Στέφανος Κασιμάτης
Κάτι τέτοιες εμφανίσεις δίνουν ένα προαίσθημα του τέλους, καθώς αντανακλούν την αρχή της ιστορίας με τρόπο ειρωνικό. Εννοώ τον Αλέκο τον Φλαμπουράρη, τον καραβοτσακισμένο παππού της κυβέρνησης, ο οποίος πραγματοποίησε μια ξεκούδουνη επανεμφάνιση, θαρρείς για να αποδείξει σε όσους δεν ήθελαν να το πιστέψουν ότι τόσο καιρό κοιμόταν και, τώρα, ξύπνησε και νομίζει ο καημένος ότι είμαστε στην άνοιξη του 2015. Δεν εξηγείται λογικά αυτή η επανεμφάνιση, παρά μόνον αισθητικά: ας τη δούμε σαν μια προθανάτια έκλαμψη του ασθενούς, δηλαδή της κυβέρνησης.
Ο Αλέκος Φλαμπουράρης ήταν σαρξ εκ σαρκός της κατάστασης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και «μέντορας» του Τσίπρα. Από την αρχή ανταποκρίθηκε ασμένως στις προσκλήσεις για δημοσιότητα και, λόγω της θέσης του κοντά στον πρωθυπουργό, θεωρήθηκε ότι αυτός εξέφραζε αυθεντικά την κυβέρνηση. Ισως κιόλας να πίστεψαν στην κυβέρνηση ότι ο Φλαμπουράρης, άνθρωπος ευχάριστος στην παρέα και γενικώς χαβαλές, με την ηπιότητα του ύφους του θα δημιουργούσε θετική ανταπόκριση. Πάνω στους δύο πρώτους μήνες, η εικόνα του σοφού παππού είχε πλήρως διαλυθεί και στη θέση της υπήρχε η εικόνα ενός, συχνά κωμικού, καφενόβιου ηλικιωμένου, που γινόταν ρεζίλι ο ίδιος και, το χειρότερο, ρεζίλευε και την κυβέρνηση. Ο διασυρμός τον έφερε και στο στόχαστρο των αναρχικών, που άρχισαν να επιτίθενται στην κατοικία του στη Νεάπολη Εξαρχείων, με αποτέλεσμα να ζει έκτοτε υπό αστυνομική προστασία. Ηταν επόμενο, μετά την ιστορική κωλοτούμπα και τις αναπροσαρμογές, ο Τσίπρας να εξαφανίσει το φιάσκο Φλαμπουράρη από το προσκήνιο. Παρέμεινε, βέβαια, στον στενό κύκλο του Μαξίμου, αλλά στην αφάνεια.
Είναι αλήθεια ότι η συνέντευξη με την οποία έκανε την επιστροφή ο Φλαμπουράρης είχε κάτι, ως προς τον οραματικό τόνο του λόγου, από τον περίφημο επιθανάτιο μονόλογο του σαιξπηρικού Ιωάννη της Γάνδης. Υπό την έννοια ότι όπως ο θνήσκων σαιξπηρικός ήρως αίρεται, κατά κάποιο τρόπο, υπεράνω των εγκοσμίων και από το ύψος αυτό βλέπει και υμνεί ό,τι αφήνει πίσω, παρομοίως και ο Φλαμπουράρης διατυπώνει ένα λόγο που μοιάζει με απελπισμένο αποχαιρετισμό της κυβέρνησης στην εξουσία. Αν η παρομοίωση δεν βοηθά να σχηματίσετε εικόνα, φαντασθείτε τον σαν τη Βιολέτα, στην «Παραστρατημένη» (La traviata) του Βέρντι, να τραγουδά: Addio del passato bei sogni ridenti…
«Ο κόσμος να είναι ήσυχος […] η πολιτική μας έχει πετύχει θαύματα […] θα έχουμε ανάπτυξη που θα τρίβουμε τα μάτια μας». Τέτοιου επιπέδου καφενειακές ανοησίες είπε, όπως παλιά, με τη διαφορά ότι τώρα κανείς δεν διασκεδάζει με αυτές. Η ελαφρότητα, όμως, έχει και τις σκοτεινές πτυχές της, όπως όταν προβλέπει ότι η κυβέρνηση θα επιβάλει τον εκβιασμό της στην Ευρώπη: «Είναι υποχρεωμένη η Ευρώπη και θα το κάνει για να μη διαλυθεί», δηλώνει. Τι να πρωτοθαυμάσεις, αλήθεια, τον κυνισμό ή την επιπολαιότητα; Προβλέπω ότι, μόλις του τελειώσουν οι μπαταρίες –όπου να ’ναι δηλαδή–, η κυβέρνηση δεν θα του αγοράσει καινούργιες. Θα καταλήξει σε καμιά ντουλάπα στο Μαξίμου – ας τον τυλίξουν όμως με μια κουβέρτα, για να μην πιάνει σκόνη.
Πηγή: Καθημερινή