Μαρία Κατσουνάκη
Μάλλον δεν έχει καμία σημασία το θέμα που κάθε φορά συζητάει η Βουλή. Είτε βρίσκεται στη «δίνη» του Μακεδονικού είτε πρόκειται να κυρωθεί ο νέος κρατικός προϋπολογισμός ή να ψηφιστεί η μείωση των συντάξεων, ή να παρουσιαστούν στοιχεία για τη βία και ανομία στα ΑΕΙ, οι «εντάσεις» είναι δεδομένες όπως και τα «φραστικά επεισόδια». Τελευταία, μάλιστα, γίνονται όλο και πιο… ευρηματικά: «Στήσου μπροστά σε έναν καθρέφτη και φτύσ’ τον μέχρι να σκοτεινιάσει το είδωλό σου», απευθύνθηκε πρόσφατα κάποιος βουλευτής σε κάποιον άλλον. «Βαδίζουμε σε εκλογές και το κλίμα θα γίνεται όλο και πιο τοξικό», είναι η, κυρίαρχη, καθησυχαστική ερμηνεία. Δηλαδή, μετά τις εκλογές θα ηρεμήσουν τα πνεύματα και ό,τι έχει εγγραφεί ως κακοποίηση στον δημόσιο λόγο θα σβηστεί και θα πορευτούμε σε έναν αποκατεστημένο από τα τραύματα του παρελθόντος δημόσιο βίο; Αυτή η ανάγνωση βολεύει, αλλά δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Οι, κομψά χαρακτηριζόμενες, «εντάσεις» μειώνουν τις προσδοκίες, υποθηκεύουν το μέλλον. Προφανώς δεν εννοούμε την όξυνση ή τις φωνές που υψώνονται ή τη γόνιμη αντιπαράθεση. Τα τελευταία χρόνια, όμως, ο χωρίς φρένα κατήφορος συμβάλλει δραστικά στη θεμελίωση του τοίχου της αδιαφορίας των πολιτών. Οταν οι «αγανακτισμένοι» από τις πλατείες εγκαθίστανται στα έδρανα του Κοινοβουλίου, απαξιώνεται συνολικά η πολιτική, ενισχύεται η κοινωνικοπολιτική αποσταθεροποίηση.
Και αν οι συζητήσεις με ύβρεις είναι πλέον συνήθεια και ηχούν υπερβολικά δραματικές οι εκτιμήσεις περί «υποθηκευμένου μέλλοντος», ας αναλογιστούμε τι μπορεί να σημαίνει η διαρκής διάψευση ή η αποστροφή στους δημοκρατικά εκλεγμένους εκπροσώπους, σε μια εποχή μεγάλων ακροτήτων και εξίσου μεγάλων ανισοτήτων. Ο λαϊκισμός έχει πολλά ποδάρια, η ταύτιση με το χειρότερο εκτονώνει και την ίδια στιγμή μειώνει τις αναμονές για το καλύτερο, μετατρέποντας την αντίδραση σε καθεστώς και κυρίαρχο λόγο. Βυθιζόμαστε στη συνολική απαξίωση.
Ενα σοβαρό πολιτικό σύστημα δεν ασχολείται μόνο με οικονομικά μεγέθη, μεταρρυθμίσεις, καινοτομίες. Διαμορφώνει περιβάλλοντα χώρο, αντιλήψεις για τη συνύπαρξη, τη συνεννόηση, όχι μόνο σε εθνικό αλλά και σε προσωπικό επίπεδο. «Φτύνοντας», δεν σκοτεινιάζουν μόνο τα είδωλα στον καθρέφτη. Κατεδαφίζεται η προσπάθεια να υψώσουμε αναχώματα στον ανορθολογισμό. Στρώνουμε τον δρόμο στη βία και στη λεηλασία. Ετοιμάζουμε το έδαφος για το μοιραίο, αυτή τη φορά, λάθος.
Πηγή: Καθημερινή