Μαρία Κατσουνάκη
Εχουμε και λέμε: Εισβολή αγνώστων και καταστροφές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, περιστατικά βίας κατά φοιτητών στη Νομική Σχολή Αθηνών, ένοπλη ληστεία στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο, πυροβολισμοί έξω από το Εφετείο Αθηνών, βιαιοπραγίες στη συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου της Περιφέρειας Αττικής, εύγλωττη χειρονομία υπουργού της κυβέρνησης στη διάρκεια αγώνα πόλο… Για να μην αθροίσουμε και τη σύρραξη στον Βόλο την περασμένη εβδομάδα λίγο πριν από τη διοργάνωση ποδοσφαιρικού αγώνα (του τελικού Κυπέλλου Ελλάδος).
Δεν θα αναφερθούμε στα περιστατικά εκτενέστερα ούτε θα προσθέσουμε ονοματεπώνυμα. Εξάλλου, δεν είναι η πρώτη φορά που στα ΑΕΙ εκδηλώνεται βία και ανομία ούτε που δημόσια κτίρια αποδεικνύονται αφύλακτες διαβάσεις ούτε που εκπρόσωποι του πολιτικού κόσμου συμπεριφέρονται όπως θα θέλαμε να ξεχάσουμε αλλά δεν μπορούμε. Οσο για το ποδόσφαιρο, τι να πει κανείς… περισσεύει.
Αντιμετωπίζουμε, εδώ και καιρό, σαν υπνωτισμένοι τη μια παρανομία μετά την άλλη, τη μια παραβίαση δημοκρατικών ελευθεριών και αρχών μετά την άλλη. Η απρόσκοπτη διδασκαλία από τους καθηγητές και παρακολούθηση μαθημάτων από τους φοιτητές στα ΑΕΙ εξελίσσεται σε extreme sport. Οι ακραίες πράξεις και αντιδράσεις στον δημόσιο βίο θεωρούνται σχεδόν κανονικότητα. Η πρόληψη επεισοδίων στους ποδοσφαιρικούς αγώνες μοιάζει ανέφικτη.
Δεν είναι παράξενο αυτό που συμβαίνει ούτε συμπτωματικό. Είναι μόνον επικίνδυνο. Κι επειδή η κοινωνική συνθήκη της χώρας δεν είναι άμοιρη του πολιτικού προσωπικού της, το αμήχανο ερώτημα «και τι θέλετε, δηλαδή, να κάνουμε», δεν έχει θέση. Γιατί η υπονόμευση της δημοκρατίας γίνεται, ως γνωστόν, ύπουλα· άλλοτε με την επίκληση της αδυναμίας παρέμβασης, άλλοτε με την επίκληση της «βούλησης του λαού», συχνά με την ανοχή της εξουσίας, το κλείσιμο του ματιού σε παραβατικές συμπεριφορές, την αμέριστη κατανόηση η οποία, όταν είναι τόσο «αμέριστη», δεν απέχει από την αδιαφορία.
Ο εκφασισμός έχει πολλές μεταμφιέσεις. Ανιχνεύεται σε πράξεις που υποτίθεται ότι απηχούν το κοινό αίσθημα (τι πιο «αθώο» από τον εκνευρισμό και τη χειρονομία μιας στιγμής από ένα πολιτικό πρόσωπο), στη διαρκή απειλή της σωματικής ακεραιότητας του άλλου (και μάλιστα μέσα σε εκπαιδευτικά ιδρύματα), στον φόβο της συμμετοχής σε μια γιορτή του αθλητισμού. Η ελευθερία καταλύεται έτσι με βήματα μικρά και σταθερά, με τα «έλα μωρέ», τα «υπερβολές για πολιτική εκμετάλλευση», οποιαδήποτε συνενοχή στην εθελοτυφλία από καιροσκοπισμό, ανεπάρκεια ή, απλώς, βολή. Οι ερμηνείες μπορεί να είναι πολλές, αλλά η πραγματικότητα παραμένει μία και δυσβάστακτη.
Πηγή: Καθημερινή