Οι τελευταίες τρεις εβδομάδες από την ηχηρή και αδιαμφισβήτητη επικράτηση του Ντόναλντ Τραμπ στις εκλογές για την προεδρία των ΗΠΑ έχουν φέρει στην επιφάνεια τις διάφορες – συνήθως αποκλίνουσες– απόψεις σχετικά με τη μελλοντική στάση της Ουάσιγκτον σε όλα τα κρίσιμα μέτωπα του πλανήτη με κύριο, βεβαίως, το Ουκρανικό. Μετά τα πρώτα 24ωρα αμηχανίας και, κυρίως, παραπολιτικού χαρακτήρα συζήτησης για τους διάφορους τηλεαστέρες που πρότεινε ο Ντόναλντ Τραμπ για υπουργικά πόστα, άρχισαν να προκύπτουν τα πραγματικά ερωτήματα. Ακολούθησε η αποδέσμευση της χρήσης πυραύλων τύπου ATACMS σε ρωσικό έδαφος, με ένα σκεπτικό το οποίο δεν έπεισε πολλούς ανά τον κόσμο, ότι – μεταξύ άλλων– όλα αυτά συνέβησαν διότι αναπτύχθηκαν στο Κουρσκ Βορειοκορεάτες στρατιώτες.
Είναι σαφές ότι στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ επικρατεί αγωνία σχετικά με το μέλλον του πολέμου στην Ουκρανία. Γι’ αυτό και έχουν γίνει όλες αυτές οι αμφιβόλου αποτελεσματικότητος επιλογές που, εν κατακλείδι, οδήγησαν στη χρήση του βαλλιστικού πυραύλου «Ορέσνικ» από τους Ρώσους, σημάδι ετοιμότητας κλιμάκωσης.
Οι πιο παλιοί θα θυμούνται ότι αυτό το ψυχροπολεμικής εποχής παιχνίδι, οι Ρώσοι και οι Αμερικανοί ξέρουν να το παίζουν πολύ καλά. Η διαφορά είναι ότι σε αυτή τη φάση υπάρχει διακύβευμα και αυτό είναι το μέλλον της Ουκρανίας. Σχεδόν 33 μήνες μετά την έναρξη του πολέμου, φαίνεται ότι η επίτευξη νίκης για τις δυνάμεις του Κιέβου είναι αδύνατη υπό τις παρούσες συνθήκες. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί μόνο αν οι χώρες της Ε.Ε. (οι μεγάλες τουλάχιστον) προχωρούσαν σε άνευ προηγουμένου παραχώρηση στρατιωτικού υλικού στην Ουκρανία, ενδεχομένως και με την παράλληλη προώθηση κάποιων δικών τους δυνάμεων στο ουκρανικό έδαφος, αν όχι για να πολεμήσουν, σίγουρα για να εκπαιδεύσουν τους Ουκρανούς και να διασφαλίσουν ότι τα νέα όπλα δεν θα καταλήξουν σε κάποια μαύρη αγορά.
Ολα αυτά μοιάζουν σχεδόν αδύνατα. Οι χώρες της Ε.Ε., περιλαμβανομένων εκείνων του σκληρού πυρήνα της, Γερμανίας και Γαλλίας, δεν μπορούν να υποστηρίξουν αποτελεσματικά τις δικές τους ένοπλες δυνάμεις, πόσο μάλλον να χορηγήσουν αφειδώς οπλισμό στην Ουκρανία, ειδικά αν οι ΗΠΑ μετά τις 20 Ιανουαρίου κλείσουν τη στρόφιγγα.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τη Δύση δεν είναι όμως η στρατιωτική και οικονομική διάσταση της ενίσχυσης της Ουκρανίας. Οπως φαίνεται και έπειτα από διάφορες εκλογικές αναμετρήσεις, το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στην αμφισβήτηση του αφηγήματος για την Ουκρανία. Το αφήγημα της ηθικής υπεροχής που εκ των πραγμάτων αντικατοπτρίζει η αντίσταση ενός μικρότερου λαού στον ανώτερο εισβολέα φθίνει. Και αντικαθίσταται από τη σιωπή της αποδοχής του δικαίου του ισχυροτέρου. Το 2025 θα είναι εκκωφαντικό.