα που το κάνουν αυτό πολύ καλύτερα.
Η ηδονιστική βλέπει την ποίηση να παρέχει μια ειδικότερη, λεπτότερη ευχαρίστηση, ενώ ευχαρίστηση γενικά είναι ο σκοπός της ζωής. Εδώ το ποίημα (ή άλλο τεχνούργημα) γίνεται αυτοσκοπός: τέχνη για την τέχνη!
Συχνότατα οι άνθρωποι σμίγουν τις δυο θεωρήσεις κατά την κρίση του Ρωμαίου Ορατίου ότι η ποίηση και διδάσκει και τέρπει, ή ξεφεύγουν από αυτές τις δύο σε μια ρομαντική διάθεση που εξετάζει την επίδραση της Ποίησης (ή άλλης τέχνης) πάνω στους ανθρώπους.
3. Το έργο της Ποίησης και λογοτεχνίας, γράφει ο Γουίντερς, εφόσον έχει κάποια αξία, εκδηλώνει λίγο πολύ και μεταδίνει την κατανόηση ή εμπειρία μιας αντικειμενικής αλήθειας.
Πιο συγκεκριμένα, ένα ποίημα είναι μια δήλωση σε λέξεις για μια ανθρώπινη εμπειρία. Οι λέξεις είναι πρωταρχικά γνωστικές, διανοηματικές, πληροφοριακές, μα επειδή χρησιμοποιούνται με διάφορους τρόπους και επειδή η ανθρώπινη εμπειρία δεν είναι μόνο διανοητική, οι λέξεις έχουν αποκτήσει και συνεκδοχές και υπονοούμενα αισθηματικού χαρακτήρα. Ο ποιητής κάνει τη δήλωσή του έτσι που να χρησιμοποιεί και τη διανοητική κυριολεξία μα και το (συν)αισθηματικό υπονοούμενο (συνειρμό ή συνεκδοχή) όσο μπορεί πιο αποτελεσματικά.
Το ποίημα είναι καλό στον βαθμό που κάνει μια έλλογη, υπερασπίσημη δήλωση κάποιας ανθρώπινης εμπειρίας (που δεν είναι κατ’ ανάγκη πραγματική μα είναι πιθανή, εφικτή) και ταυτόχρονα μεταδίδει τη συγκίνηση που ενεργοποιείται από την έλλογη κατανόηση εκείνης της εμπειρίας.
4. Η ‘μορφή’ ενός ποιήματος έχει αφενός την εμφανή λογική δομή, την κανονική διάταξη και διαδοχική πορεία της σκέψης και, αφετέρου μια ροή ρυθμού που δεν μετριέται τόσο εύκολα όσο ο ρυθμός της γραμμής.
Το ποίημα υπάρχει στον χρόνο καθώς ο νους κινείται στον χρόνο (συλλαμβάνοντας και ακούοντας ή διαβάζοντάς το). Αν ο ποιητής είναι καλός τεχνίτης, εκμεταλλεύεται αυτό το γεγονός και κάνει τη διαδοχική πορεία ρυθμική. Και αυτές οι απόψεις υποτάσσονται στον συνολικό σκοπό του ποιήματος.
Παρότι ανακαλύπτουμε ορισμένα μειονεκτήματα σε αυτή τη θεώρηση ποίησης, εντούτοις αυτές οι απόψεις εξηγούν ικανοποιητικά τη δύναμή της καλής ποίησης (και καλής λογοτεχνίας γενικότερα) και τη σοβαρότητα με την οποία δημιουργούν οι μεγάλοι ποιητές.
Ο Μίλτον για παράδειγμα έγραψε το Paradise Lost (Xαμένος Παράδεισος), όχι για να ευχαριστήσει έναν ή άλλον καθηγητή, ούτε και μόνο για να εκφράσει κάποιο συναισθηματικό ξέσπασμα, μα, όπως έγραψε, για να δικαιολογήσει τους τρόπους του Θεού προς τον άνθρωπο. Αυτή η δικαιολόγηση συνδυάζει τη θεωρητική, διανοητική δήλωση με τη συγκινησιακή άποψη στη φύση των ανθρώπων.
Και αυτή είναι η ‘μοραλιστική’ θεώρηση ποίησης του Άιβορ Γουίντερς.