Πάσχος Μανδραβέλης
Κάποια στιγμή θα γινόταν κι αυτό. Ετυχε να γίνει ως ιστορικός σαρκασμός: Ο ΣΥΡΙΖΑ (ο πολύς, ο μάγκας ο βαρύς και καραμπουζουκλής) υπέγραψε και το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές και την εφαρμογή του μέτρου που θέλει τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα (ΜΗΣΥΦΑ) να πωλούνται και εκτός φαρμακείου.
Τέλειωσαν οι ωραίες εποχές της αντιπολίτευσης, που τα στελέχη του χάριζαν αδαπάνως στον παππού τις Κυριακές, η «Αυγή» έκανε αστειάκια με τίτλους «Ποτέ την Κυριακή» και ο κ. Λουράντος έκανε τα φαρμακεία προεκλογικά μετερίζια του ΣΥΡΙΖΑ. Η απελευθέρωση της οικονομίας θα γινόταν και χωρίς το μνημόνιο. Είναι –και με βάση τις διδαχές του Μαρξ– νομοτελειακή, γιατί είναι οικονομικά πιο αποδοτική. Το πνίξιμο της οικονομίας από χιλιάδες ρυθμίσεις, προς όφελος μερικών επαγγελματικών ομάδων, οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία και η χρεοκοπία έφερε τα μνημόνια. Οι κοινωνίες, αργά ή γρήγορα (στη δική μας περίπτωση, δυστυχώς, πολύ αργά), υιοθετούν τις βέλτιστες οικονομικές πρακτικές. Οι πολίτες βλέπουν και συγκρίνουν τη δική τους κατάσταση με εκείνη άλλων λαών και θα απαιτούν την εφαρμογή των οικονομικά αποδοτικών πρακτικών.
Το θέμα είναι ότι στην Ελλάδα κυριάρχησε ο «αμυντικός συνδικαλισμός», ένας συνδικαλισμός που στοχεύει μόνο στο κράτος και στα προνόμια που μπορεί αυτό βραχυπρόθεσμα να προσφέρει σε κάποιες επαγγελματικές ομάδες, εις βάρος ολόκληρης της κοινωνίας. Ολες οι κινητοποιήσεις των τελευταίων χρόνων γίνονταν για να μην αλλάξουν τα πράγματα, και όχι για να αλλάξουν προς το καλύτερο. Ο «αμυντικός συνδικαλισμός» ίσως να είναι το αποτέλεσμα του ειδικού βάρους που έχει το κράτος στο φαντασιακό των Ελλήνων. Οι συνδικαλιστές πίστεψαν ότι με ένα νόμο κι ένα άρθρο μπορεί να ακυρωθεί το μέλλον. Και έτσι δεν προετοίμασαν τα μέλη τους γι’ αυτό. Πάλεψαν (πολλές φορές και με αθέμιτα μέσα) να μείνει η χώρα στο παρελθόν κι έχασαν.
Στην Ελλάδα, δυστυχώς, δεν είχαμε ποτέ «δημιουργικό συνδικαλισμό», που είναι επωφελής μακροχρονίως. Θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα εάν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες έβλεπαν τι συμβαίνει στον υπόλοιπο κόσμο και, αντί να πολιορκούν τους εκάστοτε κυβερνώντες για να μην αλλάξουν τα πράγματα, ωθούσαν τα μέλη τους να κάνουν συνεταιρισμούς για να δημιουργήσουν «χωριά λιανικού εμπορίου», να ιδρύσουν πολυκαταστήματα, μεγάλα πολυφαρμακεία με εξειδικευμένες υπηρεσίες έτσι ώστε ουδείς να φοβάται την επέλαση των πολυεθνικών ή των αλυσίδων φαρμακείων. Ετσι θα είχαν οικονομίες κλίμακος, περισσότερα έσοδα, καλύτερες υπηρεσίες και, το κυριότερο, οι ίδιοι οι επαγγελματίες θα γίνονταν το μέλλον που φοβούνται. Θα μπορούσαν να πάρουν όλο το χαρτί στην αγορά και να μην αφήσουν μεγάλο χώρο στους –προς το παρόν– οικονομικά πιο αποδοτικούς ανταγωνιστές τους.
Βεβαίως κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο, αλλά οι ηγεσίες κρίνονται στα δύσκολα. Οχι μόνο οι πολιτικές, αλλά και οι συνδικαλιστικές. Πρέπει να γίνει ουσιαστική συζήτηση για το μέλλον του κλάδου, μεγάλη προεργασία, δύσκολες συνεννοήσεις, να επενδυθούν συλλογικώς πόροι, να υπάρξει άρση νομοθετικών εμποδίων. Στο τελευταίο χρειαζόταν η πίεση των συνδικάτων προς το κράτος· να τους επιτρέψει από νωρίς να υλοποιήσουν συνεργατικές πρακτικές. Ετσι οι επαγγελματίες αντί να μένουν κολλημένοι στο παρελθόν που πεθαίνει, έπρεπε να είχαν προετοιμαστεί νωρίς για το μέλλον που νομοτελειακώς θα έρθει. Αν και τώρα πρέπει να τρέξουν, υπάρχει ακόμη χρόνος. Αλλά στον σχεδιασμό χωλαίνουν…
Πηγή: Καθημερινή