1. Πολλοί καλούμενοι “ποιητές” (και πολύ περισσότεροι μη-ποιητές) έχουν γράψει κριτικά δοκίμια και θεωρίες περί Ποίησης. Πολύ σπάνια τα χρησιμοποιώ διότι, εκτός από σπανιότατες περιπτώσεις, δεν ορίζουν ως κυριότερα βασικά συστατικά της ποίησης τον ρυθμό και την Αντικειμενική Αντιστοιχία
(ΑΑ, στη συνέχεια), την οποία εξήγησα λεπτομερώς στα 2-3 πρώτα άρθρα περί Ποίησης.
Δεν χρησιμοποιώ πουθενά τις γνώμες που εκφράζουν διάφοροι ποιητές (Σικελιανός, Σεφέρης, Ελύτης) στα δοκίμιά τους για τη δική τους ποίηση, για εκείνη των άλλων ή για την Ποίηση γενικότερα. Εκτός από το θέμα της ΆΑ, όταν κάποιος γράφει ένα ποίημα, αισθάνεται και σκέφτεται κατά έναν τρόπο. Όταν γράφει περί ποίησης (δικής του, των άλλων, ή γενικά), αισθάνεται και σκέφτεται διαφορετικά. Μπορεί σε μερικά σημεία να υπάρχει κοινό έδαφος, αλλά μπορεί και όχι, και σίγουρα σε ορισμένα σημεία υπάρχει διαφορά. Μπορεί τα θεωρητικά να επιχειρούν να εξηγήσουν φρέσκες δυσκολίες ή να διατυπώσουν καινούριες σκέψεις από εμπειρίες που δεν υπήρχαν πριν από χρόνια όταν ο ποιητής έγραφε μια σειρά ποιημάτων.
2. Παίρνω για παράδειγμα μια γνώμη του Ελύτη. Έγραψε στο Ανοιχτά Χαρτιά (σ 511) που είναι η θεωρητική του παρακαταθήκη: “Τα ποιήματα, λοιπόν, έτσι όπως τα νοούμε σήμερα… το λιγότερο που έχουν ν’ απαιτήσουν από τον ακροατή τους, για να τον αγγίξουν και να τον συγκινήσουν, είναι η μόρφωση”.
Αυτή η δήλωση, γραμμένη το 1974, είναι πέρα για πέρα αναληθής. Είναι η χαρακτηριστική ανευθυνότητα ή επιπολαιότητα που συχνά επιδείχνει ο Ελύτης. Π.χ. στο δικό του “Μαρμάρινο Τραπέζι” (στο Δυτικά της Λήθης 22-24) ο αναγνώστης χρειάζεται Αγγλικά, Γαλλικά και Ιταλικά για να καταλάβει φράσεις σ’ αυτές τις γλώσσες διάσπαρτες στο ελληνικό κείμενο του ποιήματος. Πολύ νωρίτερα, στο πρώιμο Προσανατολισμοί (1940) βρίσκουμε ένα δίστιχο στα Αγγλικά, μια περικοπή από τον Μπρετόν στα Γαλλικά καθώς και τον μουσικό όρο Adagio (= αργό, σιγανό, από Ιταλικά). Σε καμία περίπτωση ο Ελύτης δεν το θεώρησε αναγκαίο να δώσει εξήγηση. Πως, λοιπόν, κάποιος αμόρφωτος θα μπορούσε να κατανοήσει πλήρως αυτά τα κείμενα;…
Απεναντίας, σήμερα η ποίηση απαιτεί μεγάλη μόρφωση ή έντονο πάθος που θα ωθήσει τον ενδιαφερόμενο να ξοδέψει χρόνο για να επιμορφωθεί κατάλληλα.
