Γιώργος Τερζής
Η αποκάλυψη ότι, εν μέσω φορολογικών αυξήσεων για την πλειοψηφία των πολιτών, οι 300 της Βουλής, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και οι υπόλοιποι αιρετοί (δήμαρχοι και περιφερειάρχες) πέτυχαν μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης έως και 2.000 ευρώ ετησίως προκάλεσε, δικαιολογημένα, αντιδράσεις.
Κυρίως, όμως, προκάλεσε ένα νέο κύμα πολιτικής υποκρισίας εκ μέρους του πολιτικού προσωπικού της χώρας, που αντιστρατεύεται τη διακηρυγμένη βούληση όλων να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στο πρόσωπό τους και στο πολιτικό σύστημα γενικότερα.
Τί έχει συμβεί;
Με την εισαγωγή της εισφοράς αλληλεγγύης, αρχικώς ως έκτακτης και στη συνέχεια ως μόνιμης, είχε προβλεφθεί «ειδική μεταχείριση» για τους αιρετούς. Καλούνταν να πληρώσουν περισσότερα από το «μέσο πολίτη», ως συμβολικό δείγμα της βούλησής τους να συνεισφέρουν στην προσπάθεια της χώρας και να αναλάβουν το ανάλογο βάρος. Η πρόσθετη επιβάρυνση ορίστηκε, αρχικώς, στο 6% (όταν το ανώτατο κλιμάκιο για τους… κοινούς θνητούς ήταν το 5%) και εν συνεχεία στο 8%.
Με τις αλλαγές, ωστόσο, που επέφερε η τελευταία διάταξη του 2016 για την ειδική εισφορά συνέβη το εξής: ενώ αυξήθηκε η επιβάρυνση για όλους όσοι εισπράττουν περισσότερα από 20.000 ευρώ ετησίως, η ειδική, επιβαρυντική διάταξη για τους αιρετούς καταργήθηκε. Για τα επίπεδα αμοιβών των βουλευτών, αυτή η αλλαγή συνεπάγεται μείωση της φορολογικής τους επιβάρυνσης έως και 2.000 ευρώ. Την ίδια ώρα, όποιος εργαζόμενος εισέπραττε ανάλογα ποσά, ενδεικτικά 60.000 ευρώ ανά έτος, θα έπρεπε να βάλει το χέρι πιο βαθιά στην τσέπη καθώς θα έπρεπε να πληρώσει επιπλέον ποσό εισφοράς της τάξεως των 1.500 ευρώ!
Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Και έπεται η υποκρισία.
Ο μεν Πρόεδρος της Βουλής δήλωσε ότι οι βουλευτές αντιμετωπίζονται όπως όλοι οι φορολογούμενοι, «ξεχνώντας» να αναφέρει ότι, ουσιαστικά, ευνοήθηκαν από την κατάργηση της ειδικής και επιβαρυντικής διάταξης που τους αφορούσε.
Η αντιπολίτευση, αξιωματική και ελάσσονα, επίσης βγήκε στο κλαρί, όσο μπορούσε τουλάχιστον.
Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ, εκπρόσωποι άλλων κομμάτων εμφανίστηκαν αποστασιοποιημένοι από τη ρύθμιση, δηλώνοντας ότι δεν την ψήφισαν. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι αρνήθηκαν να ψηφίσουν, συνολικά, το φορολογικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης. Αμφιβάλλω εάν υπάρχει ένας βουλευτής που, μέσα στη Βουλή, διατύπωσε τις επιφυλάξεις του για την έμμεση πλην σαφή φορολογική ελάφρυνση των 300.
Και, λοιπόν; Τίποτε!
Σε μία χώρα που το θαύμα κρατά τρεις ημέρες, η τακτική των βουλευτών είναι η αναμενόμενη. Λαμβάνουν αποστάσεις έως ότου η επικαιρότητα αναδείξει ένα άλλο θέμα και το προηγούμενο ξεχαστεί.
Υπάρχει μία απλή λύση. Οι 300 να επιστρέψουν στο δημόσιο ταμείο την ελάφρυνση. Αρκεί η αντιπολίτευση, που διαφωνεί, να καταθέσει μία απλή τροπολογία. Δύο – τρεις γραμμές αρκούν. Υποθέτω, δε, ότι δύσκολα η κυβερνητική πλειοψηφία θα την αρνηθεί.
Θα το τολμήσουν;
Ακούω ήδη όσους ισχυρίζονται ότι η αντιμετώπιση του θέματος έχει και στοιχεία λαϊκισμού ή υποκρισίας έναντι των αιρετών. Ότι, δηλαδή, η χώρα δεν σώζεται από τις 600.000 ευρώ της ελάφρυνσης των βουλευτών ή τους ενός εκατομμυρίου για όλους τους αιρετούς. Ότι οι αιρετοί θα πρέπει να αμείβονται καλά, δεδομένων των συνθηκών, ώστε να μπορούν να νομοθετούν και να αποφασίζουν χωρίς δουλείες.
Κατανοώ τα επιχειρήματα. Όμως, δεν υπάρχει μεγαλύτερος λαϊκισμός, δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα υποκρισίας από το απλώς να καταγγέλλεις κάτι ενώ, λόγω της θέσης σου ως βουλευτής, μπορείς να το αλλάξεις.
Πηγή: Καθημερινή