Δημήτρης Ρηγόπουλος
Στο λεωφορείο, ένας νέος άνδρας κοντά στα 25 μιλάει στο τηλέφωνο. Αφηγείται την εμπειρία μιας ακόμα συνέντευξης για δουλειά. Ο τόνος της φωνής του είναι ουδέτερος, σαν να επαναλαμβάνει ιστορίες που δεν έχουν και τόση σημασία, και κυρίως σαν να μην αφορούν τον ίδιο και τη ζωή του.
«Οκτάωρο, έξι μέρες την εβδομάδα, 650 ευρώ». Τον θέλουν, δεν απάντησε αλλά το σκέφτεται. «Θα δω», λέει αδιάφορα στον φίλο του. Παρ’ όλα αυτά, επιτρέπει στον εαυτό του ένα ελάχιστο ίχνος ικανοποίησης.
Το τηλέφωνο κλείνει, το βλέμμα του γίνεται απλανές, χάνεται στις σκέψεις του. Καλύτερα από μια άποψη. Εξω από το παράθυρο εναλλάσσονται σκηνές από οποιαδήποτε πόλη της Μέσης Ανατολής· το «χαριτωμένο» αθηναϊκό χάος που ενθουσιάζει τουρίστες από τακτοποιημένες πόλεις της Δύσης με μέσο εισόδημα τις 100.000 δολάρια.
Θα γυρίσει στο τηλέφωνό του, θα ξεχαστεί με φωτογραφίες και βιντεάκια στο Facebook, θα χαζέψει τα πρωτοσέλιδα των αθλητικών εφημερίδων. Αυτή είναι η ζωή του, αντιμέτωπος με τη μοναδική προοπτική μιας στοιχειώδους οικονομικής ανεξαρτησίας. «Οκτάωρο, έξι μέρες την εβδομάδα, 650 ευρώ». Θα δει.
Δεν είναι ο μόνος στην παρέα του που ψάχνει ακόμα για δουλειά, τουλάχιστον δεν είναι ο δακτυλοδεικτούμενος της γειτονιάς, συγγενών, των φίλων των γονιών του. Μεγάλη ανακούφιση αυτό, το ξέρει. Εξάλλου, πόσοι από τους παλιούς συμμαθητές του εργάζονται σε μια κανονική δουλειά; Υπάρχει μια ψευδαίσθηση ηρωισμού στην κατάρα που χτύπησε τη γενιά του. Αλλά δεν τον ενδιαφέρουν αυτά. Θέλει να πιάσει δικά του λεφτά στο χέρι, τι νόημα έχει να χάνεται σε σκέψεις που δεν βγάζουν πουθενά;
Τρεις μήνες μετά την έξοδο από τα μνημόνια η καταθλιπτική σιωπή που στοιχειώνει τους συρμούς του ηλεκτρικού και τα ξεχαρβαλωμένα οχήματα των αστικών λεωφορείων δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας. Ποτέ δεν έβλεπες πάρτι στους δρόμους, αλλά αυτή η αίσθηση καθολικής παραίτησης που πλανάται στον δημόσιο χώρο της Αθήνας αρχίζει και γίνεται αποπνικτική. Χρειάζεται επειγόντως εθνική σταυροφορία που θα αλλάξει το κενό βλέμμα εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων, οι οποίοι απλώς δεν πιστεύουν κανέναν και σε τίποτα.
Πηγή: Καθημερινή