1. Διάχυτη είναι μια γενική εντύπωση πως την ιδανική του Πολιτεία ο Πλάτων την ήθελε κλειστή, ελεγχόμενη και πως μέσα σε αυτήν οι γυναίκες θα ανήκαν από κοινού σε όλους τους άντρες.
Η εντύπωση αυτή είναι πολύ επιπόλαιη και λανθασμένη. Η κοινοκτημοσύνη θα ίσχυε μόνο για τους φύλακες (και άρχοντες), όχι για τους άλλους απλούς πολίτες που θα ήταν και οι πολυπληθέστεροι: αυτοί θα είχαν τις δικές τους ξεχωριστές οικογένειες και περιουσίες. Και η αυστηρή, ελεγχόμενη παιδεία θα ίσχυε μόνο για τα παιδιά που διαλέγονταν για το λειτούργημα των φυλάκων και των αρχόντων.
Η παρανόηση δημιουργήθηκε από λόγιους που, όπως συμβαίνει συχνά, δεν διάβασαν προσεκτικά ολόκληρο το έργο Πολιτεία (ή Περί του Δικαίου: Πολιτικός) και διέδωσαν την εντύπωση ολοκληρωτικού ελέγχου.
2. Τα ίδια ισχύουν και για την ποίηση. Διάχυτη είναι η παρανόηση πως ο Πλάτων θεωρεί πως η ποίηση διαφθείρει ακόμα και συνετούς ανθρώπους και συνεπώς αποκλείει ποιητές και ποιήματα από την Πολιτεία.
Πρώτα πρώτα ο φιλόσοφος στους Διαλόγους Φαίδρος και Ίων εξυμνεί τους ποιητές καθώς τους θεωρεί εμπνευσμένους από τον Θεό ή τις Μούσες να μεταδίνουν, μέσω των βάρδων (που απαγγέλλουν ή τραγουδούν τα ποιήματά τους) τα θεϊκά μηνύματα και να εμπνέουν ή να εμψυχώνουν τους ακροατές. Υπάρχει πιθανώς μια δόση ειρωνείας σε όσα γράφει εδώ, μα δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε πως τρέφει σεβασμό στους μάντεις και οραματιστές (και ποιητές) που εμπνέονται από το θεϊκό στοιχείο.
Τώρα είναι αλήθεια πως στο 10ο βιβλίο στο Πολιτεία εξαπολύει επίθεση κατά των ποιητών, αφού πρώτα δείξει πως κάθε μιμητική τέχνη είναι πολύ απομακρυσμένη από την απόλυτη αλήθεια. Η ζωγραφική παρουσιάζει μιμήσεις (=αντιπροσωπευτικές , ή, σήμερα, φωτογραφικές εικόνες) αληθινών πραγμάτων στον υλικό κόσμο ενώ αυτά τα πράγματα είναι με τη σειρά τους ατελείς μιμήσεις (=εκδηλώσεις ή υλοποιήσεις) των αληθινών μορφών που μένουν αμετάβλητες και αόρατες πέρα από τον υλικό κόσμο στο ιδεατό επίπεδο.
3. Όσο υπέροχο κι αν είναι ένα ποιητικό έργο, δεν παύει να είναι απομακρυσμένο από την απόλυτη αλήθεια κατά τρία στάδια ή τρεις βαθμούς. Οπότε δεν λέει κάτι παράλογο, εξωφρενικό ή αναληθές ο Πλάτων.
Αυτό δεν σημαίνει όμως πως απορρίπτει την ποίηση εξ ολοκλήρου.
Ήδη, πολύ νωρίτερα, στο 2ο βιβλίο (377a) αναφέρει τους μύθους και τις ιστορίες που λέγονται στα παιδιά. Τέτοιες διηγήσεις είναι μέρος της λογοτεχνίας που στην αρχαιότητα ήταν “ποίηση” στην ευρύτερη έννοια του όρου («λογοτεχνία», όχι το περιορισμένο είδος της έμμετρης ή “ποιητικής” γραφής, όπως το εννοούμε σήμερα εμείς).
Η λογοτεχνία είναι πρότερο μέρος της εκπαίδευσης των παιδιών (των φυλάκων) – πριν ακόμα και από τη γυμναστική (377c). Οι μυθοπλάστες θα πρέπει να ελέγχονται και θα εγκρίνονται μόνο οι “καλοί” μύθοι ενώ οι κακοί θα απορρίπτονται. Οι δε μητέρες και παραμάνες θα λένε μόνο τις εγκεκριμένες ιστορίες.
Υπάρχει καλή (αληθής) λογοτεχνία, γράφει ο Πλάτων, και κακή (ψευδής). Αλλά και στην καλή (όπως και στην κακή) βρίσκουμε αλληγορίες (υπόνοια). Οι δε νέοι δεν έχουν ακόμη την ικανότητα να κρίνουν τι είναι αλληγορικό και πώς να ερμηνεύσουν την αλληγορία. Καλή λογοτεχνία για τους νέους είναι αυτή που προτρέπει στην αρετή (278e).
4. Ο Πλάτων λοιπόν δεν απορρίπτει την ποίηση και λογοτεχνία ευρύτερα. Ούτε γράφει για τις συνθήκες και τα κριτήρια που επικρατούν στη δική μας σύγχρονη κοινωνία. Δεν γνώριζαν τότε τις (αισθητικές) θεωρίες που ταλανίζουν τους σύγχρονους λόγιους. Στην εποχή του Πλάτωνα η ποίηση ήταν μια τέχνη όπως η αγγειοπλαστική, ξυλουργική κλπ.
Οι προτρεπτικοί του κανόνες αποβλέπουν στην ιδανική του Πολιτεία και η λογοτεχνία είναι αναπόσπαστο μέρος της εκπαίδευσης παρότι δίνει, όπως γνωρίζει και ο ίδιος καλά από την εμπειρία του με τον Όμηρο, πολλή ευχαρίστηση.
Επομένως η λογοτεχνία θα πρέπει να είναι “αληθής”, να δίνει ευχαρίστηση και να στρέφει τον νου του ακροατή προς την αρετή.
Θα επανέλθω.