Ηλίας Μαγκλίνης
Το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε πραγματοποιήθηκε το «Πανόραμα Επιχειρηματικότητας και Σταδιοδρομίας» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Εφερε σε επαφή νέους έως 35 ετών με τις κορυφαίες εταιρείες και ενημέρωσε για τις ευκαιρίες απασχόλησης σε κλάδους αιχμής και τις τεχνολογικές εξελίξεις που θα καθορίσουν το μέλλον. Για την ιστορία, το «Πανόραμα» (που φέτος πραγματοποιήθηκε έβδομη συνεχή χρονιά) είναι έμπνευση του πρώην καθηγητή της ΑΣΟΕΕ Ιορδάνη Λαδόπουλου. Επτά χρόνια μετράει, λοιπόν, άρα είναι ασφαλές να μιλάμε για εκδήλωση-θεσμό. Οχι όμως μόνον για τα έτη της λειτουργίας του αλλά για κάτι πιο σημαντικό: προσείλκυσε περί τις 5.000 άτομα.
Θεσμοί, λοιπόν, όπως το «Πανόραμα», συμβολίζουν αυτό που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε «Η άλλη Ελλάδα»; Προφανώς. Και, υπό μία έννοια, αυτή είναι μια Ελλάδα που πραγματικά αντιστέκεται. Μάλιστα, ανάλογες ανάσες οξυγόνου παίρνει κάποιος σε άλλες μεγάλες εκδηλώσεις όπως το TedX Academy κ.ά. Αρκεί, βέβαια, να μην είναι επαγγελματίας μίζερος και αρνητικός προς οτιδήποτε δεν μυρίζει κοινοτικού τύπου «συλλογικότητες».
Την ίδια στιγμή, όταν τελειώνουν αυτές οι εκδηλώσεις και επιστρέφεις στην πραγματικότητα, σου σφίγγεται και πάλι το στομάχι εξαιτίας της σκέψης-δηλητηρίου ότι τέτοιες διοργανώσεις είναι είτε μια μικρή, απομονωμένη φούσκα μέσα σε μια γενικευμένη παθογένεια είτε –και αυτό είναι ακόμα χειρότερο– ένα παράλληλο σύμπαν που δεν θα αφορά ποτέ τη νοσηρή «κανονικότητα» από την οποία έχουμε όλοι, λίγο πολύ, ποτιστεί.
Προσωπικά, δεν είμαι απαισιόδοξος. Από κάτι μικρό ξεκινά κάτι μεγάλο. Και, ειδικά σε ό,τι αφορά το «Πανόραμα», οι 4.800 άνθρωποι που προσήλθαν είναι ένα νούμερο που πρέπει να σε κάνει να αισιοδοξείς. Επειτα, το στομάχι σου σφίγγεται ξανά. Αν υποθέσουμε ότι οι σχεδόν 5.000 νέοι αυτοί άνθρωποι βγούνε «εκεί έξω», θα επιμείνουν στην προσπάθεια; Αφού όλα (από τη φορολογία και τη νομοθεσία έως τη γραφειοκρατία και την ευρύτερη νοοτροπία που δεν θέλει κανέναν «ξύπνιο να χαλάει την πιάτσα» της βολής) είναι σαν να τους λένε: παράτα τα.
Δεν θα είναι αποκαρδιωτικό εάν (και αυτές) οι πέντε χιλιάδες των νέων, επίδοξων επιχειρηματιών, επιστημόνων κτλ. αναγκαστούν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα προκειμένου να υλοποιήσουν το όραμά τους σε μια ξένη χώρα με υγιή κανονικότητα; Από την άλλη, τον τελευταίο καιρό κυκλοφορούν έρευνες που δείχνουν ότι υψηλό ποσοστό των νέων σήμερα θέλει να κάνει τη δική του δουλειά. Θετικό; Αναμφίβολα! Τι εννοούν όμως «να κάνω δική μου δουλειά»; Διότι αν εννοούν καφέ και ψιλικατζίδικα στις γειτονιές, σουβλατζίδικα και προπατζίδικα (από τα τόσα που μας έχουν πλημμυρίσει), κάτι τέτοιο δεν απέχει πολύ από τη βολή του Δημοσίου.
Δεν προσπαθώ να χαλάσω το κέφι κανενός. Αλλά σε μια κοινωνία στην οποία η έννοια της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και του κέρδους είναι διαχρονικά στιγματισμένη, λογίζεται δηλαδή σαν αμαρτία ή έγκλημα (έως ένα βαθμό, δικαιολογημένα: όταν η έννοια του επιχειρείν σε μια χώρα με βαθύ θεσμικό έλλειμμα αποδεικνυόταν «αρπαχτή» από τους ίδιους του επιχειρηματίες), σε μια χώρα με τόσο αντιπαραγωγική κουλτούρα (η οποία, δυστυχώς, είναι «υπερκομματική» και δεν περιορίζεται στις γνωστές αριστερές αγκυλώσεις), πώς θα αναπνεύσει ένας νέος επιχειρηματίας;
Δεν υπάρχει οριστική απάντηση. Υπάρχει όμως κάτι πολύ σημαντικό: ότι μια εκδήλωση όπως το «Πανόραμα Επιχειρηματικότητας και Σταδιοδρομίας» συνιστά δημιουργική πρωτοβουλία-αντίδοτο στις παθογένειες που μας έφεραν έως εδώ. Κρατάμε αυτό και κοιτάμε μπροστά. Οι νοοτροπίες δεν ξεριζώνονται μέσα σε μία μέρα.
Πηγή: Καθημερινή