Θοδωρής Γεωργακόπουλος
Το βασικό πρόβλημα των λαϊκιστών όταν κατακτούν την εξουσία είναι το να διατηρήσουν το κεντρικό τους αφήγημα, ότι δηλαδή είναι οι αυθεντικοί και αποκλειστικοί εκπρόσωποι της αληθινής βούλησης του λαού. Αυτό είναι δύσκολο επειδή είναι πάντα εντελώς ανίκανοι να υλοποιήσουν τις προεκλογικές τους υποσχέσεις. Οι λαϊκιστές υπόσχονται φύκια και φούμαρα, τον ουρανό με τ’ άστρα, απλοϊκές φανταστικές λύσεις σε υπαρκτά, περίπλοκα προβλήματα, και έτσι σε όλες τις χώρες όπου έχουν κερδίσει εκλογές, έχουν αποτύχει να υλοποιήσουν οτιδήποτε από αυτά. Καθώς όμως αποδεικνύονται ψεύτες και εκ των πραγμάτων κυβερνούν με τρόπο πανομοιότυπο των παλιών “ελίτ” που πολεμούσαν (ή και χειρότερο -συνήθως χειρότερο), πρέπει κάπως να συντηρήσουν το μύθο της “αντισυστημικότητας”, της “επαναστατικότητας”. Το μύθο ότι είναι στο πλευρό του “λαού”, και όχι σαν τους “κακούς” (ξένους, ελίτ, ιδεολογικούς αντιπάλους). Αυτό είναι πολύ σημαντικό γι’ αυτούς. Είναι ζήτημα επιβίωσης.
Στην Ελλάδα από τον Ιανουάριο του 2015 έχουμε μια αυθεντικά λαϊκιστική κυβέρνηση. Μετά το επεισοδιακό 2015, αφού πέρασε τα ψυχολογικά της, αφού πήρε κάποιες τραγικές αποφάσεις που πήγαν τη χώρα πολλά χρόνια πίσω και ακύρωσαν σε μεγάλο βαθμό τις τεράστιες θυσίες που είχαν ήδη γίνει, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ βολεύτηκε σε μια κανονικότητα μνημονιακής πειθαρχίας, λέγοντας ναι σε όλα, ιδιωτικοποιώντας και περνώντας μέτρα λιτότητας με πολύ μεγαλύτερο ζήλο από τις προηγούμενες “κακές” κυβερνήσεις. Πώς αντιμετωπίζει το βασικό πρόβλημα των λαϊκιστών; Με ένα κόλπο οφθαλμοφανές αλλά ελάχιστα συζητημένο: Προσεκτικά σχεδιασμένες τεχνητές κρίσεις που η ίδια προκαλεί ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Το 2016 ενδεικτικά παρατηρήσαμε τις εξής (και συγχωρήστε με αν ξεχνώ κάποια):
Τον Απρίλιο, το θέμα της υποκλοπής συνομιλίας στελεχών του ΔΝΤ.
Τον Ιούνιο, την απόπειρα “σαμποτάζ” της σύμβασης παραχώρησης του ΟΛΠ στην COSCO.
Τον Αύγουστο (και αρχές Σεπτεμβρίου) την κωμικοτραγική δημοπρασία αδειοδότησης καναλιών.
Το Δεκέμβριο, το έκτακτο βοήθημα για τους συνταξιούχους από το (μη επικυρωμένο επισήμως) πλεόνασμα.
Για την περίπτωση που δεν τα θυμάστε, επιτρέψτε μου να σας φρεσκάρω λίγο τη μνήμη. Τον Απρίλιο διέρρευσε μια συνομιλία στελεχών του ΔΝΤ στο Χίλτον, η οποία ήταν προϊόν υποκλοπής. Ποτέ δεν μαθεύτηκε ποιος την έκανε την υποκλοπή, αλλά παρ’ όλα αυτά η κυβέρνηση έσπευσε να τη σχολιάσει, ο πρωθυπουργός έστειλε και γράμμα στην Κριστίν Λαγκάρντ περί αυτού. Περί ενός προϊόντος εγκλήματος, θυμίζω. Φυσικά το μόνο που επετεύχθη ήταν η δημιουργία έντασης μεταξύ της κυβέρνησης και του μόνου θεσμού που προτείνει ελάφρυνση του χρέους της χώρας.
Τον Ιούνιο, μετά την υπογραφή της σύμβασης πώλησης του ΟΛΠ στην COSCO, ο τιτάνας Θόδωρας Δρίτσας προσπάθησε να αλλάξει το περιεχόμενο του σχετικού νομοσχεδίου κατά τη δικιά του βούληση, ώστε να λέει άλλα από αυτά που είχαν συμφωνηθεί στη σύμβαση. Φυσικά ήταν μια απόπειρα ανώφελη και κωμικοτραγική, και το μόνο που πέτυχε ήταν η δημιουργία έντασης μεταξύ της κυβέρνησης και του ξένου επενδυτή.
