Αλέξης Παπαχελάς
Ενα βασικό προσόν των κυβερνώντων, από την εποχή που ήταν στην αντιπολίτευση έως σήμερα, είναι το θράσος. Παράδειγμα λαμπρό, το παιχνίδι με τα «βοθροκάναλα». Ο ΣΥΡΙΖΑ τα χρησιμοποίησε πολλαπλώς. Την εποχή της δυναμικής αντιπολίτευσης τα κατήγγελλε όταν δεν έπαιζαν σκηνές από τις «παρεμβάσεις» των διαφόρων ομάδων διαμαρτυρίας. Ταυτοχρόνως τα έβριζε και είχε πιάσει στασίδι, ειδικά στα πρωινά τηλεκαφενεία. Ηταν η καλύτερη επιλογή. Τα περισσότερα κανάλια πάντοτε λαΐκιζαν και είχαν υιοθετήσει την άποψη ότι «ο πελάτης έχει πάντα δίκιο». Η τακτική του ΣΥΡΙΖΑ ήταν όμως πολύ έξυπνη. Τα απαξίωσε, αλλά τα εκμεταλλεύθηκε στο έπακρο.
Οι εκπρόσωποί του έλεγαν τα πιο ακραία και εξωπραγματικά πράγματα ταΐζοντάς τα τηλεθέαση την ίδια ώρα που τα έβριζαν.
Και τώρα έρχεται το καλύτερο. Δεν μπορώ να διανοηθώ τι θα γινόταν αν ο Γ. Παπανδρέου ή ο Αντ. Σαμαράς καλούσαν τους τραπεζίτες στο Μαξίμου την εποχή των μεγάλων κινητοποιήσεων για να τους ζητήσουν να πιέσουν τα κανάλια και να πέσουν οι τόνοι στα ρεπορτάζ. Πανηγύρι θα είχε στηθεί για παιχνίδια διαπλοκής, εξωθεσμικές παρεμβάσεις και πολλά ακόμη.
Συνέβη όμως και αυτό και το θεωρήσαμε κάτι κανονικό.
Εχει μπλέξει όμως ο ΣΥΡΙΖΑ και μαζί και εμείς. Γιατί εκείνος έφερε στην Ελλάδα το μοντέλο της ακραίας διαμαρτυρίας, πολύ πριν ξεσπάσει η οικονομική κρίση, ώστε να τη δικαιολογήσουν οι δημοσιολογούντες ως προϊόν φτώχειας και μνημονιακής απελπισίας. Αυτό συνέβη ήδη όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα πολύ μικρό κόμμα. Με την έλευση του μνημονίου, γιγαντώθηκε. Οι προπηλακισμοί πολιτικών, τα… δεν πληρώνω και άλλες μορφές διαμαρτυρίας λανσαρίστηκαν τότε με μεγάλη επιτυχία. Το ίδιο και το υπερόπλο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και η στοχοποίηση προσώπων και θέσεων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ λογικεύθηκε από τότε, αλλά έμειναν πίσω όσοι πίστεψαν στην «παλαβομάρα» και στην αρχή πως κάθε μορφή διαμαρτυρίας δικαιολογείται. Βρίσκει απέναντί του –στον μνημονιακό δρόμο που ακολούθησε– όλες τις ακρότητες και τις υπερβολές που ο ίδιος έφερε στην πολιτική ζωή του τόπου. Λέγαμε μέχρι πρόσφατα ότι επί ΣΥΡΙΖΑ δεν «άνοιγε μύτη», παρά τις περικοπές και τα μέτρα. Αυτό αλλάζει σιγά σιγά. Και δεν βοηθάει καθόλου η ενοχική αντιμετώπιση της κυβέρνησης απέναντι στα πιο ακραία κρούσματα ανομίας. Το χάδι και το καλόπιασμα δεν πιάνουν πια, αλλά και η σκληρή αντιμετώπιση είναι ανάθεμα για τον σκληρό πυρήνα του κόμματος. Οσο και να πιέσουν οι τράπεζες τα κανάλια να ρίξουν τους τόνους, ένα κομμάτι της κοινωνίας βράζει, ενώ κλιμακώνεται η αγανάκτηση των προδομένων οπαδών. Στο «πάτωμα» έχουν χυθεί, και από τον ΣΥΡΙΖΑ, πολύ εύφλεκτο υλικό και μίσος. Πριν ζητήσει από όλους να αποφύγουν τις ακρότητες, καλό θα ήταν να κάνει την αυτοκριτική του και να μαζέψει όσους κυβερνούν συμβατικά και βρίζουν αντισυστημικά. Και τα δύο δεν γίνονται.
Πηγή: Καθημερινή