1. Πρότινος, στο 130. Ποίηση: Γιάννης Ζήσης: Νοηματική-αισθητική ποίησης, παρουσίασα τις θεωρητικές απόψεις του Ζήση για την Ποιητική – απόψεις με τις οποίες συμφωνώ και λυπάμαι που δεν βρίσκω αλλού.
Σήμερα εξετάζω μερικά ποιήματα του στα οποία βρίσκω μια ευπρόσδεκτη αναφορά στη Φύση και σε αξίες παραδοσιακές αντί τις ατέρμονες και μπερδεμένες ψυχαναλυτικές αυτοαναφορικές δηλώσεις των άλλων.
Δυστυχώς, σύντομα την φρεσκάδα διαδέχεται η μικτή μεταφορά και η κοινή κακοτεχνία γενικότερα. Έτσι ξεκινώ με τις 4 πρώτες γραμμές από το σύντομο “Το Πνεύμα του αγρού”:
Μια θάλασσα από στάχυα / κηλιδώθηκε μ’ ομορφιά το καλοκαίρι /
κι’ ήρθε το παιδί απ’ το παραμύθι / με μια παπαρούνα κι ένα χαμομήλι /
Στην προσπάθεια να γράφει “ποιητικά” και ίσως πρωτότυπα κι εντυπωσιακά χρησιμοποιεί το ρήμα “κηλιδώθηκε” που έχει παρήχηση με το “καλοκαίρι”. Μόνο που η “ομορφιά” στις άλλες εικόνες και αναφορές δεν είναι κηλίδα: καταλαμβάνει πολύ μεγαλύτερο χώρο από μια κηλίδα.
2. Παρόμοιο σφάλμα συναντάμε και στο “Η επιστροφή της ζωής”:
Και να ώρες μετά, οι αισθήσεις του ονείρου / ξαναθεριεύουν με
το νέκταρ της ζωής / … / Κι ένα καβαλέτο σμίλεψε ξανά τον
πόθο / κι αρμάτωσε τα χρώματα σε μια αποστολή.
Δεν ξέρω αν οι αισθήσεις του ονείρου “θεριεύουν” με το νέκταρ της ζωής. Αμφιβάλλω. Οι αισθήσεις του ονείρου λειτουργούν αλλοπρόσαλλα. Αν θεριέψουν θα γίνουν τερατώδεις. Μα η δυσκολία είναι στο καβαλέτο που “σμίλεψε”. Πως μπορεί να σμιλέψει, μεταφορικά έστω, ένα καβαλέτο; ένα καλέμι, σκαρπέλο ή σουβλί, μια σμίλη – αυτά ή ο νους ή κάτι αιχμηρό μόνο μπορούν να σμιλέψουν. Το καβαλέτο υποβάλλει ζωγραφική.
Εδώ ο στιχοπλόκος γλιστρά πολύ εύκολα στην αοριστία, αφαίρεση και σύγχυση των δευτεροκλασάτων ρομαντικών. Και το ίδιο παθαίνει στο “Οι άγγελοι”:
Φυλάνε όλη τους τη φύση / για μια άγνωστη υπόσχεση /
του Θεού στον Εαυτό του./ Για τότε που η δημιουργία
το σκοπό της θα γνωρίζει / …
Ναι, είναι πολύ καλό που μας θυμίζει πως η δημιουργία έχει ένα σκοπό και κάποια ώρα θα τον γνωρίζει, μα στο μεταξύ ξεχάσαμε τους αγγέλους και δεν καταλαβαίνουμε πως και γιατί φυλάνε τη φύση τους ή ποια είναι η άγνωστη υπόσχεση του Θεού στον Εαυτό του.
3. Το “The talks – συζητήσεις δίπλα στο τζάκι” είναι κάπως μακρύτερο με περισσότερες αξιώσεις, μα με όμοια σφάλματα:
Άλλη μια κουβέντα τι να χρειάζεται / δίπλα απ’ το τζάκι /
ένα παραμύθι ανοιχτό / για της ψυχής τη βελούδινη λαλιά /
Δεν ξέρω, ίσως να είναι “βελούδινη” της ψυχής η λαλιά. Η λέξη “λαλιά” είναι κάπως θορυβώδης – ιδίως καθώς αντηχεί το “λ” του “βελούδινη”. Και χρειάζεται κάτι πιο απαλό, ήπιο, σιγανό κι ανεπαίσθητο για τη φωνή της ψυχής που μάλλον ψιθυρίζει. Μετά, το “παραμύθι ανοιχτό” είναι πετυχημένο: ανοιχτό = προσβάσιμο σε όλους, ανοιχτό σε πολλές ερμηνείες, δεν κλείνει ώστε να τελειώσει … Μα το χαλάει η επόμενη γραμμή. Τι θα το κάνει της ψυχής η λαλιά για την οποία είναι ανοιχτό το παραμύθι; Αν όμως η λαλιά της ψυχής το διηγήθηκε, τότε δεν είναι ανοιχτό “για” εκείνη!
Κακοτεχνία συναντάμε και στο “Το σαλόνι του λιβαδιού”:
Ο δυόσμος κι η λυγαριά / τ’ αγέρα φλογέρες, / του Αιόλου άγιοι /
ταπεινοί ασκητές / τοξεύοντας όνειρα οσφρητικά / …
Δεν μπορώ να φανταστώ δυόσμο και λυγαριά ως φλογέρες ! Ας δεχθούμε πως ο αγέρας φλογερίζει μέσω αυτών φυσώντας σα να παίζει μουσική. Τώρα, πως γίνονται “άγιοι”; Και ο Αίολος δεν ήταν αυτός που είχε στον έλεγχο του τους αέρηδες; … Οπότε πάλι συγχυσμένη γραφή. Αλλά το χειρότερο είναι που αυτά τα δύο αρωματικά φυτά “τοξεύουν” (=εκτοξεύουν;) “όνειρα οσφρητικά”. Φαντάζεσθε τον δυόσμο να “τοξεύει όνειρα”;
4. Το “Ο θάνατος του μετανάστη” εκδηλώνει κι άλλες αδυναμίες:
Δεν έγιναν γι’ αυτόν οι δορυφόροι / Δεν ήταν γι’ αυτόν τα νοσοκομεία. /
Δεν ήταν γι’ αυτόν οι επενδύσεις. / Δεν ήταν γι’ αυτόν οι ελευθερίες …
Εδώ σαφώς έχουμε κομμένη πρόζα ρητορικής με την επανάληψη που ίσως πείθει. Πιο κάτω συνεχίζει:
Επυροβολήθει άμοιρος / ως κάποιος που δεν ξέρει τους κώδικες εμπορευμάτων, /
των νόμων η ταφόπετρα εκυλίσθη / …
Εδώ έχουμε λίγη Καβαφική καθαρευουσιάνικη έκφραση δίχως όμως καθαρό έλλογο νόημα.
Ο Γιάννης Ζήσης κοιτούσε στην ορθή κατεύθυνση μα δεν προχωρούσε. Θα έπρεπε να είχε διαβάσει ενδελεχώς και λεπτομερώς τον Σολωμό.