3. ‘Ένα ποίημα δεν στέκει μόνο του σε άπειρο κενό. Κάθε ποίημα βασίζεται στη γνώση της γλώσσας στην οποία είναι γραμμένο – Ελληνικά στη δική μας περίπτωση. Όποιος δεν γνωρίζει Ελληνικά, ούτε να γράψει μπορεί ούτε να διαβάσει (ή ακούσει) ποιήματα σε αυτή τη γλώσσα. Και όποιος δεν γνωρίζει πολύ καλά τη Νεοελληνική δεν θα έχει καλή επαφή με την ποίηση της. Αλλά, πιο πέρα, συχνά ο ποιητής εμπλουτίζει ένα ποίημα του με πολύ και λιγότερο φανερές αναφορές στην κουλτούρα και παράδοση του Ελληνικού έθνους, κάποτε μάλιστα και στην κουλτούρα άλλων εθνών (όπως ο Ελύτης και άλλοι).
Εφόσον κάποιος έχει καλή μόρφωση (τουλάχιστον Λυκείου) και γνωρίζει καλά τη γλώσσα μας, θα μπορεί να απολαύσει ένα καλό ποίημα. Αν ο ποιητής αναφέρεται σε πιο μακρινά στοιχεία στην Ελληνική παράδοση (αρχαίους συγγραφείς, ιστορικά περιστατικά και παρόμοια) ή σε ξένη κουλτούρα, τότε οφείλει να δώσει επεξηγηματικές σημειώσεις.
Μερικοί ποιητές (Σεφέρης, Ελύτης, Έλιοτ), δυστυχώς ξεπερνώντας κάποιο λογικό όριο, το κάνουν αυτό πολύ συχνά και δίχως επεξηγήσεις, έτσι που πολλοί αδυνατούν να τους ακολουθήσουν. Μετά, διάφοροι κριτικοί (ακαδημαϊκοί και μη) γράφουν ολόκληρα βιβλία εξηγώντας κάθε αινιγματικό σημείο αναφοράς σε άλλα έργα, ιστορικά γεγονότα ή έθιμα – συχνά μάλιστα χωρίς να φωτίσουν το κείμενο Ένα ποίημα που χρειάζεται δεκάδες σελίδες επεξηγήσεων δεν αξίζει τον κόπο.
4. Υπάρχουν τρεις καταστροφικές αντιλήψεις στη νοοτροπία των σύγχρονων ποιητών.
Η μια νομίζει πως πρέπει να διδάξει, να προσφέρει αποφθέγματα σοφίας, παραδοσιακά ή πρωτότυπα και οδηγεί σε σύντομες αφοριστικές διατυπώσεις ή μακροσκελείς προτάσεις: συχνότατα, βέβαια, και στις δύο περιπτώσεις δεν έχουμε ποίηση.
Η δεύτερη νομίζει πως πρέπει να εκφράζει και να προωθεί πολιτικές θέσεις και να ασχολείται με τα προβλήματα τη κοινωνίας με “ρεαλισμό”!
Η τρίτη, γενικότερη, νομίζει πως πρέπει να γράφει ελεύθερα για οτιδήποτε: ποιητική ελευθερία.
Και οι τρεις αυτές ολέθριες απόψεις ελέγχονται με δύο ποιητικές συνιστώσες. Η μια είναι η παρουσία κάποιου ρυθμού στους στίχους, κάποιου έμμετρου στοιχείου. Η δεύτερη είναι η ΑΑ.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα από έναν σύγχρονό μας: ένας νέος λέει –
Θα περάσω/κάτω από τις ανθισμένες ακακίες
των χαδιών σου/ και θα ραμφίσω
το πάμφωτο τζάμι του έαρος.
Εδώ έχουμε πέντε στίχους με 4 συλλαβές, 12 ή 13, 4, 5 και 10. Δεν ξέρουμε γιατί των χαδιών σου χωρίζεται από τις ακακίες ενώ του έαρος δεν χωρίζεται από το τζάμι. Η δομή μοιάζει αυθαίρετη.
