Μετά το τέλος της χούντας αποφασίσαμε, ως κοινωνία, ότι έπρεπε να μπει ένα τέλος στον αυταρχισμό και στην αυθαιρεσία των κατασταλτικών κρατικών μηχανισμών. Και ορθώς. Ο χωροφύλακας έπρεπε να φύγει από τη ζωή του Ελληνα πολίτη, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Αποφασίσαμε επίσης ότι η Δημοκρατία θα έχει ένα κόστος. Αρχισαν οι εκπτώσεις και η διασταλτική ερμηνεία τού πώς και πότε εφαρμόζεται ο νόμος.
Μόλις ο ελεγκτής έπιανε κάποιον τζαμπατζή σε μέσο μαζικής μεταφοράς, όλοι μαζί οι συνεπιβάτες φώναζαν: «Ασ’ το το παιδί, δεν έκανε και τίποτα». Οταν κάποιοι βανδάλιζαν τη δημόσια περιουσία του ελληνικού λαού, καταστρέφοντας πανεπιστημιακές αίθουσες ή τα ιστορικά κτίρια της τριλογίας στο κέντρο της Αθήνας, ο χορός των υπερασπιστών της ανομίας ξεκινούσε το γνωστό τροπάριο περί προστασίας της ελευθερίας έκφρασης. Ολόκληρες περιοχές έγιναν γκέτο ανομίας και παραβατικότητας. Το οργανωμένο έγκλημα κρύφτηκε πίσω από ψεύτικα ιδεολογήματα. Συγκεκριμένες ομάδες πολιτών δημιούργησαν μεγάλες ζώνες εγκληματικότητας και παραβίαζαν προκλητικά τον νόμο, σε δημόσια θέα. Οποιος τολμούσε να το πει ή να το γράψει χαρακτηριζόταν αμέσως ρατσιστής ή φασίστας από τα διαρκή λαϊκά δικαστήρια.
Και η άρχουσα τάξη της χώρας είχε, βέβαια, για να πούμε του στραβού το δίκιο, μια μοναδική ικανότητα να συμπεριφέρεται δημοσίως με τρόπους που έγραφαν τους νόμους στα παλιά τους τα παπούτσια. Τη δεκαετία του 1980, δίπλα στον βάνδαλο των πανεπιστημίων έλαμψε και ο τυπικός επιχειρηματίας που κυκλοφορούσε με φάρο αστυνομικού οχήματος χωρίς να λογαριάζει τίποτα. Μ’ αυτά και μ’ αυτά, φτάσαμε στο σήμερα. Τα πανεπιστήμιά μας δεν μοιάζουν με ευρωπαϊκά· αποτελούν μια θλιβερή εξαίρεση. Συμμορίες κλέβουν τα καπάκια της ΕΥΔΑΠ στο κέντρο της πόλης και τις γραμμές του τρένου.
Η κυβέρνηση και το κράτος προσπαθούν, αντιλαμβάνονται ότι αν δεν περιοριστούν αυτά τα φαινόμενα, η χώρα θα μοιάζει με ζούγκλα. Η κοινή γνώμη συμπεριφέρεται με έναν έντονο διπολισμό. Από τη μία, απαιτεί νόμο και τάξη και σπρώχνει το εκκρεμές προς τα δεξιά. Από την άλλη, με την πρώτη «στραβή» φωνάζει «ε όχι και έτσι…». Ο,τι σάπιο και στραβό φτιάχνεται επί 50 χρόνια δεν διορθώνεται και δεν ξηλώνεται σε μια στιγμή. Ας καταλάβουμε, όμως, τουλάχιστον, ότι σε μερικούς τομείς δεν είμαστε μια κανονική χώρα.