Θοδωρής Γεωργακόπουλος
Στη χώρα μας την υπέροχη, όπου υπουργοί μιλούν με ισοβίτες στο τηλέφωνο, άλλοι υπουργοί καλύπτουν τους πρώτους λέγοντας πως «κάθε πολίτης το ίδιο θα έκανε», άλλοι υποστηρίζουν πως το εμπόριο ναρκωτικών στα πανεπιστήμια είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να λύσουν οι φοιτητές κι άλλοι χαρακτηρίζουν τον θάνατο ενός 11χρονου από πυροβολισμό «μια στραβή», σ’ αυτή την υπέροχη χώρα, λέγω, όπου ανώτατοι παράγοντες εμφανίζονται σε κοινωνικές εκδηλώσεις ακροδεξιών συνωμοσιολόγων εκδοτών κι όπου τα σκουπίδια υψώνονται σε βουνά που ζέχνουν καθώς τα λούζει ο καυτός, ζωοδότης ήλιος, σε αυτήν ακριβώς τη χώρα, ευτυχώς δεν έχει βρεθεί πετρέλαιο. Ετσι πίστευα πάντα (έχω γράψει κι εδώ). Η Ελλάδα είναι τυχερή που δεν έχει πετρέλαιο, διαμάντια, ρουμπίνια ή οποιονδήποτε άλλο πολύτιμο πόρο που θα της προσέφερε μια μεγάλη (καίτοι πεπερασμένη) πηγή γιγάντιων κεφαλαίων. Το πίστευα αυτό επειδή ακριβώς οι θεσμοί της είναι τόσο σαθροί και αδύναμοι, επειδή το πολιτικό της προσωπικό είναι τόσο ανεπαρκές και επειδή το κοινωνικό πελατειακό συμβόλαιο με το κράτος είναι τόσο ισχυρό, διαχρονικό και καλά δοκιμασμένο. Τέτοιες χώρες δεν ανταποκρίνονται καλά στα «τυχερά» της γης.
Υπάρχει ένα φαινόμενο που λέγεται «η κατάρα των πόρων», το οποίο περιγράφει τις συνέπειες που έχει σε ένα κράτος η ανακάλυψη μιας τέτοιας πηγής πλούτου. Οι συνέπειες αυτές κυμαίνονται από οικονομικές (η «ολλανδική ασθένεια», ας πούμε – όταν η εισροή πλούτου εκτοξεύει τα κόστη και εκμηδενίζει την ανταγωνιστικότητα των άλλων εξαγωγών της χώρας) μέχρι πολιτικές και κοινωνικές. Από τις 24 χώρες του κόσμου οι οικονομίες των οποίων βασίζονται κατά κύριο λόγο στις εξαγωγές πετρελαίου, μόνο μία είναι δημοκρατία (η Νορβηγία).
Κατά κανόνα οι χώρες που βρίσκουν ένα λεφτόδεντρο στο υπέδαφός τους είναι αυταρχικές και ανελεύθερες, με διεφθαρμένες κυβερνήσεις που εξαγοράζουν την υποταγή των πολιτών τους με χρυσάφια. Πάντα πίστευα λοιπόν πως αν στην Ελλάδα βρίσκονταν διαμάντια ή τεράστιες ποσότητες πετρελαίου, μια τέτοια μοίρα θα ήταν αναπόφευκτη. Αλλά έκανα λάθος. Αντιμετώπιζα το πρόβλημα στραβά. Εντελώς ανάποδα, αγνοώντας κάτι πασιφανές. Η Ελλάδα δεν έχει γλιτώσει από την κατάρα των πόρων. Τη ζει. Μπορεί να μην έχει πετρέλαια ή διαμάντια, αλλά έχει μια άλλη σταθερή πηγή πλούτου εδώ και σαράντα χρόνια: την Ε.E.
Από τα ΕΣΠΑ, τα ΚΠΣ, τα ΜΟΠ και την Κοινή Αγροτική Πολιτική, η χώρα μας έχει εισπράξει τις τελευταίες δεκαετίες λίγο πάνω από 160 δισεκατομμύρια ευρώ καθαρά (αφού αφαιρέσει κανείς τις ελληνικές εισφορές στον προϋπολογισμό της Ενωσης). Επιπλέον, η πρόσβαση σε πολύ φθηνά δάνεια έριξε στην οικονομία εκατοντάδες δισεκατομμύρια που, χωρίς την Ε.Ε. και το ευρώ, η χώρα δεν θα έβλεπε ποτέ. Βεβαίως, τα χρήματα αυτά δεν είναι ίδια μ’ αυτά που θα έμπαιναν στα ταμεία της χώρας από την αξιοποίηση μεγάλων κοιτασμάτων πετρελαίου. Τα λεφτά από τα διαρθρωτικά ταμεία δεν μπαίνουν καν στα ταμεία του κράτους, ακριβώς – γίνονται δρόμοι, λιμάνια, αναστηλώσεις αρχαιολογικών χώρων, παιδικές χαρές, επιδοτήσεις ή Porsche Cayenne στον Θεσσαλικό Κάμπο. Επιπλέον, είναι λιγότερα από όσα θα έβγαζε η χώρα αν είχε κάποιο θεαματικό φυσικό πόρο όπως οι Μποτσουάνες και τα Κουβέιτ του κόσμου. Τα δε δάνεια είναι δάνεια. Και είδαμε τι γίνεται όταν ένα πολιτικό προσωπικό όπως το ελληνικό αποκτά πρόσβαση σε φτηνά δάνεια.
Ομως παραμένει μια πολύ μεγάλη πηγή χρημάτων που εμφανίστηκε ξαφνικά στις αρχές της δεκαετίας του ’80 κι έκτοτε στέλνει χρήμα κατά δω. Η Ελλάδα το βρήκε το «πετρέλαιό» της. Λέγεται Ευρωπαϊκή Ενωση. Και όπως πολλές άλλες χώρες που βρήκαν πετρέλαιο, το σπατάλησε περισσότερο για εύκολο πλουτισμό και για τροφοδότηση του πελατειακού κράτους παρά για επενδύσεις σε τομείς με πολλαπλασιαστικά οφέλη.
Φανταστείτε τώρα να βρίσκαμε και πετρέλαιο από πάνω.
Πηγή: Καθημερινή