Γιώργος Τερζής
Εχουν μεσολαβήσει πια 10 ολόκληρα χρόνια από τη στιγμή που η υπόθεση της Μονής Βατοπεδίου ανεδείχθη σε κεντρικό θέμα πολιτικής αντιπαράθεσης, βάζοντας την ταφόπλακα στην τότε διακυβέρνηση Καραμανλή. Διότι, τον Σεπτέμβριο του 2009, η Ν.Δ. δεν ηττήθηκε μόνον εξαιτίας του φουσκώματος του Δημοσίου επί των ημερών της, της περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής που, με καθυστέρηση, πρότεινε ο απερχόμενος τότε πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής ή της αδυναμίας της κυβέρνησης να κάνει πράξη την επανίδρυση του κράτους. Δεν έχασε, αποκλειστικά, ούτε λόγω του «λεφτά υπάρχουν» του Γ. Παπανδρέου. Η τότε κυβέρνηση αποδοκιμάστηκε, με πρωτοφανή για τα προ-μνημονίου πολιτικά δεδομένα, και λόγω του μεγάλου φορτίου που (της) είχαν σωρεύσει στην εικόνα της και στον στενό πυρήνα του, τότε, Μεγάρου Μαξίμου υποθέσεις όπως αυτή του Βατοπεδίου.
Σε μία κανονική χώρα, η απόφαση της Δικαιοσύνης έπρεπε να αποτελεί και το τελικό πεδίο κρίσης της υπόθεσης. Στην Ελλάδα, πάλι, η χθεσινή απόφαση ήρθε απλώς να επιβεβαιώσει το πόσο καθυστερημένη είναι η χώρα μας ως προς τη λειτουργία των θεσμών. Δεν είναι τυχαίο ότι η δικαστική κρίση αντιμετωπίστηκε όχι ως κάθαρση μίας υπόθεσης που στιγμάτισε την πολιτική ζωή της χώρας, αλλά ως μία ακόμη ευκαιρία αντιπαράθεσης. Αν κάτι πρέπει να προβληματίσει την ηγεσία της Δικαιοσύνης αλλά και το πολιτικό προσωπικό της χώρας είναι και το γεγονός ότι ουδείς μοιάζει να πείθεται από τις αποφάσεις των δικαστηρίων, εκτός βέβαια εάν αυτές οι αποφάσεις δικαιώνουν τις προηγούμενες θέσεις του.
Αυτό είναι, εν πολλοίς, αποτέλεσμα της διαμορφωμένης αντίληψης για τη λειτουργία πολιτικής και Δικαιοσύνης. Δέκα χρόνια είναι πολύς χρόνος. Βέβαια, σε μία χώρα χωρίς ολοκληρωμένο κτηματολόγιο, χωρίς δασικούς χάρτες, χωρίς δυνατότητα ορισμού βασικών εννοιών, όπως π.χ. ο αιγιαλός, η διερεύνηση μιας υπόθεσης που περιλαμβάνει μέχρι και αυτοκρατορικά χρυσόβουλα του 11ου αιώνα μπορεί να απαιτήσει χρόνο. Αλλά, δέκα χρόνια;
Και να πεις ότι δεν υπήρχαν στοιχεία; Στη δεκαετία που μεσολάβησε από την αποκάλυψη της υπόθεσης, συγκροτήθηκαν δύο εξεταστικές επιτροπές και μία προανακριτική, οι οποίες εξέτασαν κάποιες εκατοντάδες μάρτυρες και συγκέντρωσαν μερικές δεκάδες χιλιάδες σελίδες εγγράφων. Τον Νοέμβριο του 2010 παραπέμφθηκαν και τρεις υπουργοί της κυβέρνησης Καραμανλή με τις κατηγορίες της αυτουργίας και συναυτουργίας σε απιστία εις βάρος του Δημοσίου, καίτοι βάσει των διατάξεων περί ευθύνης υπουργών η εις βάρος τους υπόθεση είχε παραγραφεί. Εκτοτε, σειρά αποφάσεων των δικαστηρίων, μέχρι την πλέον πρόσφατη, απάλλαξε και τους μη πολιτικούς κατηγορουμένους για την υπόθεση.
Δέκα χρόνια μετά, είναι αμφίβολο εάν αυτές οι αποφάσεις αρκούν για να τραβήξουν πολιτική και Δικαιοσύνη από τις λάσπες της λίμνης Βιστωνίδας.
Πηγή: Καθημερινή