Μιχάλης Τσιντσίνης
Δεν έχει μείνει κανείς. Ολα τα μέλη της συντονιστικής επιτροπής της αντιπολίτευσης στη Λευκορωσία είτε φυλακίστηκαν είτε αυτοεξορίστηκαν. Ολοι, εκτός από τη Σβετλάνα Αλεξίεβιτς.
Το καθεστώς του Λουκασένκο δεν είχε μέχρι την Παρασκευή απλώσει το χέρι του στην 72χρονη συγγραφέα. Ο δικτάτορας που δεν δίστασε να φωτογραφηθεί κραδαίνοντας ένα καλάσνικοφ, διστάζει ξαφνικά μπροστά σε ένα Νομπέλ Λογοτεχνίας. Μπορεί τάχα η λογοτεχνία να βραχυκυκλώσει τα καλάσνικοφ;
Η κινητοποίηση των Ευρωπαίων πρεσβευτών στο Μινσκ, που έσπευσαν, σαν ανθρώπινη ασπίδα, στο διαμέρισμα της Αλεξίεβιτς, ήταν πάντως μια επίδειξη συμβολικής ισχύος. Το μήνυμα ήταν ότι η Λευκορωσία δεν είναι αλλού. Είναι στην Ευρώπη. Δεν είναι ένα ακρωτηριασμένο μέλος – όπως ήταν ολόκληρο το ανατολικό κομμάτι της ηπείρου για το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα.
Η Αλεξίεβιτς έχει γράψει για τους ανθρώπους που γεννήθηκαν και διαπλάστηκαν σε αυτό τον μισόν αιώνα – όπως και η ίδια. Τα βιβλία της –ούτε μυθοπλασία, ούτε στεγνή δημοσιογραφική έρευνα– είναι μια ανατομία του homo sovieticus. Σε αυτά ακούγεται η φωνή των υπηκόων του Υπαρκτού, όχι όπως είχαμε συνηθίσει να την ακούμε στη Δύση. Δεν ακούγονται μόνο άνθρωποι κυνηγημένοι και καταπιεσμένοι, αλλά και πολλοί που είχαν ταυτιστεί με το καθεστώς και δεν έκοψαν τον λώρο ούτε μετά την πτώση του.
«Αναζήτησα», γράφει η Αλεξίεβιτς στην εισαγωγή του «Μεταχειρισμένου χρόνου» (κυκλοφορεί στα ελληνικά ως «Το τέλος του κόκκινου ανθρώπου»), «ανθρώπους που ήταν ακατάλυτα δεμένοι με τη σοβιετική ιδέα και την είχαν αφήσει να τους διαποτίσει τόσο βαθιά που δεν μπορούσαν να χωριστούν από αυτή: το κράτος είχε γίνει όλος ο κόσμος τους, αποκλείοντας όλα τα υπόλοιπα, ακόμη και τις ίδιες τις ζωές τους. Δεν μπορούσαν να δραπετεύσουν από την Ιστορία, να την αφήσουν πίσω και να μάθουν να ζουν χωρίς αυτή – να βουτήξουν με τα μούτρα στον νέο τρόπο ζωής και να εξαφανιστούν στην ατομική ύπαρξη».
Ο Υπαρκτός δεν ήταν μόνο μια εξωτερική συνθήκη. Ηταν και ένα χυτήριο συνειδήσεων. Ενα καθεστώς που είχε γίνει μύχιο. Μετά την ανάγνωση της Αλεξίεβιτς, η ιδέα ότι όσοι ζούσαν πίσω από το παραπέτασμα, ξαφνικά, μετά το 1989, ανέβλεψαν και μπόρεσαν να ανθίσουν ως ελεύθερα άτομα, ακούγεται απλοϊκή.
Αυτή η γυναίκα, στη λογοτεχνική ευφυΐα της οποίας οφείλουμε τη χαρτογράφηση ενός μέρους της ευρωπαϊκής συνείδησης, κάθεται τώρα στο διαμέρισμά της πεισματικά και περιμένει. Περιμένει τι; Μήπως την Ευρώπη; Μήπως το μοιραίο τέλος του δυνάστη;
Οχι. Ακολουθεί μάλλον τον δρόμο του Βάτσλαβ Χάβελ: απέναντι στο καθεστώς οφείλει «να ζει κανείς σαν να ήταν πραγματικά ελεύθερος. Δεν είναι ο πιο πρακτικός τρόπος. Αλλά δεν ξέρω καλύτερη εναλλακτική».
Πηγή: Καθημερινή
– – –
Όλα τα σχόλια των αναγνωστών είναι ευπρόσδεκτα, εφόσον δεν χρησιμοποιούν προσβλητικούς ή υβριστικούς χαρακτηρισμούς. Επίσης σχόλια στα οποία έχει επιλεγεί η “Υποβολή ως Ανώνυμος/η – Unknown” δεν θα δημοσιεύονται. Μπορείτε να επιλέξετε να υποβάλετε ένα σχόλιο είτε με το προφίλ σας στο Google (1η επιλογή), είτε το όνομά σας ή κάποιο ψευδώνυμο (2η επιλογή: “Όνομα/URL“), συμπληρώνοντας μόνο το πεδίο “Όνομα” (όνομα ή ψευδώνυμο της αρεσκείας σας). Όλα τα σχόλια πριν τη δημοσίευσή τους πρέπει να εγκριθούν από τον Διαχειριστή (comment moderation), γι αυτό πιθανόν να υπάρξει μια μικρή καθυστέρηση.