Αθανάσιος Έλλις
Όλοι συμφωνούν ότι ο διχασμός έχει προκαλέσει πολλά δεινά στην Ελλάδα. Δυστυχώς, δεν χρειάζεται να ανατρέξει κανείς στην αρχαιότητα, ούτε καν στον περασμένο αιώνα, για να διαπιστώσει τις τραγικές συνέπειες.
Η πιο πρόσφατη εμπειρία διαίρεσης της ελληνικής κοινωνίας έχει να κάνει με τη διαχείριση της κρίσης. Βιώνουμε άλλον ένα ιδιότυπο διχασμό. Αυτή τη φορά διαπερνά ιδεολογίες. Είναι ένας διαφορετικού είδους εμφύλιος. Ο λαός είναι χωρισμένος σε «αντιμνημονιακούς» και τους άλλους που οι πρώτοι περιγράφουν ως «μνημονιακούς». Στην πρώτη κατηγορία συναντώνται αριστεροί και δεξιοί, αναρχικοί και εθνικιστές, που επιρρίπτουν τις ευθύνες στους ξένους, και προσάπτουν ενδοτισμό και τάσεις υποταγής στους μετριοπαθείς που κάνουν αυτοκριτική για το χθες και αναζητούν εφικτές λύσεις για το αύριο. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τα εθνικά θέματα, όπου κάποιοι με περισσή ευκολία βαφτίζουν άλλους προδότες ή μειοδότες. Οι πρώτοι, οι τελούντες το μυστήριο, αυτοπροσδιορίζονται ως πατριώτες. Ακόμη και αν η πραγματικότητα έχει δείξει ότι συχνά αυτοί προκαλούν μεγαλύτερη ζημία.
Σε κάθε περίπτωση, ο διχασμός είναι εθνική κατάρα που έχει ανοίξει βαθιές πληγές. Υπό αυτό το πρίσμα ένα βήμα, έστω και μικρό, στην προσπάθεια επούλωσής τους, θα ήταν η ανακήρυξη μιας ημέρας εθνικής συμφιλίωσης. Η αναφορά γίνεται με αφορμή τη σχετική ιδέα που παρουσίασε πρόσφατα ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Γιώργος Κουμουτσάκος –ένας μετριοπαθής πολιτικός, θύμα και ο ίδιος της βίας ακραίων στοιχείων– ο οποίος πρότεινε, μάλιστα, και πιθανές ημερομηνίες, όλες με έντονο συμβολισμό: την 18η Σεπτεμβρίου (νόμος άρσης των συνεπειών του Εμφυλίου), την 23η (ιστορική απόφαση του Κωνσταντίνου Καραμανλή και της κυβέρνησης εθνικής ενότητας του ’74 για νομιμοποίηση του ΚΚΕ), και την 26η (δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη, που αγωνίσθηκε για την εθνική συμφιλίωση και δολοφονήθηκε από τη 17Ν).
Η θεσμοθέτηση ενός τέτοιου εορτασμού δεν θα άλλαζε ξαφνικά το περιβάλλον. Ωστόσο, θα έστελνε ένα υγιές μήνυμα αναγνώρισης, σεβασμού και λειτουργικής συνύπαρξης, παρά τις διαφορές που είναι φυσικό να υπάρχουν. Δεν είναι απαραίτητο να συνεργασθούν τα κόμματα, αν και σε περιόδους κρίσης και αναταραχής αυτό είναι χρήσιμο αν όχι επιβεβλημένο. Και έχει συμβεί. Το ’74 σχηματίστηκε κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, το ’89 η Ν.Δ. συγκυβέρνησε με την Αριστερά, ενώ στη συνέχεια είχαμε οικουμενική κυβέρνηση όπου συνυπήρξαν ο Ανδρέας Παπανδρέου με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Θα μπορούσε η σημερινή κυβέρνηση να κάνει μια κίνηση. Να πάρει την πρωτοβουλία να υιοθετήσει μια ιδέα της «άλλης πλευράς». Πολιτικά, κανείς δεν θα χάσει. Είναι κάτι στο οποίο όλοι, ή τουλάχιστον όλοι οι νοήμονες, μπορούν να συμφωνήσουν. Κανένα από τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου δεν έχει λόγο να διαφωνήσει.
Η ευθύνη για τη διαμόρφωση του μέλλοντος είναι κοινή, παρά τις αντιπαραθέσεις, που και αναγκαίες είναι και χρήσιμες. Η εθνική συμφιλίωση, η συναίνεση και η συνεννόηση μόνο οφέλη θα φέρουν στην κοινωνία και στη χώρα.
Πηγή: Καθημερινή