Άγγελος Στάγκος
Στην Ολλανδία εκπροσωπούνται από το «Κόμμα για την Ελευθερία» (PVV), στη Γαλλία απειλούν να πάρουν την εξουσία ως «Εθνικό Μέτωπο» (FN), στη Γερμανία το κόμμα τους ονομάζεται «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD), στη Βρετανία κατάφεραν το Brexit ως «Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου» (UKIP), στην Αυστρία διεκδίκησαν με μεγάλες αξιώσεις την προεδρία με το «Κόμμα Ελευθερίας της Αυστρίας» (FPO), στην Ιταλία εμφανίζονται με τον τίτλο «Λέγκα του Βορρά» (LN), στο Ευρωκοινοβούλιο έχουν σχηματίσει την ομάδα της «Ευρώπης των Εθνών και της Ελευθερίας». Στην Ελλάδα δεν εκπροσωπούνται επίσημα (δεν δέχονται ακόμη τη «Χρυσή Αυγή» στις τάξεις τους) προς το παρόν, αλλά υπάρχουν οι αποχρώσες ενδείξεις για κόμμα που είναι κοντά τους και με πρώτη ευκαιρία θα εκδηλώσει τις πραγματικές προτιμήσεις του.
Ολα τα παραπάνω κόμματα, μαζί με άλλα μικρότερα, αλλά και κυβερνήσεις που ήδη βρίσκονται στην εξουσία, συνιστούν μία «Μαύρη Διεθνή» νέας μορφής, ξενοφοβική – ρατσιστική, που κρύβει τον αυταρχισμό της πίσω από τίτλους που εκπέμπουν μηνύματα εθνοκαπηλίας, δήθεν ελευθερίας και ανεξαρτησίας, με πρώτο στόχο τη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Οι ονομασίες των κομμάτων είναι απολύτως ενδεικτικές των σκοπών τους και επιλεγμένες σοφά ώστε να απευθύνονται στον ασυνείδητο πατριωτισμό των πολιτών στις χώρες τους. Στη σημερινή συγκυρία, μάλιστα, συνωστίζονται υπό την ηγετική ομπρέλα του Ντόναλντ Τραμπ, που εξελέγη πρόεδρος των ΗΠΑ με βασικό σλόγκαν «Πρώτα η Αμερική». Αλλωστε, ούτε ο ίδιος, ούτε το επιτελείο του (Στιβ Μπάνον) κρύβουν τη διάθεσή τους να ηγηθούν μιας τέτοιας ιδιότυπης «Μαύρης Διεθνούς».
Τα όπλα των ηγετών αυτής της Διεθνούς για να πείσουν τις μάζες είναι αντιληπτά. Πέρα από τις ονομασίες των κομμάτων των οποίων ηγούνται –δεν αποκλείεται ο Τραμπ να φτιάξει δικό του κόμμα κάποια στιγμή–, χρησιμοποιούν λόγο και όρους λαϊκίστικους και πατριωτικούς, κατασκευάζουν απειλές που είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν, υπόσχονται απελευθερώσεις και απαλλαγές από καταπιεστικά δεσμά (στην προκειμένη περίπτωση των Βρυξελλών), θέλουν δικά τους εθνικά νομίσματα δίνοντας την εντύπωση ότι έτσι θα αναζωογονηθούν οι οικονομίες των χωρών τους, δημιουργούν θρησκευτικά, εθνικά και ταξικά μίση. Το χειρότερο είναι ότι ψεύδονται ασυστόλως και δεν έχουν κανένα πρόβλημα να το κάνουν, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα που προσφέρει πλέον η τεχνολογία της επικοινωνίας, ή και χωρίς αυτά. Χαρακτηριστικά παραδείγματα τα ψευδογεγονότα, οι ψευδείς ειδήσεις, οι ψεύτικοι ισχυρισμοί που χρησιμοποίησε και χρησιμοποιεί με πλήρη άνεση ο Ντόναλντ Τραμπ κατά την προεκλογική εκστρατεία (μόλις τελευταία κατηγόρησε τους απανταχού δημοσιογράφους ότι κρύβουν τρομοκρατικές επιθέσεις και κατ’ επέκτασιν και τις κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο), ενώ στο ίδιο μονοπάτι βαδίζει ο Βίλντερς στην Ολλανδία με «πειραγμένες» φωτογραφίες για να εκθέσει αντιπάλους του.
Το ερώτημα είναι με ποιον τρόπο μπορούν να αντιμετωπιστούν οι συγκεκριμένες πρακτικές από τα φιλελεύθερα δημοκρατικά κόμματα και τις αντίστοιχες κυβερνήσεις. Γιατί από τη μία πλευρά δεν μπορούν να κατέβουν στο ίδιο επίπεδο και από την άλλη πλευρά, αν πάρουν νομοθετικά μέτρα που θα θεωρηθούν ότι περιορίζουν την ελευθερία του λόγου, κινδυνεύουν να υπονομεύσουν τον φιλελευθερισμό τους και να κατηγορηθούν ότι καταφεύγουν στον αυταρχισμό. Επιπλέον, η τεχνολογία της επικοινωνίας (social media, internet κ.λπ.) καθιστά πάρα πολύ δύσκολη υπόθεση τον έλεγχο της διάδοσης ψευδών ειδήσεων, φημών, δοξασιών, συνωμοσιολογικών απόψεων ή ανάρτησης «πειραγμένων» φωτογραφιών. Το πρόβλημα είναι τεράστιο και αντικειμενικά βρίσκονται σε πολύ δύσκολη θέση τα φιλελεύθερα δημοκρατικά καθεστώτα και κόμματα. Προφανώς, η υπεράσπιση της αλήθειας δεν αρκεί, χρειάζεται και η αποκάλυψη των «σκελετών» που κρύβουν οι περισσότεροι ακραίοι λαϊκιστές στα «ντουλάπια» τους, σε συνδυασμό με συνεχή μάχη για μείωση ανισοτήτων. Η περίοδος είναι εξαιρετικά ταραχώδης.
Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