Γιάννης Πρετεντέρης
Το χούι το έχουν από την εποχή της αντιπολίτευσης. Τότε καβγάδιζαν με κανάλια και δημοσιογράφους που δεν έλεγαν όσα εκείνοι ήθελαν να ακούν.
Για να δικαιολογήσουν τον καβγά επινόησαν μια δικαιολογία και μια ερμηνεία.
Η δικαιολογία είναι ότι οι αντίπαλοι δεν έκαναν ενημέρωση αλλά «προπαγάνδα».
Ενας συριζαίος πανεπιστημιακός (Κ. Δοξιάδης) είχε μάλιστα γράψει και σχετικό βιβλίο με τίτλο «Προπαγάνδα», το οποίο διατηρεί ιστορική αξία.
Για ποιον λόγο; Επειδή όσα καταγράφονται εκεί ως προπαγανδιστικά σχήματα τα ζήσαμε αυτούσια μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015. Απεδείχθη δηλαδή ότι προπαγάνδα έκαναν τελικά οι… εχθροί της προπαγάνδας!
Η ερμηνεία ήταν ότι υπήρχε κάποιο «αμαρτωλό τρίγωνο» που συνέδεε κόμματα, τράπεζες και μέσα ενημέρωσης. Στη συνέχεια και παρά τις βαρύγδουπες έρευνες (δικαστικές και κοινοβουλευτικές) ουδέποτε απεδείχθη ότι υπήρχε και λειτουργούσε κάτι τέτοιο.
Το είπαν όμως τόσο πολύ που το πίστεψαν. Και το πίστεψαν τόσο που το ζήλεψαν. Οταν ανέβηκαν στην εξουσία προσπάθησαν να το δημιουργήσουν για λογαριασμό τους.
Το ζητούμενο είναι ο έλεγχος. Η μέθοδος είναι το νταηλίκι – ποινικό, πολιτικό ή οικονομικό… Και στόχος είναι η δημιουργία ενός «φιλικού καθεστώτος» στα μίντια, στο κράτος και στις επιχειρήσεις. Ενα «τρίγωνο ΣΥΡΙΖΑ».
Το ύφος και η έκταση της προσπάθειας είναι πρωτοφανή για τη δημοκρατική Ελλάδα. Ενεργοποιούν μεθοδεύσεις ανάρμοστες για μια ευρωπαϊκή χώρα: χρήση στοχευμένων εισαγγελικών παρεμβάσεων, εκφοβισμός των τραπεζών και στρατολόγηση ενός δημοσιογραφικού υποκόσμου.
Αλλά η μέθοδος δεν αποδίδει πάντα. Για την ακρίβεια, δουλεύει μόνο όπου βρίσκει πρόθυμους, ευάλωτους ή απλώς κωλοτούμπες.
Στα μίντια, ας πούμε, απέδωσε (έως τώρα) με το MEGA. Απέδωσε σε άλλον τηλεοπτικό σταθμό που πείστηκε να προσλάβει για κεντρικό παρουσιαστή έναν υποστηρικτή της κυβέρνησης.
Και γενικά αποδίδει όπου εκλείπουν οι αντιστάσεις και επικρατεί η συναλλαγή.
Κατά τα άλλα όμως η επιχείρηση άλωσης του Τύπου οδήγησε περισσότερο σε διάλυση παρά σε επιβολή. Ιδίως όταν υπερφίαλα σχέδια συγχωνεύσεων και αμφιλεγόμενων εξαγορών μοιάζει εξαιρετικά δύσκολο να πραγματοποιηθούν.
Την ίδια στιγμή η οικοδόμηση του «τριγώνου ΣΥΡΙΖΑ» έχει προσκρούσει και στο κράτος δικαίου.
Το Ελεγκτικό Συνέδριο έβαλε φραγμό στη στρατολόγηση συμβασιούχων. Η προσπάθεια οικοδόμησης κομματικού κράτους στην Υγεία ταλαιπωρείται στο Συμβούλιο της Επικρατείας, εκεί όπου ναυάγησε και η προσπάθεια ελέγχου της τηλεόρασης.
Το ΕΣΡ που συγκροτήθηκε στη συνέχεια όχι μόνο δεν δείχνει να πτοείται από τις απειλές του αρμόδιου υπουργού αλλά αποδόμησε πλήρως τα κυβερνητικά σχέδια όταν κλήθηκε να δώσει εξηγήσεις στη Βουλή.
Κατέρριψε την επιλογή των τεσσάρων αδειών, διευκρίνισε πως ο διαγωνισμός θα γίνει όχι όταν θέλει ο υπουργός αλλά όταν ρυθμιστούν νομικές και τεχνικές εκκρεμότητες, επιφυλάχθηκε για το χρονοδιάγραμμα. Κόκαλο τα «παπαγαλάκια»…
Η αντίδραση της κυβέρνησης ήταν ανάλογη με το ύφος της.
«Η Δικαιοσύνη πρέπει να είναι παρά πολύ προσεκτική» κούνησε το δάχτυλο στους δικαστές ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και την κάλεσε (τη Δικαιοσύνη!) «να προστατεύσει τον εαυτό της από τις προσπάθειες πολιτικών δυνάμεων να αξιοποιήσουν δικαστικές αποφάσεις».
Με λιγότερη κομψότητα «Η Αυγή» και ο κυβερνητικός Τύπος στοχοποιούν καθημερινά όσους αντιδρούν στην επιβολή.
Αλλά ας μην υπάρχει παρεξήγηση. Η καταφυγή στη Δικαιοσύνη είναι η θεμιτή αντίσταση της δημοκρατίας στην απόπειρα παράκαμψής της.
Γι’ αυτό παρακάμπτεται ενίοτε και η Δικαιοσύνη. Δεν είναι τυχαίο ότι η κυβέρνηση προχώρησε στη νομοθετική ρύθμιση των προστίμων της ΣΕΚΑΠ ενώ η υπόθεση εκκρεμεί ακόμη στα δικαστήρια.
Με το τρίτο σκέλους του «τριγώνου ΣΥΡΙΖΑ» που είναι οι φιλικοί επιχειρηματίες δεν χρειάζεται να ασχοληθώ.
Αφενός επειδή στην πολιτική δεν υπάρχουν «φιλικοί επιχειρηματίες». Ο όρος αποτελεί contradictio in terminis!
Αφετέρου επειδή από τότε που υπάρχουν επιχειρηματίες στην Ελλάδα κανείς ποτέ δεν κέρδισε σε μια αναμέτρηση με την πολιτική εξουσία.
Τη σημερινή. Ή την αυριανή…
Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