Νίκος Βατόπουλος
Η Αθήνα είναι η μοναδική πρωτεύουσα που διατηρεί το σπουδαιότερο μουσείο της και ένα από τα σπουδαιότερα παγκοσμίως σε έναν κλωβό παραβατικότητας, δυσωδίας και παρακμής. Οσοι σιωπούν έχουν ευθύνη συγκάλυψης. Η γειτνίαση του Αρχαιολογικού Μουσείου με το Πολυτεχνείο, έτσι όπως αυτό είναι παραδομένο και επισήμως σε όποιον θέλει να κάνει ό,τι θέλει χωρίς συνέπειες, είναι βαρίδι που το κρατάει καθηλωμένο. Ο κήπος του Μουσείου, η οδός Τοσίτσα, η οδός Μπουμπουλίνας, η γωνία Μάρνη και Πατησίων (με την παράγκα του Καραγκιόζη), το περίπτερο με την πιο λιγδιασμένη τέντα μιλούν για μια πόλη παραιτημένη και παρατημένη.
Δεν είναι μόνο θέμα αστικής υπερηφάνειας, αλλά και θέμα εθνικού συμφέροντος. Είναι παράδοξο να υπερτονίζεται η τουριστική αναβάθμιση της Αθήνας, με παραδείγματα από νέα ξενοδοχεία στην Πλάκα ή στην Ομόνοια, από γεμάτα εστιατόρια και αύξηση αφίξεων, την ίδια ώρα που το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο είναι σε ομηρία. Λείπει η ποιοτική ανάλυση των στοιχείων. Από την Ομόνοια έως το Μουσείο, κατά μήκος της Πατησίων, δεν υπάρχει ούτε ένα εκατοστό που να μην προκαλεί αποστροφή από τη βρωμιά και την εγκατάλειψη. Οσο αυτή η κατάσταση παραμένει ανεκτή, η Αθήνα θα δυσφημίζεται καθημερινά ως μία απολίτιστη και αντιδημοκρατική πόλη που αγνοεί τον πολίτη και τον επισκέπτη, χωρίς συναίσθηση του ρόλου της, του ιστορικού της βάθους και των συναρπαστικών δυνατοτήτων της.
Η κατάσταση στο δίδυμο Μουσείου – Πολυτεχνείου είναι παλιά και έχει προκαλέσει εξοικείωση. Το θέμα είναι καθαρά πολιτικό και όσο αυτό διαιωνίζεται, επιδεινούμενο λόγω γενικευμένης ανοχής στην ανομία, εξαπλώνεται, σκληραίνει και παγιώνεται. Αποτελεί ειρωνεία και οξύμωρη πραγματικότητα να συνυπάρχουν τα αριστουργήματα της ελληνικής τέχνης με τη χυδαιότερη έκφραση των σύγχρονων Ελλήνων. Περί αυτού πρόκειται.
Επιπλέον, η θρασύτητα της άγνοιας και η εσκεμμένη υποτίμηση της συνδρομής και της συμβολής ευγενών στο πνεύμα Ελλήνων τα τελευταία 200 χρόνια μάς έχουν απομακρύνει από την ιδρυτική συνθήκη τόσο του Πολυτεχνείου όσο και του Μουσείου, που βασίζονται στην εθνική προσφορά των Ηπειρωτών ευεργετών. Ο συστηματικός ευτελισμός της ιδέας της Ελλάδας ως μιας χώρας που μπορεί να διαθέτει ιδανικά έχει τους δικούς του πρωτεργάτες. Οσο πιο χαμηλά, τόσο πιο άνετη η επικράτηση της χυδαιότητας. Οσων ζούμε, δηλαδή.
Πηγή: Καθημερινή