Κώστας Καλλίτσης
Τι ενδιαφέρει την κυβέρνηση; Να είναι χρήσιμη ή να είναι αρεστή; Το ερώτημα δεν θα ετίθετο ούτε καν ως ρητορικό, αν η κυβερνητική ηγεσία δεν αναλωνόταν κάθε λίγο και λιγάκι σε διαβεβαιώσεις ότι επιθυμεί η κυβέρνηση να είναι χρήσιμη, ότι είναι αποφασισμένη να συγκρουστεί με μικρά και μεγάλα ιδιοτελή συμφέροντα για να υπηρετήσει το δημόσιο συμφέρον, ότι δεν υπολογίζει το πολιτικό κόστος προκειμένου να το πράξει. Πράγματα που, σε τελευταία ανάλυση, ίσως δεν ακούγονταν παράδοξα, αν ληφθεί υπόψη ότι είναι η κυβέρνηση του «41%», σε ένα πολιτικό τοπίο όπου απουσιάζει ή είναι ωσεί παρούσα η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση. Η κυβέρνηση ό,τι θέλει, το κάνει πράξη – ή κάπως έτσι. Αμ δε! Εδώ και μήνες, τουριστικές, κατασκευαστικές και αγροτικές επιχειρήσεις εκλιπαρούν για εισαγωγές εργατικών χεριών. Η προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου Μετανάστευσης τους ψιλοδούλευε για να κερδίζει χρόνο χωρίς να κάνει τίποτα – μέχρι να εισαγάγουμε εργαζομένους από το Μπανγκλαντές, όπου δεν έχουμε καν προξενείο, σκαρφίστηκε.
Ο νέος υπουργός Μετανάστευσης, λοιπόν, ο Δημ. Καιρίδης, έφερε μια πρακτική πρόταση: Αφού ζουν καθ’ ημάς περίπου 300.000 παράτυποι μετανάστες επί χρόνια, που μιλούν ελληνικά, τους γνωρίζουμε και μας γνωρίζουν, ας τους δώσουμε χαρτιά να εργαστούν νόμιμα.
Η πρόταση φάνηκε ότι παίρνει τον δρόμο της για να μετουσιωθεί σε πολιτική. Αμ δε! Στάθηκε αρκετό να γκρινιάξουν λίγοι «αληθινοί Ελληνες» βουλευτές και υπουργοί, για να κάνει η κυβέρνηση του 41% απότομη αναδίπλωση. Μπήκαν στη ζυγαριά το συμφέρον της ελληνικής παραγωγής και οικονομίας από τη μία και το πολιτικό κόστος από την άλλη, και βάρυνε το δεύτερο. Μέχρι τις αυτοδιοικητικές εκλογές τουλάχιστον, δεν πρόκειται να γίνει τίποτα. Κι επειδή η μία υποχώρηση φέρνει την άλλη, είναι πολύ πιθανό ότι δεν θα γίνει τίποτα ούτε μετά από αυτές – άλλωστε έπειτα από έξι μήνες θα έχουμε άλλες εκλογές, για την Ευρωβουλή.
Την περασμένη Τρίτη, μια μικρή ανακοίνωση, του Κων. Σκρέκα, έδειξε ότι μερικές φορές τα πράγματα είναι χειρότερα, ότι για σοβαρά προβλήματα κάποιοι απλώς μας δουλεύουν. Η ακρίβεια ταλαιπωρεί τους πάντες. Υποτίθεται ότι από τα μέσα 2021, που πρωτοεμφανίστηκε, γίνονται συστηματικοί έλεγχοι στην αγορά. Αμ δε! Την περασμένη Τρίτη, ο νυν υπουργός Ανάπτυξης, Κων. Σκρέκας, έκανε μια ανακοίνωση-έκκληση σε δημόσιους υπαλλήλους να θελήσουν να αποσπαστούν για να στελεχώσουν κλιμάκια ελέγχων στην αγορά, γιατί τα κενά είναι πολύ μεγάλα – ακόμη σήμερα. Επί δύο χρόνια, λοιπόν, αυτό που πράγματι γινόταν ήταν δηλώσεις περί αυστηρών ελέγχων – όχι οι ίδιοι οι έλεγχοι.
Μήπως, όμως, έστω τώρα, θα παταχθεί η κερδοσκοπία; Αμ δε! Για να περιοριστεί, προϋπόθεση είναι η σύγκρουση με πελατειακά δίκτυα. Ενώ οι μόνοι έλεγχοι που γίνονται είναι στο λιανεμπόριο, σε αυτό έχουν τεθεί ανώτατα όρια μεικτού κέρδους –όχι στο εισαγωγικό και χονδρικό εμπόριο ή στη μεταποίηση– που έχουν (κακο)μάθει να δουλεύουν με ποσοστά κέρδους που δεν υπάρχουν αλλού στην Ευρώπη. Οι έλεγχοι ίσως τώρα αρχίσουν να γίνονται, αλλά δεν θα γίνονται εκεί όπου διαμορφώνονται, πραγματικά, οι τιμές.
Δεν είναι πάντα ή μόνο θέμα ουσίας της ασκούμενη πολιτικής. Είναι και κάτι ευτελές, ο φόβος του πολιτικού κόστους. Παράδειγμα, η φοροδιαφυγή: Αν οι Αρχές αξιοποιούσαν τη νομοθεσία και άνοιγαν τραπεζικούς λογαριασμούς όσων έπιαναν για φοροδιαφυγή και των μελών της οικογένειάς τους και, σε περίπτωση που διαπίστωναν αδικαιολόγητο πλουτισμό, προχωρούσαν σε ποινές έως και δήμευση περιουσιακών στοιχείων, τότε το αποτέλεσμα θα ήταν πολύ μεγαλύτερο από πάμπολλες διατάξεις και εγκυκλίους.
Ηθικόν δίδαγμα – που λέγαμε παλιά: Δεν χρειάζεται πάντα να ανακαλύπτουμε την «Αμερική». Συχνά υπάρχουν και τα πρόσφορα μέτρα, έχουν ήδη νομοθετηθεί. Αλλά δεν εφαρμόζονται. Γιατί ακόμη και μια κυβέρνηση του 41%, χωρίς καν αντιπολίτευση, μπορεί να φοβάται τον ίσκιο της. Ή να προτιμά να μη χαλάει καρδιές, παρά να είναι χρήσιμη. Αυτό είναι θέμα ουσίας.
Πηγή: Καθημερινή