Μιχάλης Τσιντσίνης
Η διαμαρτυρία ήταν «συμβολική» –ένας ανάερος «ακτιβισμός». «Συμβολική» στην ιδιόλεκτο της Αριστεράς ονομάζεται κάθε πολιτική ενέργεια που για λόγους προπαγανδιστικούς πρέπει να αποσυνδεθεί από τις πραγματικές της συνέπειες. Για παράδειγμα, «συμβολική» είναι η κατάληψη που, παρ’ ότι πραγματική, πρέπει να παρουσιαστεί σαν ανώδυνη πρόβα, σαν κατοπτρισμός. Ετσι και η εισβολή του «Ρουβίκωνα». Ηταν μεν εισβολή, αλλά «συμβολική», σύντομη κι απαλή.
Υποτίθεται ότι με αυτούς τους ευφημισμούς προστατεύονται οι αντιεξουσιαστές. Ομως στο πεδίο των όντως συμβολισμών, ο πρόεδρος της Βουλής τούς κατατρόπωσε. Ζητώντας από την αστυνομία να μην τους προσαγάγει, ζητώντας κιόλας από τα περιπολικά να τους γυρίσουν στον τόπο της δράσης τους, ο Νίκος Βούτσης εξανέμισε –κι ας μην το ήθελε– το συμβολικό κεφάλαιο των αναρχικών. Τι νόημα έχει ο ακτιβισμός, αν δεν διακινδυνεύεις τίποτε εξασκώντας τον; Τι αντιεξουσιαστής είναι αυτός που η εξουσία τον φροντίζει σαν πελάτη της;
Το γεγονός ότι σε αυτού του είδους τις ενέργειες αναγνωρίζεται συνδικαλιστική ασυλία δεν μετριάζει τον διαλυτικό, αντικοινοβουλευτικό τους αντίκτυπο. Το αντίθετο. Οπως και η προκάτοχός του, ο Βούτσης εκθέτει τον θεσμό που εκπροσωπεί, δείχνοντας ότι τον κρίνει ανάξιο προστασίας από «συμβολικές» παραβιάσεις και προπαγανδιστικές καταχρήσεις. Ποια από τις δύο ρουτίνες είναι πιο διαβρωτική για την κοινοβουλευτική ζωή; Εκείνη που εξελίσσεται «ακτιβιστικά» στο κατώφλι ή η άλλη που παγιώνεται μέσα στο βουλευτήριο; Τα φέιγ βολάν ή οι τροπολογίες;
Αρχαιοσυριζαίος που ποτέ δεν άφησε το αξίωμά του να υποσκελίσει τον κομματικό του ρόλο, ο Βούτσης δεν είχε τις προδιαγραφές μιας προεδρίας που θα συμμάζευε στα όρια του κανονισμού την ήδη διάτρητη νομοθετική διαδικασία. Η κυβερνητική αποστολή του ήταν ορατή, κι ας προσπαθούσε, επιστρατεύοντας την κομματική του πείρα, να την επιτελεί χωρίς να προκαλεί εντάσεις.
Λίγες ώρες προτού ο πρόεδρος της Βουλής μεθοδεύσει διά της απουσίας του τον βομβαρδισμό της συζήτησης στη Βουλή από τουλάχιστον 35 τροπολογίες, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού ένας λέων της αμερικανικής πολιτικής εκφωνούσε μεσάνυχτα στη Γερουσία μια ομιλία που λογίζεται ήδη ιστορική. Με νωπή την τομή πάνω από το φρύδι του –από την επέμβαση για την αφαίρεση όγκου–, ο Τζον Μακέιν στράφηκε πρώτα στην έδρα. Το αξίωμα του προέδρου του Σώματος, είπε, «είναι ένας τίτλος τιμητικός για τον οποίο είμαστε μάλλον αδιάφοροι, έτσι δεν είναι;». Στην πραγματικότητα, παραδέχτηκε, «το να προεδρεύει κανείς της Γερουσίας μπορεί να είναι μπελάς, μέρος μιας τελετουργικής ανίας… Αλλά, καθώς στέκομαι εδώ σήμερα (εννοείται έπειτα από 30 χρόνια κοινοβουλευτικού βίου) τρέφω ανανεωμένη εκτίμηση για τις διαδικασίες και τα έθιμα αυτού του Σώματος…».
Θα άξιζε να μετέφραζε κανείς στον Βούτση ολόκληρο το εγκώμιο του Μακέιν για τους τύπους που εγγυώνται την ουσία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Αλλά ίσως πάλι και να μην άξιζε τον κόπο.
Πηγή: Καθημερινή