Τον Αύγουστο ξεκίνησε η πολυθρύλητη διαδικασία της δημοπράτησης τεσσάρων πανελλαδικών αδειών εκπομπής τηλεοπτικού προγράμματος από την κυβέρνηση. Καθώς το Σύνταγμα προβλέπει ότι αρμόδιο γι’ αυτή τη δουλειά είναι το ΕΣΡ -μια ανεξάρτητη αρχή, και όχι η κυβέρνηση-, η διαδικασία ήταν καταδικασμένη να καταπέσει στα δικαστήρια, κάτι που αναγνώριζαν σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις ακόμη και υπουργοί της. Παρ’ όλα αυτά η κυβέρνηση προχώρησε, και μάλιστα με πολύ θεατρικό και σαματατζίδικο τρόπο και, φυσικά, όλα κατέληξαν στο φιάσκο που ίσως θυμάστε. Το μόνο που πέτυχε η κυβέρνηση ήταν η δημιουργία έντασης μεταξύ της κυβέρνησης, του εγχώριου δήθεν “μηντιακού κατεστημένου” και των δημοκρατικών θεσμών.
Τέλος, το Δεκέμβριο, χωρίς να ειδοποιήσει κανέναν, η κυβέρνηση αποφάσισε να δώσει 600 εκ. ευρώ από το μη-επικυρωμένο πλεόνασμα σε συνταξιούχους, παρ’ όλο που βάσει μνημονίου τυχόν πλεονάσματα πρέπει να πηγαίνουν στους φτωχούς και για φοροαπαλλαγές, και πάντα σε συνεννόηση με τους δανειστές. Φυσικά και αναμενόμενα, αυτό το φιάσκο κατέληξε σε ταπεινωτική επιστολή μετανοίας του Υπ. Οικονομικών, και το μόνο που επετεύχθη -πέρα από τη χρηματοδότηση ψηφοφόρων- ήταν η δημιουργία έντασης μεταξύ της κυβέρνησης και των δανειστών.
Το διαγνώσατε το μοτίβο; Το καταλάβατε το κόλπο; Κάθε λίγους μήνες, η κυβέρνηση πυροδοτεί μια τεχνητή κρίση, κάνοντας μια αυθαιρεσία, μια φαινομενική κουταμάρα, κάτι που εκ πρώτης όψεως μοιάζει αυθαίρετο, ανεξήγητο, καταδικασμένο σε αποτυχία. Σε κάθε περίπτωση, επιτυγχάνεται η δημιουργία μιας έντασης η οποία μοιάζει αναίτια. Δεν είναι αναίτια. Γιατί σε κάθε τεχνητή κρίση, η κυβέρνηση βγαίνει απέναντι σε κάποιον από τους “κακούς”. Τους δανειστές. Το ΔΝΤ. Τα κανάλια. Τους ξένους καπιταλιστές. Θεσμούς της αστικής δημοκρατίας που δεν είναι κάτω από τον έλεγχό της. Φυσικά χάνει πάντα. Βεβαίως καταλήγει να λέει ναι σε όλα και να κάνει ό,τι της λένε οι δανειστές, να πουλάει στους ξένους καπιταλιστές. Ούτε κανάλι στον Καλογρίτσα δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει. Αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία. Γιατί με κάθε τεχνητή κρίση, η κυβέρνηση εμφανίζεται δήθεν μαχόμενη, σε μια μάχη που έχει προκαλέσει μόνη της, εναντίων των “κακών” και στο πλευρό του “λαού”. Κι έτσι, μετά βίας, συντηρεί το λαϊκιστικό της μύθο.
Δεν ξέρω ποια θα είναι η αφορμή της επόμενης τεχνητής κρίσης, αλλά σίγουρα σε λίγες εβδομάδες κάτι θα γίνει, κάτι θα σκεφτούν, άλλη μια απονεονημένη κυβερνητική κουταμάρα καταδικασμένη σε αποτυχία, η οποία όμως θα δημιουργήσει ένταση, μια κούφια “μάχη” εναντίον των “κακών”, και θα αποτελέσει άλλη μια καλή αφορμή για λίγο διχασμό, για να μένει σε εγρήγορση ο Πολάκης, για να μένουνε ζεστά και τα τρολ του τουίτερ, φωνάζοντας για γερμανοτσολιάδες του Σόιμπλε, για βοθροκάναλα της διαπλοκής, η για ό,τι άλλο χρειαστεί για να κρατηθεί η ψευδαίσθηση ζωντανή ή, έστω, όσο ζωντανή γίνεται.
Πηγή: Καθημερινή