Η ανάλυση του μέτρου μας δίνει υυ+υ/+υυ+υυυ+υυυ+υ/υυ+υ/υυυ+υ/υ+υυ+υυ+υυ. Μόνο ο πρώτος στίχος και ο τρίτος συμφωνούν. Ο ρυθμός είναι πολύ πεζός.
Αλλά έχουμε τη μεταφορά ανθισμένες ακακίες των χαδιών που σίγουρα δεν είναι στοιχείο πρόζας. Μόνο που το βρίσκω δύσκολο να δω τη σχέση μεταξύ ακακιών και χαδιών. Τα φύλλα και τα άνθη της ακακίας δεν δίνουν όμοια αίσθηση αφής με το ανθρώπινο χέρι: τα φύλλα είναι σκληρά και ο ανθός χνουδωτός. Επιπλέον οι ακακίες (ή γαζίες ή μιμόζες) έχουν διπλή προέλευση και όσες κατάγονται από την Αφρική έχουν αγκάθια (ενώ οι άλλες, εξ Αυστραλίας, όχι).
Η δεύτερη εικόνα όπου ο νέος μετατρέπεται σε πουλί και ραμφίζει το τζάμι της άνοιξης είναι ακόμα πιο παράξενη. Είναι μέσα στο έαρ και θέλει να βγει έξω, ή είναι έξω και θέλει να μπει μέσα;… Ποιο είναι το πάμφωτο τζάμι της άνοιξης, τελικά;…
Μια μεταφορά είναι συμπιεσμένη παρομοίωση δίχως τα “σαν, όπως” ή τις φράσεις “μοιάζει με, φαίνεται να”. Τα χάδια δεν μοιάζουν με, δεν είναι σαν, ανθισμένες ακακίες: δεν υπάρχει εδώ ΑΑ. Μετά, σχετικά με τις δύο τελευταίες γραμμές, εγώ κάνω κάτι σε κάποια άποψη της άνοιξης όπως ένα πουλί ραμφίζει ένα τζάμι. Τι κάνω ραμφίζοντας και σε ποια άποψη, σε ποιο μέρος της άνοιξης που εκφράζεται με το τζάμι;… Ούτε εδώ υπάρχει ΑΑ
Άθλιο σκαρίφημα.
5. Είναι διάχυτη, δυστυχώς, η αντίληψη πως πρέπει να υπάρχει παντού ελευθερία και στην Ποίηση, φυσικά, “ποιητική ελευθερία”. Η φράση αυτή χρησιμοποιήθηκε συχνά στο παρελθόν από σοβαρούς στοχαστές. Αλλά δεν σήμαινε και δεν σημαίνει πως γράφεις ό,τι θες και όπως θες. Με τέτοια παρανόηση όμως πολλοί ποιητάρηδες ή παραποιητές, όπως τους ονομάζουν άνθρωποι που νοιάζονται για την ποίηση, γράφουν ακριβώς με αυτόν τον τρόπο – όπως “τις ανθισμένες ακακίες των χαδιών”, νομίζοντας πως ελεύθερος στίχος είναι γραμμές κομμένες αυθαίρετα εδώ κι εκεί.
Η φωνή του ποιητή ακούγεται καθαρά στον δικό της ρυθμό να μεταδίνει κάποιο νόημα που αναγνωρίζουν εύκολα οι άλλοι:
Αχ, κανείς μας δεν θυμάται πλέον εύκολα
πόσο ηλικιωμένοι στ’ αλήθεια είμαστε
έχοντας φθείρει πλεκτά και πλεκτά σάρκινης περιπέτειας˙
δεν θυμάται ακόμα κι όταν ο νους κάθεται
με την πλάτη στο μέλλον κοιτώντας πως χάνεται
ο χρόνος στο παρελθόν: τον έλκει τόσο αναπόφευκτα
πλήθος στιγμές–σειρήνες μέσ’ από αμφισβητούμενα περάσματα
της Ιστορίας εκείν’ η πρώτη αρχή.