Κώστας Καλλίτσης
Ποιο είναι το πρόβλημα της αγροτικής μας οικονομίας; Αν ήταν μόνο ή κύρια τα λεφτά, με τον πακτωλό κεφαλαίων που έχουν εισρεύσει ως εισοδηματικές ενισχύσεις και επιχορηγήσεις για επενδύσεις από τα ευρωπαϊκά ταμεία αφότου η Ελλάδα μπήκε στην ΕΟΚ, όλα τα προβλήματα θα έπρεπε να είχαν λυθεί. Αντιθέτως, η αγροτική παραγωγή τείνει να συρρικνώνεται και η εξάρτησή μας από εισαγωγές τροφίμων να μεγαλώνει. Την τελευταία 10ετία οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις μειώθηκαν 26%, χωρίς την ανάλογη δημιουργία μεγαλύτερων, ισχυρότερων.
Επί 10ετίες επαναπαυόμαστε στα εύκολα λεφτά που εισπράττουμε από τις Βρυξέλλες και αρνούμαστε να σχεδιάσουμε ένα σύγχρονο μοντέλο αγροτικής παραγωγής, να αποφασίσουμε τι είδους αγροτική οικονομία θέλουμε, τι θέλουμε να παράγουμε. Δεν ενδιαφέρει πώς θα αξιοποιήσουμε τα κονδύλια της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, το μόνο που μας καίει είναι πόσα/πόσο γρήγορα θα απορροφήσουμε – ό,τι, δηλαδή, γίνεται και με τα ΕΣΠΑ και με το ΤΑΑ. Τελευταία απόδειξη: στο πλαίσιο της ΚΑΠ 2023-27, η Ελλάδα έπρεπε να υποβάλει ένα στρατηγικό σχέδιο για την αγροτική οικονομία της. Υπέβαλε, το 2022, ένα αδιάφορο ευχολόγιο γραμμένο στο πόδι – και η Κομισιόν μας το επέστρεψε με 475 παρατηρήσεις.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, η Ελλάδα ισχυριζόταν ότι καλλιεργούνται τόσα ελαιόδεντρα όσα αν φυτεύαμε και… τη θάλασσα – το Ικάριο, το Κρητικό και το Καρπάθιο Πέλαγος μαζί. Τώρα οι ευρωπαϊκές υπηρεσίες μας έχουν στοχοποιήσει για τα αιγοπρόβατα: έχουμε την υποχρέωση να κάνουμε σχέδια βόσκησης, να χαρτογραφήσουμε τα βοσκοτόπια, έτσι ώστε να γίνεται διασταύρωση της έκτασης με τον αριθμό των αιγοπροβάτων και να αποτρέπεται η κλοπή επιδοτήσεων. Εχουμε εισπράξει κάποια εκατ. για τις σχετικές μελέτες, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχουν γίνει πολλά και οι Βρυξέλλες ρίχνουν ευθύνες για την ακατανόητη καθυστέρηση στον αρμόδιο υπουργό – και βουλευτή Κρήτης.
Αλλά πέρα από τέτοιες «παρενέργειες», το πρόβλημα είναι επί της ουσίας, είναι μεγάλο, είναι πρόβλημα παραγωγικότητας. Περίπου το 50% της καλλιεργήσιμης ελληνικής γης καλλιεργείται με σιτάρι, σίκαλη, κριθάρι, καλαμπόκι, με προϊόντα δηλαδή που αποδίδουν 100-200 ευρώ/στρέμμα, ενώ πολύ μεγάλο μέρος της θα μπορούσε να έχει θερμοκήπια, με καλλιέργειες που αποδίδουν 20.000-30.000 ευρώ/στρέμμα. Eτσι φτάσαμε να εισάγουμε κάθε χρόνο κηπευτικά αξίας περίπου 2 δισ. ευρώ – κυρίως από Ολλανδία και Βέλγιο.
Μεθαύριο οι αγρότες θα διαδηλώσουν στην Αθήνα, μετά θα αποφασίσουν τα επόμενα βήματά τους. Το βέβαιο είναι ότι όταν επιστρέψουν στα χωράφια τους δεν θα το κάνουν επειδή τους ικανοποίησαν τα μέτρα ή επειδή πείσθηκαν από τα λεγόμενα περί πάτου του βαρελιού, αλλά μόνο και μόνο γιατί πρέπει να σπείρουν. Μαζί θα πάρουν και το κυβερνητικό δίδαγμα: ότι παύουν να είναι αόρατοι όταν βγαίνουν με τα τρακτέρ στους δρόμους – μόνο τότε ανακαλύπτονται περιθώρια που, μέχρι τότε, υποτίθεται ότι δεν υπήρχαν. Θα παραμείνει, ωστόσο, το μεγάλο κενό. Η απουσία έγνοιας και σχεδίου για την ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας. Σε αυτήν θα κυοφορείται η επόμενη έκρηξη προβλημάτων και, μαζί, οργής.
Πηγή: Καθημερινή